Oι γνωστές πλέον αναφορές του Ντόναλντ Τραμπ στον Παναμά, τον Καναδά και τη Γροιλανδία προκάλεσαν σειρά συζητήσεων, οι περισσότερες εκ των οποίων, τουλάχιστον στην αρχή, εστίασαν σε λάθος πεδίο. Τις εξέλαβαν ως κάποιο προσωπικό καπρίτσιο του Αμερικανού προέδρου, που το εξέφρασε με τον γνωστό του τρόπο. Έχουμε εξηγήσει εκτενώς από αυτή την στήλη ότι πρόκειται για διαχρονική αμερικανική στρατηγική που σχετίζεται με τον έλεγχο και την προστασία του δυτικού ημισφαιρίου και με συγκεκριμένες περιοχές που αφορούν ζωτικά οικονομικά, εμπορικά και γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ.

Είναι ζητήματα που έχουν τις ρίζες τους στην απαρχή της δημιουργίας του αμερικανικού κράτους και επανέρχονται αναλόγως της συγκυρίας. Το γεγονός όμως ότι τώρα ξανατίθενται -και ανεξαρτήτως του πώς θα εξελιχθούν- σχετίζεται με τη γενικότερη φάση αναδιάταξης στην οποία βρίσκεται ο πλανήτης. Βρισκόμαστε σε διαδικασία δομικών αλλαγών στο διεθνές σύστημα, επανακαθορισμού των συσχετισμών και ανασυγκρότησης των πόλων. Σε αυτό το πλαίσιο επαναδιατυπώνονται και οι σχέσεις στο δυτικό στρατόπεδο. Οι όροι στους ευρωατλαντικούς δεσμούς μεταβάλλονται ενόψει αναγκαίας ανασυγκρότησης, για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις αντιμετώπισης των αντιπάλων ασιατικών μεγεθών.

Σε αυτή τη σχέση ο ισχυρός εταίρος είναι οι ΗΠΑ και η Ευρώπη ο ασθενέστερος, πολύ περισσότερο τώρα που βρίσκεται σε κατάσταση ημιδιάλυσης. Αυτή η αναδόμηση δεν θα είναι ανώδυνη και είναι πλέον εμφανές ότι περνά μέσα και από την αλλαγή πολιτικών συστημάτων στη Γηραιά Ήπειρο, ώστε να γίνουν πιο «συμβατά» με τη νέα τάξη στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Εξάλλου, ήδη πριν από την έλευση Τραμπ, αλλά πολύ περισσότερο τώρα, η Αμερική διαπραγματεύεται και συνεννοείται κατά μόνας με τα ευρωπαϊκά κράτη, σε διμερές επίπεδο, διότι συνολικά με την ΕΕ δεν μπορεί να βγάλει άκρη. Λογικό, αφού οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν καν να συνεννοηθούν μεταξύ τους και εξάλλου ποιος να μιλήσει με τους Αμερικανούς εκ μέρους ποιου και με ποια εξουσία να συμφωνήσει οτιδήποτε; Αυτό ενέχει προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες. Το επιχείρημα ότι η ΕΕ είναι πιο ισχυρή ενωμένη, ως ενιαίος πόλος, σε μία διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ, είναι εν μέρει αληθές. Διότι τελικά αυτό που θέλουν να επιβάλουν οι Αμερικανοί, θα το επιβάλλουν.

Η ΕΕ δεν έχει ενιαία αντίληψη ούτε καν για θέματα που την αφορούν άμεσα, είτε στον τομέα της ασφαλείας είτε ευρύτερα γεωπολιτικά. Άρα ούτως ή άλλως είναι πολυδιασπασμένη και εύκολο να διεμβολιστεί σε μία διαπραγμάτευση από την Ουάσινγκτον. Από την άλλη, η ευκαιρία που υπάρχει για χώρες όπως η Ελλάδα είναι να αναδείξουν τη δική τους χρησιμότητα προσερχόμενες με την όποια γεωπολιτική και στρατηγική υπεραξία έχουν -και η χώρα μας έχει-, για να διασφαλίσουν στο μέγιστο δυνατό τα συμφέροντά τους συμπλέκοντάς τα με αυτά των ΗΠΑ. Αν έχουν και τοπικές και περιφερειακές συμμαχίες, όπως έχουμε εμείς με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τις χώρες του Κόλπου, κράτη τα οποία είναι υψηλού ενδιαφέροντος για την αμερικανική πολιτική, οι προϋποθέσεις είναι ακόμα καλύτερες.

Είναι προφανές τι πρέπει να κάνουμε το επόμενο διάστημα.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή