Η ανασφαλής πρωτεύουσα μιας κοινωνίας που «βράζει»
Η κυβέρνηση της αριστεράς δίνει την εντύπωση ότι προστατεύει διά της αδρανείας της τους «γνωστούς αγνώστους».
Η γενικότερη κατάσταση της χώρας είναι τέτοια σήμερα ώστε να μην είναι πλέον ξεχωριστών κυβερνητικών αρμοδιοτήτων διαχείρισης οι υποθέσεις της οικονομίας, των κοινωνικών προβλημάτων, της εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξης. Η Ελλάδα εδώ και περίπου μία δεκαετία δοκιμάζεται σκληρά σε όλα τα πεδία που συγκροτούν την οντότητα του εθνικού κράτους. Εξαιτίας αυτού, όλα τα προβλήματα των εν λόγω τομέων συναντώνται σε ένα σημείο, όπου ορίζονται ο γενικός βαθμός ισχύος της χώρας στο διεθνές περιβάλλον της και η θέση της στα πεδία των αγώνων που διεξάγονται για νέες κατανομές σε περιοχές με μεγάλα στρατηγικά ενδιαφέροντα.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι μείζονος σημασίας και η εικόνα που παρουσιάζει η πρωτεύουσα της χώρας στον τομέα της δημόσιας τάξης. Όταν οι ελληνικές κυβερνήσεις, σε περίοδο οξείας οικονομικής κρίσης προσπαθούν αγωνιωδώς να δημιουργήσουν ένα «κλίμα» ευνοϊκό για ξένες επενδύσεις και γενικότερα συνθήκες επανεκκίνησης της πραγματικής οικονομίας, τότε δεν είναι δυνατόν να είναι η Αθήνα μια πρωτεύουσα ανασφαλής, στο έλεος ληστών και κουκουλοφόρων κακοποιών, που κινούνται σχεδόν ανενόχλητοι έως και στο κέντρο της πόλης. Η επιεικώς απαράδεκτη αυτή κατάσταση συνιστά στοιχείο ασφαλώς αποτρεπτικό για την ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων, πλήττει την αγορά, αλλά πάνω απ' όλα ταλαιπωρεί και απογοητεύει εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκων της Αθήνας.
Οι «καταλήψεις», οι πυρκαγιές, οι λεηλασίες και οι «καταδρομικές» επιχειρήσεις ομάδων που ασκούνται στη διεξαγωγή ιδιότυπων οδομαχιών με την αστυνομία μόνο σε εικόνα σύγχρονης ευρωπαϊκής πρωτεύουσας κράτους-μέλους της Ε.Ε. δεν αντιστοιχούν. Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα δεν έχει ακόμα καταφέρει να δώσει λογικές απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα που προβάλλονται μέσα από αυτή την κατάσταση, από την οποία αναδύεται βεβαίως και η πρωτοφανής ανεπάρκεια ενός υπουργού.
Δεν εμφανίστηκε για πρώτη φορά επί των ημερών της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ το ζήτημα των «γνωστών άγνωστων» ταραχοποιών, που τροφοδοτούσαν υποψίες για σχέσεις τους με παρακρατικά κυκλώματα. Πολλά ανοιχτά ερωτήματα και υποψίες για πολλά και κακά πράγματα άφησαν και προηγούμενες κυβερνήσεις.
Αλλά, την τελευταία τριετία, τα πράγματα σαφώς χειροτέρεψαν: οι δράσεις των «αγνώστων» πύκνωσαν εντυπωσιακά, έχει διαπιστωθεί συμμετοχή ξένων στις τάξεις τους και η κυβέρνηση της αριστεράς δίνει ξεκάθαρα την εντύπωση ότι τους «προστατεύει» διά της αδρανείας της, με αποτέλεσμα να διαθέτουν αυτοί «σταθμούς εξορμήσεών» τους σε κεντρικά σημεία της πρωτεύουσας, ακόμα και μέσα σε πανεπιστημιακούς χώρους, με αποκορύφωμα την περίπτωση του ΕΜΠ. Το πρόβλημα μεγεθύνεται επειδή οι αντιεξουσιαστές «καταδρομείς» δραστηριοποιούνται σε μια περίοδο βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, η οποία δημιουργεί με τον καιρό διάφορα ρεύματα άτακτης «ριζοσπαστικοποίησης» σε κύκλους άνεργων νέων.
Σε μια καταχρεωμένη χώρα, ελεγχόμενη πλέον από τους ξένους δανειστές της, με 27,5% ανεργία, ραγδαία αύξηση της μερικής απασχόλησης και φτωχοποιημένο το 30% του πληθυσμού (στοιχεία της ΓΣΕΕ), εύκολα κατανοεί κανείς το πού μπορεί να οδηγήσει και η υπόθεση των κουκουλοφόρων, που διαρκώς αυξάνουν την «επιχειρησιακή» δύναμή τους. Και ας μη λησμονείται ότι, πέρα από αυτά, υπάρχουν ήδη διαπιστωμένες διασυνδέσεις κύκλων «σκληρών» ένοπλων αντιεξουσιαστών με κυκλώματα ποινικών ενός υποκόσμου που διαθέτει «ηγέτες» και σε ελληνικές φυλακές.
Δυστυχώς, το «όλον» πολιτικό σύστημα δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται τον μεγάλο κίνδυνο. Όλα, λοιπόν, εξελίσσονται με τον κοινωνικό ιστό της χώρας γεμάτο τρύπες και σε μια περίοδο γενικότερης εθνικής ανασφάλειας, που μειώνει τις δυνάμεις αντίστασης των πολιτών στις ισχυρές πιέσεις που δέχονται στον καθημερινό βίο τους. Και το χειρότερο είναι πως από πηγές «αρμόδιων» κρατικών λειτουργών διοχετεύεται η πληροφορία ότι οι πιο «σκληροί» «γνωστοί άγνωστοι επαναστάτες» μάλλον ετοιμάζονται για τα... χειρότερα.