Η πραγματικότητα ξεπερνά «Κέντρο» και «μεσαίους»
Τέτοια τάξη, συμπαγής και ευδιάκριτη, δεν υφίσταται πλέον. Έχει σκορπίσει. Το πόσος είναι ο πλούτος τους και πώς δημιουργείται, αυτό έχει σημασία, αυτό ορίζει τα πράγματα
Ταλαιπωρείται και σπαταλάει διαρκώς ενέργεια ο χώρος του ΚΙΝ. ΑΛ. αναζητώντας «κεντρώους», κινείται προς την ίδια κατεύθυνση ο ΣΥΡΙΖΑ, από δίπλα και η Ν.Δ. προσπαθεί να γοητεύσει «κεντρώα» ακροατήρια. Οι αγώνες όλων συνεχίζονται για την επίτευξη αυτών των στόχων, και μάλιστα στην κουβέντα που γίνεται για το «Κέντρο», οι αναζητούμενοι «κεντρώοι» εντοπίζονται στον χώρο των «μεσαίων», οι οποίοι είναι πλέον στα χαρτιά οι αγαπημένοι των τριών κομμάτων ως διεκδικούμενοι μελλοντικοί ψηφοφόροι τους. Τα στελέχη των κομμάτων που ασχολούνται με την προσέλκυση των κεντρώων-μεσαίων πολιτών εννοούν αυτή την υπόθεση με όρους, όμως, οι οποίοι κατά το μέγα μέρος τους δεν υπάρχουν πλέον. Η Ν.Δ. πλεονεκτεί, είναι η αλήθεια, έναντι των δύο άλλων, επειδή εμφανίζει προς «κεντρώους» μία συγκεκριμένη κυβερνητική πολιτική, ενώ εκείνοι εμφανίζονται να γενικολογούν σε μεγάλο βαθμό.
Τα όσα ακολούθησαν το 2010 την ανακοίνωση της χρεοκοπίας από το «Καστελλόριζο» ανέτρεψαν τα πάντα σε χρόνο-ρεκόρ σε μια κοινωνία που σύρθηκε σε έναν βίαιο μετασχηματισμό της. Τα αστικά στρώματα βρέθηκαν σε μια δίνη που αλλοίωσε τα εισοδήματά τους και προκάλεσε στις τάξεις τους μια πρωτοφανή ανασφάλεια. Εκτοτε, με τα «μνημόνια» να έχουν διαμορφώσει στη χώρα έναν νέο κοινωνικό χάρτη, τα λόγια περί «κεντρώων» και «μεσαίων» έχουν χάσει το ειδικό βάρος τους και το ταξικό στίγμα του κάποτε κεντρώου χώρου είναι πλέον αχνό. Ειδικοί αναλυτές και αρθρογράφοι δημοσιογραφικών εντύπων συχνά επισημαίνουν τη ματαιότητα αναζήτησης από τα κόμματα μιας συγκεκριμένης «μεσαίας» τάξης, που θα τους έφερνε πολύτιμες εκλογικές ψήφους προσεχώς. Τέτοια τάξη, συμπαγής και ευδιάκριτη, δεν υφίσταται πλέον. Εχει σκορπίσει. Τα εκατομμύρια των πολιτών, ανάμεσά τους πλήθη «μεσαίων» που επλήγησαν από τα πυρά των «μνημονίων» και ακόμη δεν στέκουν στα πόδια τους, δεν ζητούν παρά τη διασφάλιση εργασίας και αξιοπρεπούς διαβίωσης, έτσι ώστε να μην πνίγονται στο πλέγμα των ανισοτήτων που έχει δημιουργήσει η «νέα εποχή».
Ο κόσμος αυτός δεν διατηρεί πολιτικούς συναισθηματικούς δεσμούς με κανένα κόμμα πλέον. Το αν κάποιοι κομματικοί παράγοντες θέλουν να τον ονομάζουν «κεντρώο» και «μεσαίο» ουδόλως ενδιαφέρει αυτούς που αγωνίζονται για μια αξιοπρεπή θέση στην ελληνική κοινωνία. Το πόσος είναι ο πλούτος τους και πώς δημιουργείται, αυτό έχει σημασία, αυτό ορίζει τα πράγματα. Ο δημόσιος λόγος των κομμάτων της «Κεντροδεξιάς», της «Κεντροαριστεράς» και της «Αριστεράς» προς τον ποικίλο αστικό κοινωνικό χώρο μπορεί να έχει κάποια σημασία μόνον αν θίγει την ουσία απολύτως συγκεκριμένων προβλημάτων, που εξακολουθούν να βασανίζουν τους πληγέντες από την ιστορικών διαστάσεων οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας. Οι τεχνικές των «διευρύνσεων» που επιχειρούν τα κόμματα με τον νου τους στις -όποτε- επόμενες εκλογές λειτουργούν εκτός κοινωνίας. Και παρακάμπτουν την πολύ δυσάρεστη πραγματικότητα, την οποία περιγράφουν τα επίσημα στατιστικά στοιχεία του κράτους για την αληθινή οικονομική και κοινωνική κατάσταση της υπερχρεωμένης χώρας μας. Από τα στοιχεία αυτά φαίνεται πόσο πολύ δύσκολο είναι να βρεις και να βάλεις «ετικέτες» σε μελλοντικούς ψηφοφόρους.
