Από το «Ολαντρέου» στο «Ελλάς – Γαλλία συμμαχία»
Λίγο μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 που ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ σε δεύτερο κόμμα και εν μέσω της προεκλογικής εκστρατείας για τις εκλογές της 17ης Ιουνίου, ο Αλέξης Τσίπρας, που τότε ήταν ακόμη η μεγαλύτερη πολιτική έκπληξη της Ευρώπης, κάνει μια ευρωπαϊκή περιοδεία. Στόχος να συναντηθεί με αριστερά και προοδευτικά κόμματα και να δείξει ότι δεν είναι απλώς ο πρόεδρος ενός ριζοσπαστικού αριστερού σχηματισμού, αλλά ένας ηγέτης με ευρωπαϊκή απήχηση.
Στο Παρίσι συναντιέται με τους εκπροσώπους της Αριστεράς, τον Πιέρ Λωράν του κομμουνιστικού κόμματος και τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν, τότε επικεφαλής του Μετώπου της Αριστεράς. Στην κοινή συνέντευξη που δίνουν, με μεταφραστή τον καθηγητή Στάθη Κουβελάκη, ο Τσίπρας προειδοποιεί τον Ολάντ, άρτι εκλεγέντα στην προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας, να μη γίνει «Ολαντρέου» παραβιάζοντας τις υποσχέσεις του. Η δήλωση προκαλεί σάλο και θεωρείται ότι δείχνει ηγέτη που δεν γνωρίζει από «πολιτικό πρωτόκολλο». Βέβαια, για το κοινό στο οποίο απευθυνόταν ο ΣΥΡΙΖΑ και που ήταν έντονα εχθρικό απέναντι στους ευρωπαίους ηγέτες που είχαν επιβάλει τα μνημόνια, η δήλωση μια χαρά ακούστηκε.
Μάλιστα, ο ίδιος ο Ολάντ –πέντε χρόνια αργότερα τόσο απαξιωμένος που δεν θα διεκδικήσει καν επανεκλογή– απάντησε στο χτύπημα με το να πραγματοποιήσει συνάντηση με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, η οποία όμως δεν βοήθησε ιδιαίτερα τον τότε πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ ώστε να αποφύγει τη συνέχεια της εκλογικής καταβαράθρωσης. Ο Ολάντ θα το κρατήσει κάπως... μανιάτικο, εάν κρίνουμε από το γεγονός ότι το 2013 σε επίσκεψή του στην Αθήνα απέφυγε να συναντήσει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παραβιάζοντας το εθιμικό πρωτόκολλο των επισκέψεων ξένων ηγετών.
Όμως, το 2015 τα πράγματα είχαν αλλάξει, ο Αλέξης Τσίπρας χρειάστηκε λίγους μήνες και 17 ώρες διαπραγμάτευσης για να εκτιμήσει ότι τα μνημόνια είναι για το καλό μας, υπέγραψε το τρίτο από αυτά, κέρδισε εντούτοις ξανά τις εκλογές και τον Οκτώβριο του 2015 υποδέχτηκε τον γάλλο πρόεδρο.
Ο «Ολαντρέου» είχε γίνει πια ο «Φρανσουά», που «με έπεισε να υπογράψω τη συμφωνία για το καλό της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης, ώστε να αποτύχουν οι προσπάθειες ακραίων νεοσυντηρητικών κύκλων να διαιρέσουν την Ευρώπη», όπως χαρακτηριστικά θα πει ο Αλέξης Τσίπρας.
Άλλωστε, είναι η εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ, αναζητώντας στηρίγματα στην Ευρώπη, καλοβλέπει τα ανοίγματα των Ευρωσοσιαλιστών, έστω και αν μέχρι και σήμερα αρνείται να ικανοποιήσει το βασικό τους αίτημα που είναι η απομάκρυνση του Πάνου Καμμένου. Βέβαια, οι τελευταίες εξελίξεις, με τον ΣΥΡΙΖΑ να έχει τιμήσει τον Ανδρέα Παπανδρέου περισσότερο και από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, δείχνουν ότι τα πράγματα μπορεί να αλλάζουν.
Στην πραγματικότητα, δεν ήταν παρά ένα μικρό στήριγμα ο Ολάντ και συνολικά η γαλλική κυβέρνηση. Με τα δημοσιονομικά της χώρας να επιδεινώνονται και το Βερολίνο να ζητά διαρκώς οικονομική πειθαρχία, η γαλλική κυβέρνηση λίγα μπορούσε να προσφέρει. Άλλωστε, η εποχή που ο Καραμανλής πρωτοέλεγε το «Ελλάς – Γαλλία Συμμαχία» και ο Ανδρέας επένδυε στη φιλία με τον σοσιαλιστή Φρανσουά Μιτεράν έχει περάσει.
