H απειλή άλλαξε και δεν έχουµε µόνο τον τουρκικό στρατό απέναντί µας
Άρθρο γνώμης
Η γείτων καταφέρνει να υλοποιεί την επεκτατική και αναθεωρητική της ατζέντα έχοντας αναγάγει τη χρήση proxies σε κατ’ εξοχήν πολεμική τακτική και εργαλείο
Τα ραγδαία γεγονότα στη Συρία έρχονται να προστεθούν στα όσα καταιγιστικά έχουν προηγηθεί και να συµπληρώσουν την εξαγωγή συµπερασµάτων σε γεωπολιτικό, στρατιωτικό, επιχειρησιακό και διπλωµατικό πεδίο, για όποιον θέλει να δει και να τα αξιοποιήσει. Κυρίως για χώρες όπως η δική µας, η οποία αντιµετωπίζει ενεργό απειλή και µάλιστα από έναν παίκτη ο οποίος διαδραµατίζει κοµβικό ρόλο στα όσα εκτυλίσσονται στη συριακή επικράτεια.
Η Τουρκία είναι άµεσα εµπλεκόµενη στην οργάνωση, εκπαίδευση, επιµελητεία, εξοπλισµό, σχεδιασµό και καθοδήγηση των δύο βασικών οµάδων που επιχειρούν στη Συρία και ελέγχουν ήδη πολύ µεγάλο µέρος της. Αµεσα και απολύτως ο λεγόµενος «Απελευθερωτικός Στρατός της Συρίας» και σε σηµαντικό βαθµό η «Hayat Tahrir al Asram» («HTS») λειτουργούν ως proxies της Τουρκίας, η οποία σε τακτικό επίπεδο φαίνεται να επιτυγχάνει τους στόχους της προς το παρόν. Βασικός σκοπός είναι η αποτροπή των διαδικασιών δηµιουργίας κουρδικού κράτους µε πρόπλασµα τους Κούρδους της Συρίας και του Ιράκ και η προσάρτηση µέρους των συριακών εδαφών.
Η γείτων τα τελευταία χρόνια λειτουργεί κατ’ εξοχήν µε την εργαλειοποίηση διαφόρων οµάδων, µισθοφορικών, ισλαµικών και άλλων για την προώθηση των επιδιώξεών της. Το έκανε στη Λιβύη, το έκανε στον Καύκασο κατά της Αρµενίας στη σύγκρουση µε το Αζερµπαϊτζάν, το κάνει τώρα στη Συρία. Καταφέρνει έτσι να υλοποιεί την επεκτατική και αναθεωρητική της ατζέντα, έχοντας αναγάγει τη χρήση proxies σε κατ’ εξοχήν πολεµική τακτική και εργαλείο. Μία γεύση πήραµε κι εµείς στα γεγονότα του ’20 στον Εβρο, όταν εργαλειοποίησε ορδές λαθροµεταναστών και τους εξαπέστειλε για να αποπειραθούν εισβολή στην Ελλάδα.
Αυτό που συµβαίνει µπορεί να αποδειχθεί υπαρξιακής σηµασίας για εµάς. Αν κάποια στιγµή έρθουµε σε σύγκρουση µε την Τουρκία ή αν η Τουρκία αποφασίσει να αποσταθεροποιήσει την Ελλάδα, χωρίς εµφανή άµεση δική της εµπλοκή, µπορεί να βρεθούµε αντιµέτωποι µε οργανωµένες οµάδες, οι οποίες θα λειτουργήσουν υπονοµευτικά για τη χώρα και για λογαριασµό της Αγκυρας. Ουδείς γνωρίζει πόσοι από τους εκατοντάδες χιλιάδες παράνοµους µετανάστες που βρίσκονται στη χώρα µπορεί κάποια στιγµή να ενεργοποιηθούν από τη γείτονα είτε για να εκβιάσει την Ελλάδα σε διάφορα θέµατα είτε για να την αποσυντονίσει, παράλληλα µε δική της στρατιωτική δραστηριότητα στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο ή αλλού. Το πόσο δύσκολο είναι να αντιµετωπιστούν τέτοιες οµάδες µε οργάνωση τακτικού στρατού και µε πολεµική εµπειρία το είδαµε στην περίπτωση του Ισραήλ.
