Ο Πολ Τόμσεν από το 2010 και η Ντέλια Βελκουλέσκου από τα μέσα του 2015 και μετά πρέπει να έχουν πάρει με κακό... μάτι τους κατά περιόδους Ελληνες υπουργούς Οικονομικών. Ή να έχουν κάποιο προσωπικό πρόβλημα μαζί τους. Δεν εξηγείται διαφορετικό το γεγονός ότι οι σχέσεις μεταξύ Αθήνας και ΔΝΤ παραπέμπουν στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.

Και δεν είναι τυχαίο ότι το Μέγαρο Μαξίμου, ανεξάρτητα από... τον ένοικό του, «σημαδεύει» τα στελέχη του Ταμείου ως τους κακούς των δανειστών. Αλλωστε, η πολεμική της σημερινής κυβέρνησης κατά του ΔΝΤ δεν διαφέρει από την αντίστοιχη πολεμική επί πρωθυπουργίας Σαμαρά το φθινόπωρο του 2014.

Λες και μόνο για την Ελλάδα πρότειναν και προτείνουν «σκληρά» μέτρα. Λες και στο Δουβλίνο, στη Λισαβόνα και στη Λευκωσία πήγαιναν να δουν τα αξιοθέατα και όχι να διαπραγματευτούν μνημονιακές υποχρεώσεις. Και εκεί, κρίνοντας από το αποτέλεσμα, οι διαπραγματεύσεις ολοκληρώθηκαν. Γιατί στη περίπτωση της Ελλάδας θα ζήσουμε πολλές ακόμα μακρόσυρτες αξιολογήσεις.

Είναι, δε, χαρακτηριστικό πως από τον Μάιο του 2010, οπότε ψηφίστηκε το πρώτο μνημόνιο, έως και σήμερα θα έπρεπε να διεξαχθούν 24 αξιολογήσεις. Αντ’ αυτού, έχουν πραγματοποιηθεί μόλις 10. Δηλαδή διαρκούν κατά μέσο όρο οκτώ μήνες καθεμία, αντί για τρεις που είχε προσδιοριστεί εξ αρχής. Επί της ουσίας, στην παρούσα φάση τρία είναι τα βασικά «θέλω» του Ταμείου.

Το πρώτο έχει να κάνει με το χρέος και την ουσιαστική ελάφρυνσή του. Το ΔΝΤ ζητά μεγάλη επιμήκυνση λήξεων, χαμηλά επιτόκια για 30 χρόνια και «πάγωμα» της πληρωμής τόκων έως το 2040.

Στο πεδίο της φορολογίας προτείνει αλλαγές με ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα, καθώς κρίνει εφικτό τον στόχο για πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ. Ζητά κατάργηση φοροαπαλλαγών και συρρίκνωση του αφορολογήτου (καθώς το 53% των μισθωτών και το 85% των αγροτών δεν πληρώνει φόρο) και προτείνει μείωση της φορολογίας εισοδήματος για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις αλλά και του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ.

Στο ασφαλιστικό ζητά περικοπές στις κύριες συντάξεις, όχι για λόγους αύξησης των πλεονασμάτων, όπως τονίζεται στην έκθεση του ΔΝΤ, αλλά για την καλύτερη στόχευση των κοινωνικών επιδομάτων και την εδραίωση συνθηκών κοινωνικού κράτους.

Τις προτάσεις αυτές έχει υποβάλει και δημοσιοποιήσει από τον περασμένο Σεπτέμβριο και να δείτε που, παρά την όποια «πολεμική» από την Αθήνα, αργά ή γρήγορα, θα γίνουν αποδεκτές.