Κάθε θαύμα τρεις ημέρες και ο ανασχηματισμός μία, για να παραφράσουμε τη γνωστή λαϊκή ρήση. Το βασικό ερώτημα είναι σε τι εξυπηρετούσε ανασχηματισμός και αν θα επιτύχει τον στόχο του. Εκ των πραγμάτων ο ανασχηματισμός είχε πολλαπλή στόχευση. Να εκτονώσει την πίεση από την υπόθεση των Τεμπών, να επιχειρηθεί η αλλαγή ατζέντας, να θεραπευθούν δυσλειτουργίες και αδυναμίες σε συγκεκριμένα χαρτοφυλάκια, να υπάρξει εσωτερική αναδιάταξη δυνάμεων και αντιμετώπιση της υφέρπουσας εσωκομματικής διαμαρτυρίας.

Αν παρατηρήσει κάποιος προσεκτικά, θα διαπιστώσει ότι είναι ένας ανασχηματισμός που διαμόρφωσε ένα σχήμα ετοιμότητας διά πάσαν εκλογική πιθανότητα. Δεν εννοούμε ότι σχεδιάζονται απαραίτητα πρόωρες εκλογές, αλλά τα δημοσκοπικά στοιχεία δείχνουν αυξανόμενη ρευστότητα συνολικά του πολιτικού σκηνικού. Με υποχώρηση κυρίως των κομμάτων που έχουν ασκήσει εξουσία, τα «συστημικά» κόμματα στα οποία καταχρηστικά κατά τη γνώμη μας συμπεριλαμβάνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ. Αντιθέτως εμφανίζουν εκθετική αύξηση τα λεγόμενα αντισυστημικά, κάτι που είναι προφανώς αποτέλεσμα της διογκωμένης δυσφορίας του εκλογικού σώματος συνολικά για κυβέρνηση και αντιπολίτευση.

Διότι τα συγκεκριμένα κόμματα, τα οποία παρουσιάζουν σημαντική ενίσχυση των δυνάμεών τους, είναι «μονοπρόσωπα», μονοθεματικά, δίχως ολοκληρωμένη προγραμματική πρόταση διακυβέρνησης. Αποτελούν κατά κύριο λόγο μέσα διοχέτευσης του μηνύματος προς την κυβέρνηση και τη συμβατική αντιπολίτευση, η οποία εμφανίζεται ανίκανη να εισπράξει και να κεφαλαιοποιήσει την κυβερνητική φθορά. Έχουμε πει κι άλλες φορές ότι σημειώνεται το οξύμωρο η αντιπολίτευση να υποχωρεί ενώ η κυβέρνηση φθείρεται και η κυβέρνηση να πέφτει κι αυτή ενώ δεν έχει ουσιαστική αντιπολίτευση. Αυτό σημαίνει δομικό πρόβλημα του πολιτικού συστήματος. Σύμπτωμα του οποίου είναι και η ενίσχυση των μη συμβατικών κομμάτων, όπως κατά την άποψή μας είναι ορθότερος χαρακτηρισμός αντί του «αντισυστημικά».

Όλο αυτό συνοδεύεται από μία αυξανόμενη αποχή του εκλογικού σώματος που δεν εκφράζεται πολιτικά από κάποιο από τα υφιστάμενα κόμματα, παρά τον μεγάλο αριθμό που υπάρχει εντός και εκτός Βουλής. Αν αυτό συνεχιστεί θα αρχίσει να δημιουργείται ζήτημα ουσιαστικής πολιτικής και όχι τυπικής νομιμοποίησης του εκάστοτε εκλογικού αποτελέσματος. Και τότε το πολιτικό σύστημα θα κινδυνεύσει όχι απλά από ρευστότητα αλλά με ρευστοποίηση και θα ανοίξει η πόρτα του πραγματικής αντισυστημικής αμφισβήτησης η οποία όντως θα οδηγήσει την χώρα σε αχαρτογράφητα νερά.

*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»