Εχουµε πει και γράψει πολλές φορές ότι τα µέτωπα της Μέσης Ανατολής και της Ουκρανίας αποτελούν µεγάλα εργαστήρια πολέµου. Τα συµπεράσµατα που βγαίνουν για τη χρήση νέων και παλαιότερων οπλικών συστηµάτων, καινούργιων τακτικών και τρόπων µάχης αλλάζουν σε πραγµατικό χρόνο το περιεχόµενο και την αντίληψη του πολέµου. Εξίσου µεγάλα σχολεία όµως αποτελούν και στο πεδίο της γεωπολιτικής. Και τα όσα διαδραµατίζονται στην Ουκρανία και τα κοσµοϊστορικά γεγονότα στους πολέµους που διεξάγει το Ισραήλ, καταγράφοντας όχι µόνο εντυπωσιακά στρατιωτικά αποτελέσµατα, αλλά και µεγάλη διεθνοπολιτική, πολιτική και εθνική αντοχή, θα διαµορφώνουν τη διπλωµατική σκέψη για τις επόµενες δεκαετίες. Και κυρίως το γεωπολιτικό αποτύπωµα της δράσης του. Υπάρχουν ταυτόχρονα και συµπεράσµατα τα οποία έρχονται να επιβεβαιώσουν εκείνα που είναι γνωστά ήδη από την εποχή που τα αποτύπωσε ο Θουκυδίδης. Αυτά που σχετίζονται µε την κυνικότητα των διεθνών σχέσεων.

Στη Συρία υπήρξε µία τουρκική εισβολή, εν µέρει διά πληρεξουσίων, η οποία έχει οδηγήσει σε αυτή τη φάση τουλάχιστον σε πλήρη έλεγχο του ισλαµικού καθεστώτος της ∆αµασκού από την Αγκυρα. Το γεγονός ότι η Τουρκία µε την κίνησή της απήλλαξε τη ∆ύση από τρεις ανεπιθύµητους γι’ αυτήν παράγοντες στη χώρα, τον Ασαντ, το Ιράν και τη Ρωσία, της εξασφάλισε όχι απλώς την ανοχή, αλλά και τη σιωπηρή επιδοκιµασία. Η αγριότητα του καθεστώτος Ασαντ ήταν το αναγκαίο πολιτικά νοµιµοποιητικό πρόσχηµα για να µην υπάρξουν δηλώσεις κατά της τουρκικής εισβολής. Το γεγονός όµως ότι η συγκεκριµένη πολιτική κατάσταση αντικαταστάθηκε από ένα ακραίο ισλαµικό καθεστώς τύπου Ταλιµπάν, το οποίο έχει στόχο την απόλυτη επιβολή της σαρία, µε ό,τι αυτό σηµαίνει για τα δικαιώµατα των γυναικών, τον αλλόθρησκων και των διαφόρων εθνικών οµάδων, ουδόλως πτόησε τη ∆ύση. Το διεθνές σύστηµα έδειξε άµεση προσαρµοστικότητα στα τετελεσµένα, µε τους εκπροσώπους των δυτικών κρατών να υποβάλλουν τα διαπιστευτήριά τους σε έναν εγκληµατία τζιχαντιστή, ο οποίος µέχρι πρότινος ήταν επικηρυγµένος τροµοκράτης. Η στελέχωση των υπουργείων του καθεστώτος γίνεται από διαπιστωµένους εγκληµατίες, κατά συρροήν δολοφόνους τζιχαντιστές, οι οποίοι αναλαµβάνουν τη «διακυβέρνηση» του κράτους. Αυτό δεν είναι σχήµα λόγου. Είναι συγκεκριµένα πρόσωπα, µε γνωστά ονόµατα και ακόµα πιο γνωστή δράση. Παρ’ όλ’ αυτά αποτελούν επίσηµο συνοµιλητή της διεθνούς κοινότητας.

Η ευελιξία με την οποία η διεθνής κοινότητα αποδέχεται ως συνομιλητές εγκληματίες, οι οποίοι είναι συμβατοί με συγκεκριμένα συμφέροντα, θα πρέπει να λειτουργήσει αφυπνιστικά και για τα δικά μας θέματα

Η Γερµανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρµποκ, η οποία επισκέφθηκε τη ∆αµασκό για να συναντήσει τον de facto ηγέτη, Αλ Τζολάνι, αντιµετωπίστηκε όπως θα περίµενε κανείς από έναν ισλαµιστή. Της αρνήθηκε τη χειραψία επειδή είναι γυναίκα και αρκέστηκε σε ένα νεύµα. Αυτό καθόλου δεν απασχόλησε τους κατά τ’ άλλα υπέρµαχους των ανθρωπίνων γενικά και γυναικείων ειδικότερα δικαιωµάτων, οι οποίοι εντός των ευρωπαϊκών κρατών προσφεύγουν για ψύλλου πήδηµα ακόµα και σε νοµικό ακτιβισµό. Ούτε µία δήλωση δεν υπήρξε έστω για τα προσχήµατα. Λέγαµε στην αρχή του άρθρου ότι µέτωπα όπως το Μεσανατολικό εκτός από στρατιωτικές αποτελούν και διεθνοπολιτικές εστίες εξαγωγής συµπερασµάτων. Ερχονται να επιβεβαιώσουν ότι η ισχύς είναι αυτή η οποία διαµορφώνει και επιβάλλει συσχετισµούς και όχι το ∆ίκαιο ή η ηθική.

Η ευελιξία µε την οποία η διεθνής κοινότητα αποδέχεται ως συνοµιλητές εγκληµατίες οι οποίοι είναι συµβατοί µε συγκεκριµένα συµφέροντα, σε σχέση µε τους προηγούµενους εγκληµατίες οι οποίοι ανατράπηκαν, θα πρέπει να λειτουργήσει αφυπνιστικά και για τα δικά µας θέµατα. Το ∆ιεθνές ∆ίκαιο είναι καλό για να το επικαλείσαι αρκεί να µην πιστεύεις ότι µπορεί να σου λύσει τα προβλήµατα ή να αποκαταστήσει παραβιάσεις του. Αυτό συµβαίνει µόνο αν το ∆ιεθνές ∆ίκαιο συµπίπτει µε τα συµφέροντα εκείνων που έχουν την ισχύ να το επιβάλουν. ∆εν είναι «αυτοφυές» ούτε επιβάλλεται αφ’ εαυτού. Γι’ αυτό προϋπόθεση της επίκλησής του είναι η ισχύς, ειδάλλως είναι σηµάδι αδυναµίας.

Οποιος µπορεί να επιβάλλει τα συµφέροντά του είτε µέσω ιδίας ισχύος είτε µέσω συσχετισµών είτε και µε τα δύο το κάνει. Αν έχει και το ∆ίκαιο µε το µέρος του ακόµα καλύτερα. Εν κατακλείδι, είναι καλύτερα να έχεις ισχύ, παρά δίκιο. Αν έχεις ισχύ µπορείς να βρεις και δίκιο ακόµα και αν δεν έχεις.

*Δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»