H εποχή Τραµπ βάζει την Ευρώπη σε κρίση
Άρθρο γνώμης
Αναδιατάσσει ήδη τον προϋπολογισμό και κατευθύνει αρκετά επιπλέον δισ. για την Άμυνα, μεταφέροντας κονδύλια από άλλους τομείς, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης
Η καθολική εκλογική και πολιτική επικράτηση του Ντόναλντ Τραµπ στις ΗΠΑ ήταν αναµενόµενο ότι θα προκαλέσει αναταράξεις και ανατροπές σε πάρα πολλά πεδία. Και γεωγραφικά, από την Ευρώπη µέχρι τη Μέση Ανατολή και την Ασία, επηρεάζοντας εταίρους, συµµάχους και αντιπάλους, και θεµατικά, εξαναγκάζοντας σε αλλαγές πολιτικών.
Ο µεγάλος αµήχανος είναι η Ευρώπη, αλλά η ταραχή της είναι υποκριτική και εν πολλοίς αδικαιολόγητο δράµα. ∆ιότι έβλεπε τον Τραµπ να έρχεται. Μπορεί να επιθυµούσε άλλη εκλογική έκβαση, ωστόσο από κάποια στιγµή και µετά γνώριζε ότι οι πιθανότητες να υλοποιηθούν οι προσδοκίες της δεν ήταν µε το µέρος της. Τώρα τρέχει να προετοιµαστεί για τη διαχείριση των επερχοµένων. Το ένα είναι η οικονοµική-εµπορική σχέση µε τις ΗΠΑ. Η προαναγγελία του Τραµπ για δασµούς και στους Ευρωπαίους δεν είναι ακόµη σαφές εάν και σε ποιον βαθµό θα εφαρµοστεί. Το ύψος και το εύρος τους θα εξαρτηθούν από τη διαπραγµάτευση που θα προηγηθεί. Ωστόσο, σε µια Ευρώπη η οποία πλέον είναι καταπονηµένη οικονοµικά και µε διαρκή απώλεια του ανταγωνιστικού πλεονεκτήµατος, ό,τι δασµοί και να επιβληθούν θα επιδεινώσουν δυσανάλογα την κατάσταση.
Αυτός ο οποίος βρίσκεται σε δυσµενέστερη θέση συγκριτικά µε άλλους στην Ε.Ε. είναι η Γερµανία. Σε πρώτη φάση απώλεσε το φτηνό ρωσικό αέριο, που ήταν η κινητήριος δύναµη της οικονοµίας της, όταν οι Αµερικανοί τής τράβηξαν την ενεργειακή πρίζα. Εκτοτε δεν συνήλθε οικονοµικά και σταδιακά περιήλθε σε ύφεση και εν τέλει σε πολιτική κρίση. Τώρα κινδυνεύει επί Τραµπ να της τραβήξουν οι ΗΠΑ ακόµα µία πρίζα: αυτή των εµπορικών σχέσεων µε την Κίνα. Η νέα αµερικανική διοίκηση έρχεται µε πιο άγριες διαθέσεις έναντι των Κινέζων. Προαναγγέλλει όχι µόνο δασµούς, αλλά συνολικό εµπορικό πόλεµο και προειδοποιεί τους Ευρωπαίους να µειώσουν την οικονοµική και εµπορική έκθεσή τους µε το Πεκίνο. Για τη Γερµανία, δεδοµένου του όγκου των εµπορικών συναλλαγών µε την Κίνα, αυτό θα είναι δεύτερος θάνατος. Ετερο θέµα το οποίο προκαλεί vertigo στους Ευρωπαίους είναι η απαίτηση του Τραµπ να αναλάβουν µεγαλύτερο µερίδιο της ασφάλειας της ηπείρου, αυξάνοντας τις αµυντικές δαπάνες και τις στρατιωτικές δυνατότητές τους. Κάτι για το οποίο έχει δίκιο και ουδείς µπορεί να αντιτείνει οποιοδήποτε επιχείρηµα. Το πρόβληµα είναι ότι η επιβάρυνση αυτή έρχεται σε µια περίοδο οικονοµικής κακουχίας. Ωστόσο, θα πρέπει να υλοποιηθεί, καθώς ούτε οι Αµερικανοί θα είναι ελαστικοί µε αυτό ούτε η πραγµατικότητα αφήνει περιθώρια αναβολής. Η Ευρώπη βρίσκεται αντιµέτωπη µε πραγµατική απειλή ασφαλείας από τη Ρωσία, ακόµα κι αν προσωρινά παγώσει η σύγκρουση στην Ουκρανία. Μάλιστα, το 2% του ΑΕΠ, που είναι το ελάχιστο όριο δαπανών για την Άµυνα στα µέλη του ΝΑΤΟ, είναι πλέον το καλό σενάριο, αλλά και χλοµό. Ο Τραµπ πιέζει για 3% τουλάχιστον και βλέπουµε. Λίγοι ευρωπαϊκοί προϋπολογισµοί µπορούν να το αντέξουν αυτό.