Η Γαλλία δεν έχει πια την ίδια βαρύτητα και αυτό φάνηκε όλα αυτά τα χρόνια όπου χορτάσαμε «θετικές αναφορές» και «συμπάθεια» χωρίς αντίκρισμα από τους εκπροσώπους των γαλλικών κυβερνήσεων, συμπεριλαμβανομένου του γάλλου επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί που έχει αναγάγει σε υψηλή τέχνη την ηθική καταγγελία των πολιτικών που εκ του θεσμικού ρόλου εφαρμόζει.
Έτσι φτάσαμε και στην επίσκεψη Μακρόν.
Ο γάλλος πρόεδρος, ούτως ή άλλως, έχει αξιοποιήσει αυτή τη μεταβατική περίοδο πριν από την κανονική εκκίνηση της κυβερνητικής λειτουργίας προκειμένου να εμπεδωθεί η εικόνα του ως ηγέτη διεθνούς απήχησης, με σχέδια και οράματα. Βέβαια, καλό είναι να θυμούνται όσοι από την κυβέρνησή μας τον υμνολογούν ότι δεν διεκδίκησε να είναι ο υποψήφιος των Σοσιαλιστών και κατέβηκε αυτόνομα επειδή ήθελε να πάει ακόμη πιο δεξιά, ότι για να εξασφαλιστεί η εκλογή του το γαλλικό μιντιακό σύστημα έριξε ουκ ολίγες πισώπλατες μαχαιριές στον υποψήφιο της Κεντροδεξιάς Φρανσουά Φιγιόν, ώστε να είναι βέβαιο ότι ο Μακρόν θα έρθει αντιμέτωπος με τη Μαρίν Λεπέν, και πως στην προεκλογική περίοδο είχε σχεδόν το επίσημο χρίσμα του Βερολίνου.
Εξελέγη ως το «μικρότερο κακό» απέναντι στην υποψήφια της Ακροδεξιάς και ήδη έχει χαμηλή δημοτικότητα, η οποία προβλέπεται να μειωθεί ακόμη περισσότερο όταν ξεκινήσει η εφαρμογή των αλλαγών που ετοιμάζει στα εργασιακά.
Όσο για τις την αναμόρφωση του «ευρωπαϊκού οικοδομήματος», καλό είναι να θυμόμαστε ότι ο Μακρόν γνωρίζει πολύ καλά ότι αυτό που μπορεί να πετύχει και το οποίο οι Γερμανοί αποδέχονται είναι η αναβάθμιση του ESM σε ένα είδος ευρωπαϊκού ΔΝΤ και ένας αναβαθμισμένος υπουργός Οικονομικών της Ευρωζώνης. Ένας μηχανισμός, δηλαδή, για πιο «έγκαιρα» μνημόνια όταν χρειάζεται. Άλλωστε, παραμένει σε ισχύ όλος ο μηχανισμός των αυτόματων μέτρων και ποινών για όσους παρεκκλίνουν από τους στόχους.
Για τον Αλέξη Τσίπρα όλα αυτά έχουν μικρή σημασία. Ούτως ή άλλως, έχει δεσμεύσει τη χώρα και τις επόμενες κυβερνήσεις σε μεγάλο βάθος χρόνου σε μέτρα λιτότητας και μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα και έχει αποδεχτεί ότι η αναδιάρθρωση του χρέους θα έρθει μέσω της αποπληρωμής του... Και εφόσον έχει μια κοινωνία σαστισμένη και μια αντιπολίτευση που απλώς λέει «εγώ θα φέρω ακόμη περισσότερη λιτότητα και ιδιωτικοποιήσεις», δεν έχει λόγο να αλλάξει ρότα. Γι’ αυτό και θα εφαρμόσει όλα τα προαπαιτούμενα.
Έχοντας πείσει την κοινωνία ότι δεν υπάρχει καμία εναλλακτική, ο Αλέξης Τσίπρας κυρίως επενδύει στο να δώσει την εντύπωση του «τέλους των μνημονίων» και της ανάπτυξης, έστω και αν στην πραγματικότητα λίγα θα αλλάξουν. Μια χαρά μπορεί επομένως να συνεννοηθεί με έναν Μακρόν που θέλει να δώσει την εικόνα του αναμορφωτή της Ευρώπης, την ώρα που γνωρίζει καλά ότι δεν έχει τη δύναμη να το κάνει. Εξάλλου, τη συνεννόηση διευκολύνει και η μεγάλη «βόλτα για ψώνια» που κάνουν οι γαλλικές επιχειρήσεις. Η ιδιωτικοποίηση του νερού και άλλων κλάδων θα βαφτιστεί «συνεργασία» και τα έσοδα από το ξεπούλημα «αύξηση ξένων άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα».
Ωστόσο, όλα αυτά μικρή σημασία έχουν όταν φόντο είναι η Ακρόπολη, το σούρουπο πέφτει μαγικά και οι φωτορεπόρτερ αναζητούν ενσταντανέ των πρώτων κυριών. Και ποιος νοιάζεται εάν λίγο πριν η Έφη Αχτσιόγλου, καθ’ υπόδειξη των «θεσμών», απέσυρε διάταξη υπέρ των εργαζομένων...