Οι δικοί μας πολιτικοί τρομάζουν τους Έλληνες
Αμφισβητείται η ικανότητα διαχείρισης μιας σύγκρουσης από την «περίεργη» κυβέρνησή μας.
Καθώς μειώνεται η απόσταση προς τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, που κατάφερε να προκαλέσει μια σοβαρή στρατηγική ήττα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, γεννάται σήμερα ένα ερώτημα: Είναι άραγε σε θέση το ελληνικό κράτος να προστατεύσει το έθνος που βρίσκεται εντός των συνόρων του;
Το ερώτημα τίθεται, δεδομένου ότι έχει ήδη προηγηθεί μια αλυσίδα εθνικών καταστροφών που οδήγησαν σε συρρίκνωση ή και αφανισμό τον ευρύτερο ελληνισμό, από το 1922 έως τις απώλειες στα Βαλκάνια και στη Μ. Ανατολή μεταπολεμικά και από εκεί στην εκδίωξη του ελληνισμού από την Κωνσταντινούπολη, το 1955, και από τη Βόρεια Κύπρο το 1974. Και διατυπώνεται το ερώτημα ειδικότερα τώρα, που η Ελλάδα δέχεται ισχυρότατες πιέσεις από την Τουρκία και διάχυτη είναι η ανησυχία στην ελληνική κοινωνία για εθνικές απώλειες, ενώ γίνεται μάλιστα λόγος εδώ κι εκεί ακόμα και για ενδεχόμενες απώλειες «εδαφικές».
Όμως, αυτό δεν συμβαίνει χωρίς αιτία. Η ελληνική κοινωνία αισθάνεται όντως ανασφαλής, όχι επειδή έχει τρομάξει από τις απειλές του «σουλτάνου» Ερντογάν, αλλά γιατί έχει κατατρομάξει από την άθλια εσωτερική πολιτική κατάσταση της χώρας, που καθιστά μία διχασμένη Ελλάδα ευάλωτη απέναντι σε εξωτερικούς κινδύνους και εν προκειμένω στην επιθετική Τουρκία. Αυτή η βαθιά ανησυχία συνδέεται φυσικά με την αίσθηση ότι η οξεία οικονομική κρίση της χώρας δεν φαίνεται να έχει τέλος και μαζί με τη σωστή κοινή εκτίμηση ότι μια οικονομία αδύναμη με ισχνή παραγωγική βάση δεν μπορεί να στηρίξει και αποτελεσματική άμυνα.
Καταντά αβάστακτη η διαπίστωση ότι στην εσωτερική σκηνή ΟΛΕΣ οι πολιτικές δυνάμεις που με διάφορους τρόπους ενίσχυσαν την οικονομική πολιτική του παρασιτικού καταναλωτισμού, που υπονόμευσε κάθε προσπάθεια για αναβάθμιση της εθνικής άμυνας, όχι μόνο δεν συνειδητοποιούν τη μεγάλη ζημιά που έχουν κάνει, αλλά επιπλέον καυγαδίζουν καθημερινά κατά ελεεινό τρόπο και διχάζουν τους Έλληνες.
Οι Έλληνες πολίτες, στη μεγάλη πλειοψηφία τους, δεν αμφιβάλλουν -και το δηλώνουν αυτό σε κάθε ευκαιρία- ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας, παρά τις περικοπές αναγκαίων πόρων, διαθέτουν ακόμη σημαντική αποτρεπτική δύναμη και ψυχικό σθένος για να δώσουν, όποτε χρειαστεί, απαντήσεις στους Τούρκους εθνικιστές, ισλαμιστές και κεμαλιστές.
Αλλά, αυτό που αμφισβητείται δικαίως είναι η ικανότητα διαχείρισης μίας σύγκρουσης στο Αιγαίο ή αλλού από την «περίεργη» αυτή κυβέρνηση του κ. Τσίπρα και από την αντιπολίτευση, μείζονα και ελάσσονα, που κι αυτή, δυστυχώς, δεν φαίνεται ικανή να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, την ώρα που ο «μαινόμενος Ερντογάν» απειλεί και υβρίζει με πολιτική χυδαιότητα την Ελλάδα.
Ομοίως αμφισβητούν οι πολίτες το κατά πόσον έχουν αντιληφθεί οι πολιτικοί γίγαντες της χώρας τον τεράστιο κίνδυνο που συνιστά για τη χώρα η κατάσταση πραγμάτων στην ελληνική Θράκη, όπου η Τουρκία «οργιάζει» ανεμπόδιστα, με την Αθήνα να την παρακολουθεί υπνωτισμένη, ψελλίζοντας διάφορες ασυναρτησίες. Βεβαίως, και σ' αυτή την υπόθεση είναι απόλυτα συνδεμένα μεταξύ τους τα πολιτικά και τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας.
Εκεί στη Θράκη έχει κάνει «θαύματα» μετά το 1974 το «εθνικό κέντρο», η Αθήνα, με απίθανες «πολιτικές». Οι κυβερνήσεις μας πάντρεψαν αρμονικά τη ραθυμία με την ανοησία, προσφέροντας στην Άγκυρα μία εξαιρετική ευκαιρία για εντατικές ασκήσεις «εθνικής» πολιτικής εντός ελληνικού εδάφους. Δεν είναι, λοιπόν, περίεργο ότι σήμερα η ελληνική κοινωνία αισθάνεται τόσο μεγάλη ανασφάλεια, βλέποντας την ελληνική ηγεσία να τραυλίζει απέναντι στην Άγκυρα, που όχι μόνο την απειλεί, αλλά της βγάζει και τη γλώσσα.