Η Ε.Ε., ωστόσο, κεντρικά, αναδιατάσσει ήδη τον προϋπολογισµό και κατευθύνει αρκετά επιπλέον δισεκατοµµύρια για την Αµυνα, µεταφέροντας κονδύλια από άλλους τοµείς, όπως το Ταµείο Ανάκαµψης. Αυτό σηµαίνει λιγότερα χρήµατα για ανάπτυξη και κοινωνική πολιτική, που µε τη σειρά του µεταφράζεται σε αύξηση των κοινωνικών εντάσεων και µεγαλύτερη πολιτική πίεση στις κυβερνήσεις. Ούτως ή άλλως, πολλές από τις ευρωπαϊκές ηγεσίες δεν αισθάνονται καλά τελευταία. Οι δύο ηγέτιδες χώρες της Ε.Ε., η Γερµανία και η Γαλλία, βρίσκονται ταυτόχρονα σε οικονοµική και πολιτική περιδίνηση.
Το εύρος της εκλογικής επικράτησης του Ντόναλντ Τραµπ στέλνει µηνύµατα πολιτικής ευθυγράµµισης στην από δω πλευρά του Ατλαντικού. Κυβερνήσεις οι οποίες βρίσκονται σε αναντιστοιχία µε το νέο κλίµα θα κλονίζονται όλο και περισσότερο. Και θα υφίστανται διπλή πίεση. Εσωτερική πολιτική, λόγω της οικονοµικής επιδείνωσης, και εξωτερική υπερατλαντική, για να συντονιστούν µε το καινούργιο πλαίσιο.
Τα επερχόµενα γεγονότα θα διαµορφώσουν µία από τις πιο κρίσιµες συγκυρίες για την Ευρώπη ως σύνολο, αλλά και για το κάθε κράτος ξεχωριστά, αναλόγως των ειδικότερων προκλήσεων που έχει να αντιµετωπίσει. Για κανέναν δεν θα είναι εύκολο αυτό που έρχεται.
*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή» στις 23/11/2024
Ο µεγάλος αµήχανος είναι η Ευρώπη, αλλά η ταραχή της είναι υποκριτική και εν πολλοίς αδικαιολόγητο δράµα. ∆ιότι έβλεπε τον Τραµπ να έρχεται. Μπορεί να επιθυµούσε άλλη εκλογική έκβαση, ωστόσο από κάποια στιγµή και µετά γνώριζε ότι οι πιθανότητες να υλοποιηθούν οι προσδοκίες της δεν ήταν µε το µέρος της. Τώρα τρέχει να προετοιµαστεί για τη διαχείριση των επερχοµένων. Το ένα είναι η οικονοµική-εµπορική σχέση µε τις ΗΠΑ. Η προαναγγελία του Τραµπ για δασµούς και στους Ευρωπαίους δεν είναι ακόµη σαφές εάν και σε ποιον βαθµό θα εφαρµοστεί. Το ύψος και το εύρος τους θα εξαρτηθούν από τη διαπραγµάτευση που θα προηγηθεί. Ωστόσο, σε µια Ευρώπη η οποία πλέον είναι καταπονηµένη οικονοµικά και µε διαρκή απώλεια του ανταγωνιστικού πλεονεκτήµατος, ό,τι δασµοί και να επιβληθούν θα επιδεινώσουν δυσανάλογα την κατάσταση.