Φυσικό είναι να επιζητούν τα πολιτικά κόμματα τη διεύρυνση της εκλογικής βάσης τους, όμως σημασία έχει ο τρόπος που το επιχειρούν. Στερεότυπα περί «Κέντρου» και «μεσαίων», που συνοδεύονται με ανταγωνιστικές διεκδικήσεις φανταστικών κοινωνικών χώρων από τα κόμματα, μόνο σύγχυση προκαλούν στην πολιτική σκηνή. Ομως, το «κλίμα» που θα φέρει εκλογικά ποσοστά στα κόμματα θα προκύψει από το ποια προβλήματα θα έχει λύσει έως την ώρα εκείνη η μια παράταξη και ποια αξιοπιστία θα έχουν οι υποσχέσεις της άλλης για την επίλυση των υπολοίπων. Αυτό θα το κρίνουν εκατομμύρια συμπολίτες μας, ανάλογα με τη θέση τους στην κοινωνία, και όχι οι φανταστικοί «μεσαίοι» των κομματικών αναλυτών.
Τα όσα ακολούθησαν το 2010 την ανακοίνωση της χρεοκοπίας από το «Καστελλόριζο» ανέτρεψαν τα πάντα σε χρόνο-ρεκόρ σε μια κοινωνία που σύρθηκε σε έναν βίαιο μετασχηματισμό της. Τα αστικά στρώματα βρέθηκαν σε μια δίνη που αλλοίωσε τα εισοδήματά τους και προκάλεσε στις τάξεις τους μια πρωτοφανή ανασφάλεια. Εκτοτε, με τα «μνημόνια» να έχουν διαμορφώσει στη χώρα έναν νέο κοινωνικό χάρτη, τα λόγια περί «κεντρώων» και «μεσαίων» έχουν χάσει το ειδικό βάρος τους και το ταξικό στίγμα του κάποτε κεντρώου χώρου είναι πλέον αχνό. Ειδικοί αναλυτές και αρθρογράφοι δημοσιογραφικών εντύπων συχνά επισημαίνουν τη ματαιότητα αναζήτησης από τα κόμματα μιας συγκεκριμένης «μεσαίας» τάξης, που θα τους έφερνε πολύτιμες εκλογικές ψήφους προσεχώς. Τέτοια τάξη, συμπαγής και ευδιάκριτη, δεν υφίσταται πλέον. Εχει σκορπίσει. Τα εκατομμύρια των πολιτών, ανάμεσά τους πλήθη «μεσαίων» που επλήγησαν από τα πυρά των «μνημονίων» και ακόμη δεν στέκουν στα πόδια τους, δεν ζητούν παρά τη διασφάλιση εργασίας και αξιοπρεπούς διαβίωσης, έτσι ώστε να μην πνίγονται στο πλέγμα των ανισοτήτων που έχει δημιουργήσει η «νέα εποχή».
Τέτοια τάξη, συμπαγής και ευδιάκριτη, δεν υφίσταται πλέον. Εχει σκορπίσει. Το πόσος είναι ο πλούτος τους και πώς δημιουργείται, αυτό έχει σημασία, αυτό ορίζει τα πράγματα
Ο κόσμος αυτός δεν διατηρεί πολιτικούς συναισθηματικούς δεσμούς με κανένα κόμμα πλέον. Το αν κάποιοι κομματικοί παράγοντες θέλουν να τον ονομάζουν «κεντρώο» και «μεσαίο» ουδόλως ενδιαφέρει αυτούς που αγωνίζονται για μια αξιοπρεπή θέση στην ελληνική κοινωνία. Το πόσος είναι ο πλούτος τους και πώς δημιουργείται, αυτό έχει σημασία, αυτό ορίζει τα πράγματα. Ο δημόσιος λόγος των κομμάτων της «Κεντροδεξιάς», της «Κεντροαριστεράς» και της «Αριστεράς» προς τον ποικίλο αστικό κοινωνικό χώρο μπορεί να έχει κάποια σημασία μόνον αν θίγει την ουσία απολύτως συγκεκριμένων προβλημάτων, που εξακολουθούν να βασανίζουν τους πληγέντες από την ιστορικών διαστάσεων οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας. Οι τεχνικές των «διευρύνσεων» που επιχειρούν τα κόμματα με τον νου τους στις -όποτε- επόμενες εκλογές λειτουργούν εκτός κοινωνίας. Και παρακάμπτουν την πολύ δυσάρεστη πραγματικότητα, την οποία περιγράφουν τα επίσημα στατιστικά στοιχεία του κράτους για την αληθινή οικονομική και κοινωνική κατάσταση της υπερχρεωμένης χώρας μας. Από τα στοιχεία αυτά φαίνεται πόσο πολύ δύσκολο είναι να βρεις και να βάλεις «ετικέτες» σε μελλοντικούς ψηφοφόρους.
Φυσικό είναι να επιζητούν τα πολιτικά κόμματα τη διεύρυνση της εκλογικής βάσης τους, όμως σημασία έχει ο τρόπος που το επιχειρούν. Στερεότυπα περί «Κέντρου» και «μεσαίων», που συνοδεύονται με ανταγωνιστικές διεκδικήσεις φανταστικών κοινωνικών χώρων από τα κόμματα, μόνο σύγχυση προκαλούν στην πολιτική σκηνή. Ομως, το «κλίμα» που θα φέρει εκλογικά ποσοστά στα κόμματα θα προκύψει από το ποια προβλήματα θα έχει λύσει έως την ώρα εκείνη η μια παράταξη και ποια αξιοπιστία θα έχουν οι υποσχέσεις της άλλης για την επίλυση των υπολοίπων. Αυτό θα το κρίνουν εκατομμύρια συμπολίτες μας, ανάλογα με τη θέση τους στην κοινωνία, και όχι οι φανταστικοί «μεσαίοι» των κομματικών αναλυτών.