Παρότι ο ισραηλινός στρατός και εµπειροπόλεµος είναι και κορυφαία τεχνολογία ενσωµατώνει και υψηλό επίπεδο οργάνωσης διαθέτει, έχει µατώσει για να µπορέσει να αντιµετωπίσει και να αποµειώσει σε µεγάλο βαθµό, αλλά όχι να εξουδετερώσει πλήρως, οργανώσεις όπως η «Χαµάς» και η «Χεζµπολάχ». Πρακτικά, η απειλή που έχουµε απέναντί µας έχει τουλάχιστον διπλασιαστεί. Οχι µόνο λόγω του µαζικού εξοπλιστικού προγράµµατος της Τουρκίας και του γεγονότος ότι µεγάλα τµήµατα του δικού της στρατού έχουν πολεµική εµπειρία, αλλά επειδή πλέον έχει στη διάθεσή της έναν παράλληλο στρατό, τον οποίο χρησιµοποιεί κατά βούληση και µπορεί να τον µετακινεί σε διάφορα γεωγραφικά σηµεία για να επιτυγχάνει τους στόχους της. Από τον Καύκασο µέχρι τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Χωρίς να υπολογίζονται αυτοί τους οποίους έχει ήδη «φυτεµένους» είτε στην Ελλάδα είτε στην υπόλοιπη Ευρώπη και µπορεί να ενεργοποιήσει αποσταθεροποιητικά ανά πάσα στιγµή.
Οι συµβατικοί εξοπλισµοί είναι αναγκαίοι και ορθώς η Ελλάδα προχωρά στην κάλυψη των κενών που έχουν σωρευτεί επί µία δεκαπενταετία. Αυτό όµως δεν αρκεί. Τα νέα δεδοµένα επιβάλλουν συνολική αναπροσαρµογή αντίληψης, δογµάτων, οργάνωσης και µέσων. Και κυρίως ενηµέρωση, ενεργοποίηση και συστράτευση της κοινωνίας σε έναν νέο σχεδιασµό. Η ελληνική κοινωνία δεν µπορεί να είναι αµέτοχη ούτε ανυποψίαστη. ∆ιότι είναι αυτή η οποία θα υποστεί τις επιπτώσεις της αµεριµνησίας, αν αυτή συνεχιστεί.
Η Τουρκία είναι άµεσα εµπλεκόµενη στην οργάνωση, εκπαίδευση, επιµελητεία, εξοπλισµό, σχεδιασµό και καθοδήγηση των δύο βασικών οµάδων που επιχειρούν στη Συρία και ελέγχουν ήδη πολύ µεγάλο µέρος της. Αµεσα και απολύτως ο λεγόµενος «Απελευθερωτικός Στρατός της Συρίας» και σε σηµαντικό βαθµό η «Hayat Tahrir al Asram» («HTS») λειτουργούν ως proxies της Τουρκίας, η οποία σε τακτικό επίπεδο φαίνεται να επιτυγχάνει τους στόχους της προς το παρόν. Βασικός σκοπός είναι η αποτροπή των διαδικασιών δηµιουργίας κουρδικού κράτους µε πρόπλασµα τους Κούρδους της Συρίας και του Ιράκ και η προσάρτηση µέρους των συριακών εδαφών.
Η γείτων τα τελευταία χρόνια λειτουργεί κατ’ εξοχήν µε την εργαλειοποίηση διαφόρων οµάδων, µισθοφορικών, ισλαµικών και άλλων για την προώθηση των επιδιώξεών της. Το έκανε στη Λιβύη, το έκανε στον Καύκασο κατά της Αρµενίας στη σύγκρουση µε το Αζερµπαϊτζάν, το κάνει τώρα στη Συρία. Καταφέρνει έτσι να υλοποιεί την επεκτατική και αναθεωρητική της ατζέντα, έχοντας αναγάγει τη χρήση proxies σε κατ’ εξοχήν πολεµική τακτική και εργαλείο. Μία γεύση πήραµε κι εµείς στα γεγονότα του ’20 στον Εβρο, όταν εργαλειοποίησε ορδές λαθροµεταναστών και τους εξαπέστειλε για να αποπειραθούν εισβολή στην Ελλάδα.