Αυτός ο οποίος βρίσκεται σε δυσµενέστερη θέση συγκριτικά µε άλλους στην Ε.Ε. είναι η Γερµανία. Σε πρώτη φάση απώλεσε το φτηνό ρωσικό αέριο, που ήταν η κινητήριος δύναµη της οικονοµίας της, όταν οι Αµερικανοί τής τράβηξαν την ενεργειακή πρίζα. Εκτοτε δεν συνήλθε οικονοµικά και σταδιακά περιήλθε σε ύφεση και εν τέλει σε πολιτική κρίση. Τώρα κινδυνεύει επί Τραµπ να της τραβήξουν οι ΗΠΑ ακόµα µία πρίζα: αυτή των εµπορικών σχέσεων µε την Κίνα. Η νέα αµερικανική διοίκηση έρχεται µε πιο άγριες διαθέσεις έναντι των Κινέζων. Προαναγγέλλει όχι µόνο δασµούς, αλλά συνολικό εµπορικό πόλεµο και προειδοποιεί τους Ευρωπαίους να µειώσουν την οικονοµική και εµπορική έκθεσή τους µε το Πεκίνο. Για τη Γερµανία, δεδοµένου του όγκου των εµπορικών συναλλαγών µε την Κίνα, αυτό θα είναι δεύτερος θάνατος. Ετερο θέµα το οποίο προκαλεί vertigo στους Ευρωπαίους είναι η απαίτηση του Τραµπ να αναλάβουν µεγαλύτερο µερίδιο της ασφάλειας της ηπείρου, αυξάνοντας τις αµυντικές δαπάνες και τις στρατιωτικές δυνατότητές τους. Κάτι για το οποίο έχει δίκιο και ουδείς µπορεί να αντιτείνει οποιοδήποτε επιχείρηµα. Το πρόβληµα είναι ότι η επιβάρυνση αυτή έρχεται σε µια περίοδο οικονοµικής κακουχίας. Ωστόσο, θα πρέπει να υλοποιηθεί, καθώς ούτε οι Αµερικανοί θα είναι ελαστικοί µε αυτό ούτε η πραγµατικότητα αφήνει περιθώρια αναβολής. Η Ευρώπη βρίσκεται αντιµέτωπη µε πραγµατική απειλή ασφαλείας από τη Ρωσία, ακόµα κι αν προσωρινά παγώσει η σύγκρουση στην Ουκρανία. Μάλιστα, το 2% του ΑΕΠ, που είναι το ελάχιστο όριο δαπανών για την Άµυνα στα µέλη του ΝΑΤΟ, είναι πλέον το καλό σενάριο, αλλά και χλοµό. Ο Τραµπ πιέζει για 3% τουλάχιστον και βλέπουµε. Λίγοι ευρωπαϊκοί προϋπολογισµοί µπορούν να το αντέξουν αυτό.
Η Ε.Ε., ωστόσο, κεντρικά, αναδιατάσσει ήδη τον προϋπολογισµό και κατευθύνει αρκετά επιπλέον δισεκατοµµύρια για την Αµυνα, µεταφέροντας κονδύλια από άλλους τοµείς, όπως το Ταµείο Ανάκαµψης. Αυτό σηµαίνει λιγότερα χρήµατα για ανάπτυξη και κοινωνική πολιτική, που µε τη σειρά του µεταφράζεται σε αύξηση των κοινωνικών εντάσεων και µεγαλύτερη πολιτική πίεση στις κυβερνήσεις. Ούτως ή άλλως, πολλές από τις ευρωπαϊκές ηγεσίες δεν αισθάνονται καλά τελευταία. Οι δύο ηγέτιδες χώρες της Ε.Ε., η Γερµανία και η Γαλλία, βρίσκονται ταυτόχρονα σε οικονοµική και πολιτική περιδίνηση.
Το εύρος της εκλογικής επικράτησης του Ντόναλντ Τραµπ στέλνει µηνύµατα πολιτικής ευθυγράµµισης στην από δω πλευρά του Ατλαντικού. Κυβερνήσεις οι οποίες βρίσκονται σε αναντιστοιχία µε το νέο κλίµα θα κλονίζονται όλο και περισσότερο. Και θα υφίστανται διπλή πίεση. Εσωτερική πολιτική, λόγω της οικονοµικής επιδείνωσης, και εξωτερική υπερατλαντική, για να συντονιστούν µε το καινούργιο πλαίσιο.
Τα επερχόµενα γεγονότα θα διαµορφώσουν µία από τις πιο κρίσιµες συγκυρίες για την Ευρώπη ως σύνολο, αλλά και για το κάθε κράτος ξεχωριστά, αναλόγως των ειδικότερων προκλήσεων που έχει να αντιµετωπίσει. Για κανέναν δεν θα είναι εύκολο αυτό που έρχεται.
*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή» στις 23/11/2024