Το καταφέραμε κι αυτό: Να μη διαθέτει υπουργό Εξωτερικών η Ελλάδα σήμερα! Διότι, βεβαίως, δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτό ότι είναι στ’ αλήθεια τέτοιος υπουργός ο κ. Τσίπρας, που δήλωσε ότι αναλαμβάνει το υπουργείο Εξωτερικών προσωπικά μετά την απομάκρυνση του κ. Νίκου Κοτζιά από την κυβέρνηση. Καμία εξήγηση δεν δόθηκε, ως γνωστόν, από το Μέγαρο Μαξίμου γι’ αυτή την «πρωτοτυπία», που εμφάνισε τον πρωθυπουργό της Ελλάδας να μη διαθέτει ούτε ένα πρόσωπο ικανό να αναλάβει καθήκοντα πολιτικού προϊσταμένου της ελληνικής διπλωματίας! Κι αυτό συνέβη σε μια περίοδο κατά την οποίαν η χώρα μας αντιμετωπίζει μείζονος σημασίας «ανοικτές» υποθέσεις εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας, με σκοτεινό το γεωπολιτικό περιβάλλον της από τα Βαλκάνια έως και την Ανατολική Μεσόγειο.

Υποτίθεται, λοιπόν, ότι ο κ. Αλέξης Τσίπρας, εφοδιασμένος με τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες, πρόκειται να διοικήσει το υπουργείο και να διαχειριστεί με διπλωματική επάρκεια μια σειρά από σημαντικές εξωτερικές υποθέσεις. Ηδη, ο πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών έχει να αντιμετωπίσει όχι μόνο ακανθώδη και διαρκώς εξελισσόμενα ζητήματα, όπως αυτά που αφορούν τις σχέσεις της Αθήνας με τα Τίρανα, τα Σκόπια και την Αγκυρα, αλλά έχει ενώπιόν του και ένα «βαρύ» πρόγραμμα για τον επόμενο μήνα.

Ο κ. Τσίπρας θα μεταβεί στη Μόσχα στις 7 Δεκεμβρίου για συνομιλίες με τον πρόεδρο Πούτιν, στις 13 του μήνα θα πρέπει να είναι στις Βρυξέλλες για τη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ενώ την ίδια ημέρα θα έπρεπε να παραστεί ως υπουργός Εξωτερικών στην έναρξη του Στρατηγικού διαλόγου Ελλάδας-ΗΠΑ, που συγκαλεί στην Ουάσινγκτον ο Αμερικανός ομόλογός του, υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο. Επιπλέον, προετοιμάζεται επίσημη επίσκεψη του κ. Τσίπρα στην Αγκυρα, με πρόσκληση του κ. Ερντογάν, που θα γίνει στο διάστημα μεταξύ 10 και 15 Δεκεμβρίου. Ολα τούτα με τον κ. Τσίπρα σε διπλό ρόλο.

Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται για κάποιο «λάθος», για μια πολιτική επιπολαιότητα, αλλά για κάτι πιο μεγάλο. Οι κινήσεις του πρωθυπουργού δείχνουν ότι, επειδή προτίθεται να προχωρήσει σε ορισμένες «αναθεωρήσεις» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, θέλει να είναι μόνος αυτός ο σχεδιαστής και διαχειριστής κάποιων διπλωματικών «ελιγμών» και πολιτικών αποφάσεων σε απευθείας σύνδεση με Ουάσινγκτον και Βρυξέλλες.

Ετσι, δεν εμπιστεύεται σήμερα κανέναν για «κατάλληλο» διάδοχο του κ. Κοτζιά - τον οποίον, έτσι κι αλλιώς, καθόλου δεν τον «πήγαινε» τους τελευταίους μήνες. Ο κ. Αλέξης Τσίπρας θα τα πάρει, λοιπόν, όλα «επάνω του» και συμβουλάτορα υπουργό Εξωτερικών δεν χρειάζεται επί του παρόντος. Είναι, άλλωστε, πολλά πλέον τα «μυστικά» της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - κάποια από αυτά τα γνωρίζει καλά ο προσφάτως αποπεμφθείς υπουργός, κάποια άλλα μάλλον όχι.

Ομως, το δεκεμβριανό πρόγραμμα διεθνών επαφών του κ. Τσίπρα έχει να κάνει με σημαντικές εξωτερικές υποθέσεις και ζητήματα εθνικής ασφάλειας, που δεν αποτελούν, βεβαίως, «ιδιοκτησία» του πρωθυπουργού. Για τον λόγο αυτόν, θα όφειλε η αξιωματική αντιπολίτευση να ζητήσει οπωσδήποτε από τον κ. Τσίπρα μια πλήρη και ουσιαστική ενημέρωση σχετικώς με τους στόχους της εξωτερικής πολιτικής του, πέρα από τις άγονες «πανηγυρικές» συζητήσεις πολιτικών αρχηγών που γίνονται στη Βουλή.

Δεν μπορεί να εμφανιστεί, ασφαλώς, από την κυβέρνηση σαν μια υπόθεση «ρουτίνας» για γενικώς «καλές» διμερείς σχέσεις η συνάντηση που θα έχει στη Μόσχα ο Ελληνας πρωθυπουργός με τον πρόεδρο Πούτιν. Ειδικότερα, δε, η απόφαση του πρωθυπουργού να μεταβεί στην Αγκυρα τέτοια εποχή, στο κλίμα που διαμορφώνει ο μεγαλομανής Ταγίπ Ερντογάν, απειλώντας και υβρίζοντας την Ελλάδα, δεν μπορεί να αποτελεί θέμα «μυστικής διπλωματίας» προσφερόμενο για «αιφνιδιασμούς» της αντιπολίτευσης και για «επικοινωνιακά» τεχνάσματα. Η δημοκρατική αντιπολίτευση πρέπει να έχει γνώση του στόχου των συνομιλιών Τσίπρα - Ερντογάν. Αρκετά με τους «ψιθύρους»