Αυτό που συµβαίνει µπορεί να αποδειχθεί υπαρξιακής σηµασίας για εµάς. Αν κάποια στιγµή έρθουµε σε σύγκρουση µε την Τουρκία ή αν η Τουρκία αποφασίσει να αποσταθεροποιήσει την Ελλάδα, χωρίς εµφανή άµεση δική της εµπλοκή, µπορεί να βρεθούµε αντιµέτωποι µε οργανωµένες οµάδες, οι οποίες θα λειτουργήσουν υπονοµευτικά για τη χώρα και για λογαριασµό της Αγκυρας. Ουδείς γνωρίζει πόσοι από τους εκατοντάδες χιλιάδες παράνοµους µετανάστες που βρίσκονται στη χώρα µπορεί κάποια στιγµή να ενεργοποιηθούν από τη γείτονα είτε για να εκβιάσει την Ελλάδα σε διάφορα θέµατα είτε για να την αποσυντονίσει, παράλληλα µε δική της στρατιωτική δραστηριότητα στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο ή αλλού. Το πόσο δύσκολο είναι να αντιµετωπιστούν τέτοιες οµάδες µε οργάνωση τακτικού στρατού και µε πολεµική εµπειρία το είδαµε στην περίπτωση του Ισραήλ.
Παρότι ο ισραηλινός στρατός και εµπειροπόλεµος είναι και κορυφαία τεχνολογία ενσωµατώνει και υψηλό επίπεδο οργάνωσης διαθέτει, έχει µατώσει για να µπορέσει να αντιµετωπίσει και να αποµειώσει σε µεγάλο βαθµό, αλλά όχι να εξουδετερώσει πλήρως, οργανώσεις όπως η «Χαµάς» και η «Χεζµπολάχ». Πρακτικά, η απειλή που έχουµε απέναντί µας έχει τουλάχιστον διπλασιαστεί. Οχι µόνο λόγω του µαζικού εξοπλιστικού προγράµµατος της Τουρκίας και του γεγονότος ότι µεγάλα τµήµατα του δικού της στρατού έχουν πολεµική εµπειρία, αλλά επειδή πλέον έχει στη διάθεσή της έναν παράλληλο στρατό, τον οποίο χρησιµοποιεί κατά βούληση και µπορεί να τον µετακινεί σε διάφορα γεωγραφικά σηµεία για να επιτυγχάνει τους στόχους της. Από τον Καύκασο µέχρι τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Χωρίς να υπολογίζονται αυτοί τους οποίους έχει ήδη «φυτεµένους» είτε στην Ελλάδα είτε στην υπόλοιπη Ευρώπη και µπορεί να ενεργοποιήσει αποσταθεροποιητικά ανά πάσα στιγµή.
Οι συµβατικοί εξοπλισµοί είναι αναγκαίοι και ορθώς η Ελλάδα προχωρά στην κάλυψη των κενών που έχουν σωρευτεί επί µία δεκαπενταετία. Αυτό όµως δεν αρκεί. Τα νέα δεδοµένα επιβάλλουν συνολική αναπροσαρµογή αντίληψης, δογµάτων, οργάνωσης και µέσων. Και κυρίως ενηµέρωση, ενεργοποίηση και συστράτευση της κοινωνίας σε έναν νέο σχεδιασµό. Η ελληνική κοινωνία δεν µπορεί να είναι αµέτοχη ούτε ανυποψίαστη. ∆ιότι είναι αυτή η οποία θα υποστεί τις επιπτώσεις της αµεριµνησίας, αν αυτή συνεχιστεί.
*Δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»