Η δημιουργία μιας «κακής τράπεζας» στην οποία θα συγκεντρωθούν τα προβληματικά δάνεια των ελληνικών τραπεζών, έχει συζητηθεί επανειλημμένα στο παρελθόν, ως λύση για την εξυγίανση του εγχώριου τραπεζικού κλάδου. Σήμερα, η λύση αυτή φαίνεται να είναι επιβεβλημένη, με βάση τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας και τη συνεχιζόμενη αδυναμία του τραπεζικού συστήματος να ανταποκριθεί σε αυτές.


Η συσσώρευση μη εξυπηρετούμενων δανείων, είναι ένας από τους κυριότερους παράγοντες που εμποδίζουν την αποκατάσταση της κανονικής λειτουργίας των τραπεζών, κρατώντας καθηλωμένα σημαντικά και πολύτιμα για την ανάπτυξη κεφάλαια. Οι τράπεζες έχουν ουσιαστικά αναλάβει το ρόλο του διαχειριστή προβληματικών δανείων, αντί να εστιάζουν στο πραγματικό τους αντικείμενο, που είναι η χορήγηση δανείων και η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι το 2017 η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα παρέμεινε σε πτωτική τροχιά, αν και με μειούμενο ρυθμό, ενώ η τάση αυτή αναμένεται να διατηρηθεί και τη φετινή χρονιά, τουλάχιστον κατά το πρώτο εξάμηνο.

Παρά την εντατικοποίηση των προσπαθειών εκ μέρους των τραπεζών, στο πλαίσιο και των στόχων που έχουν συμφωνηθεί με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το πρόβλημα παραμένει. Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στις ελληνικές τράπεζες βρίσκεται σήμερα στο 44,6% και – βάσει στόχων – αναμένεται να φθάσει στο 35,2% στο τέλος του 2019.

Ακόμη όμως και με αυτή τη μείωση, ο δείκτης θα παραμείνει σχεδόν επτά φορές υψηλότερος σε σχέση με τον ευρωπαϊκό όρο, που κινείται στα επίπεδα του 4,6%. Αρκεί να επισημανθεί ότι από τα επιχειρηματικά δάνεια, τα οποία αποτελούν το 60,2% της χρηματοδότησης των ελληνικών εμπορικών τραπεζών, το 43,6% αντιστοιχεί σε δάνεια που δεν εξυπηρετούνται. Το πρόβλημα είναι εντονότερο στην κατηγορία των πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες σε ποσοστό 66,5% αδυνατούν να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις, καθώς και στους κλάδους του εμπορίου και της εστίασης.

Όσο οι τράπεζες εξακολουθούν να σηκώνουν αυτό το βάρος, η αβεβαιότητα για την κεφαλαιακή τους ισχύ θα διατηρείται, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η πρόσβαση στις αγορές και η επιστροφή της εμπιστοσύνης επενδυτών και καταθετών. Η δημιουργία bad bank, με κρατικά ή/και ιδιωτικά κεφάλαια, για τα προβληματικά επιχειρηματικά δάνεια, μπορεί να δώσει τη λύση στο γόρδιο δεσμό. Λειτουργώντας ως εταιρία διαχείρισης, στην οποία ο δανειολήπτης θα παραμένει υποχρεωμένος για την αποπληρωμή της οφειλής του, η «κακή τράπεζα» θα απελευθερώσει τις τράπεζες από ένα τεράστιο βάρος. Θα τους επιτρέψει να αναζητήσουν και να αντλήσουν νέα, αμιγώς τραπεζικά κεφάλαια, με τα οποία θα στηρίξουν νέες παραγωγικές επενδύσεις και επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.

Η σύσταση bad bank είναι, επομένως, μια κίνηση η οποία θα επιταχύνει την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα, θα έχει άμεση θετική επίπτωση στην αγορά και θα ενισχύσει την πορεία ανάκαμψης και επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας. Είναι καιρός να μπει ξανά στην ατζέντα, να διαμορφωθούν κατάλληλες προδιαγραφές και να ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις.