Η Ελλάδα, το ΠΑΣΟΚ αλλά και απλοί πολίτες που ταυτίστηκαν με το έργο του Κώστα Σημίτη αποχαιρέτησαν τον πρωθυπουργό των έργων και των μεταρρυθμίσεων που πέθανε σε ηλικία 88 ετών το πρωί της Κυριακής.

Μία ζωή σαν παραμύθι, με αγώνες για τη δημοκρατία, το αγαπημένο του ΠΑΣΟΚ στο οποίο βρισκόταν παρών μέχρι την τελευταία στιγμή, με πρόταγμα την λογική για το κοινό καλό και το μακροπρόθεσμο όραμα της πατρίδας, μάχες απέναντι στις αρτηριοσκληρωτικές ελληνικές παθογένειες αλλά και ανύψωση της χώρας στον πυρήνα της Ε.Ε., ήταν λίγα από αυτά που ο αείμνηστος πρωθυπουργός κατόρθωσε κατά τη διάρκεια του βίου του.

Ο καθηγητής Σημίτης και η αντιδικτατορική δράση

Γεννημένος το 1936 στον Πειραιά μεγάλωσε σε ένα έντονα πολιτικοποιημένο περιβάλλον, καθώς ο πατέρας του, Γεώργιος Σημίτης ήταν δικηγόρος, καθηγητής στην ΑΣΟΕΕ και από τα ενεργά μέλη της Εθνικής Αντίστασης, ενώ η μητέρα του, Φανή Χριστοπούλου ήταν κορυφαίο στέλεχος γυναικείων οργανώσεων της Αριστεράς. Και οι δύο συμμετείχαν στον ΕΑΜ και στον ΕΛΑΣ κατά την Κατοχή.

Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ στη Δυτ. Γερμανία και οικονομικά στο London School of Economics, ενώ ως διακεκριμένος ακαδημαϊκός δίδαξε στα πανεπιστήμια της Κωνσταντίας και του Γκίσεν στη Γερμανία. Το 1977 εξελέγη καθηγητής στο Πάντειο, ενώ με τη γυναίκα του, Δάφνη Σημίτη που τον συντρόφευσε μέχρι το τέλος του, γνωρίζονται την περίοδο των κοινών τους σπουδών στο LSE, παντρεύονται το 1964 και αποκτούν δύο κόρες τη Φιόνα και τη Μαριλένα.

Με βαθιά επηρεασμένη την πολιτική του σκέψη από το περιβάλλον του αλλά και τις δικές του προσλαμβάνουσες, δεν θα μπορούσε να απέχει από τον αντιδικτατορικό αγώνα. Συγκεκριμένα, στο δύσκολο για την Ελλάδα πολιτικά 1965, πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Ομίλου Πολιτικής Έρευνας «Αλέξανδρος Παπαναστασίου», ενώ το 1967, ο όμιλος μετεξελίχθηκε στην αντιδικτατορική οργάνωση «Δημοκρατική Άμυνα». Η οργάνωση, μη αποκηρυσσόμενη τον ένοπλο αγώνα και με δυναμικές ενέργειες κατά του καθεστώτος, όπως την τοποθέτηση (κυρίως χαμηλής ισχύος) εκρηκτικών μηχανισμών σε διάφορα κομβικά σημεία της Αθήνας, απέναντι στο χουντικό καθεστώς.

Η συμμετοχή του σε μία εξ’αυτών των ενεργειών είχε ως συνέπεια το 1969 να διαφύγει στο εξωτερικό, όταν μια βόμβα έσκασε στα χέρια του συναγωνιστή του, Σάκη Καράγιωργα, ενώ ως αντίποινα συνελήφθη η σύζυγός του, Δάφνη και κρατήθηκε επί δύο μήνες σε απομόνωση. Όπως μάλιστα, περιέγραψε και στο βιβλίο του «Δρόμοι Ζωής». « Τοποθετούσαμε μικρές αυτοσχέδιες βόμβες. Φροντίζαμε να τις βάζουμε πάντα με τρόπο που να μην προκληθεί ο παραμικρός τραυματισμός... Τοποθέτησα, αρχικά, βόμβες σε συνοικίες». Μάλιστα, όπως γνωστοποιεί, διέφυγε μετά το γεγονός στο εξωτερικό με ψεύτικο διαβατήριο και τη βοήθεια της Αμαλίας Φλέμινγκ. «Το διαβατήριο ήταν στο όνομα Marco Ventura, ένα πολύ συνηθισμένο ιταλικό όνομα... Ευτυχώς όλα πήγαν καλά».

Η πορεία μέχρι την πρωθυπουργία

Ο Σημίτης από το 1970 συμμετείχε στο ΠΑΚ ως μέλος του Εθνικού Συμβουλίου, ενώ το 1974 ήταν ένα εκ των ιδρυτικών μελών του ΠΑΣΟΚ συμβάλλοντας καθοριστικά στη διαμόρφωση της ιδεολογίας και της οργανωτικής του δομής μέσω της διακηρύξεως της 3ης Σεπτέμβρη, αποτελώντας μέλος της πρώτης Κεντρικής Επιτροπής και του Εκτελεστικού Γραφείου.

Μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981 ο ρόλος Σημίτη αναβαθμίζεται, καθώς θήτευσε ως υπ. Γεωργίας (1981-85) όπου και προωθώντας την ένταξη της ελληνικής γεωργίας στην ευρωπαϊκή πολιτική εξασφάλισε σημαντικές ενισχύσεις, ως υπ. Εθνικής Οικονομίας (1985-87), εφαρμόζοντας το πρώτο αυστηρό πρόγραμμα σταθεροποίησης, από την θέση του υπ.Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κατά τη διάρκεια της οικουμενικής κυβέρνησης αλλά κι ως υπουργός Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και υπουργός Εμπορίου ταυτόχρονα (1993-95).

Η σχέση του με τον ιδρυτή του Κινήματος, Ανδρέα Παπανδρέου πέρασε από γαλήνια αλλά και ταραχώδη «νερά», με τον ίδιο τον Σημίτη να αποδίδει τις κατά καιρούς τριβές σε ανθρώπους του περιβάλλοντος Παπανδρέου. Πάντως, στο βιβλίο του «Δρόμοι ζωής» θα γράψει ότι με τον Ανδρέα τον συνέδεαν «αισθήματα φιλίας και βαθιάς εκτίμησης». Δεν δίστασε να παραιτηθεί αρκετές φορές από την θέση του με σκοπό να υπερασπιστεί τα ιδεώδη του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η παραίτησή του από το εκτελεστικό γραφείο μετά τη δημιουργία της αφίσας «Ναι στην Ευρώπη των λαών, όχι στην Ε.Ο.Κ. των μονωπωλίων».

Πρωθυπουργός και πρόεδρος

Μετά την παραίτηση Παπανδρέου κι έπειτα από ψηφοφορία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας ο Σημίτης τον διαδέχεται στην πρωθυπουργία κερδίζοντας τον Άκη Τσοχατζόπουλο, έχοντας ως ιδεολογικό άξονα την μεταρρύθμιση της ελληνικής οικονομίας και την κοινωνική σύγκλιση της ελληνικής κοινωνίας.

Στις 30 Ιουνίου 1996, λίγες μέρες μετά τον θάνατο του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ, οεξελέγη πρόεδρος του κόμματος στο επεισοδιακό 4ο Συνέδριο του κόμματος, στην δεύτερή του μάχη απέναντι στον Τσοχατζόπουλο. Ο ίδιος, όντας ήδη πρωθυπουργός είχε αναπτύξει μία μεγαλύτερη δυναμική τη στιγμή που ο δεύτερος υποστήριξε το μοντέλο της διαρχίας. Το όραμα για τον εκσυγχρονισμό της χώρας έμελλε να γίνει πράξη.


Έργα, ευρώ και μία δυνατή Ελλάδα στην Ευρώπη

Η πρωθυπουργία Σημίτη χαρακτηρίστηκε από την φιλοευρωπαϊκή της πολιτική και τη δημοσιονομική της πειθαρχία, με το δεύτερο να αποτελεί ένα από τους κύριους στόχους για να εξασφαλιστεί η -απαραίτητη- συμμετοχή της χώρας στην ΟΝΕ.

Έτσι, ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματά του αποτελεί η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2001, θέτοντας την χώρα στον «πυρήνα» της Ευρώπης αλλά και ενισχύοντας την οικονομική της σταθερότητα. Η εισαγωγή του ευρώ πραγματοποιήθηκε την 1/1/2002, με την ελληνική οικονομία να επιτυγχάνει τη σταθεροποίηση των δημοσιονομικών μεγεθών αλλά και καλύτερες επιδόσεις από αρκετές ευρωπαϊκές χώρες στον ρυθμό ανάπτυξης, τον περιορισμό του πληθωρισμού, το ύψος των επενδύσεων, τη βελτίωση του κοινωνικού κράτους και της ποιότητας ζωής στην χώρα.

Στην εξωτερική πολιτική, υιοθέτησε μία μετριοπαθή στρατηγική με κύριο άξονα τη συνεργασία, την βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, την ενίσχυση της παρουσίας της Ελλάδας στα Βαλκάνια, αλλά σαφώς, τεράστια επιτυχία υπήρξε η προχώρηση της Κύπρου στην ΕΕ. Χωρίς «εθνικιστικές κορώνες» και κραυγές, η Αθήνα είχε επιτύχει με ειρηνικό τρόπο το ακατόρθωτο επί δεκαετίες, την ώρα που η Άγκυρα απειλούσε με «αντιδράσεις χωρίς όρια».

Το στοίχημα της Ελλάδας με την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων του 1997 ήταν κάτι παραπάνω από μεγάλο. Με την τεχνογνωσία, τις οργανωτικές ικανότητες αλλά και την αποτελεσματικότητα ή μη των διοικητικών μηχανισμών να δημιουργούν «θορύβους» για την επιτυχή ή μη περάτωσή τους, ο εκσυγχρονιστής πρωθυπουργός όχι μόνο δικαιώθηκε, αλλά η εντατική και συστηματική δουλειά της κυβέρνησης δημιούργησαν ένα πρότυπο «success story», νικώντας έτσι τις διαχρονικές παθογένειες.

Το επόμενο βήμα ήταν το Μετρό. Τα μεγαλειώδη εγκαίνιά του το 2000 έφεραν ακόμη πιο κοντά την Ελλάδα στα ευρωπαϊκά πρότυπα ενώ αποσυμφόρησαν σε μεγάλο βαθμό την κίνηση της Αθήνας, μειώνοντας και τους ρύπους. Στο ίδιο μήκος κύματος, το 2001 Εγνατία και Αττική Οδός αποτελούσαν γεγονός, συνδέοντας στην βελτίωση του υφιστάμενου οδικού δικτύου και ειδικότερα στην δεύτερη περίπτωση, στην εξοικονόμηση εκατομμυρίων «χαμένων» ωρών στην καθημερινότητα των κατοίκων του Λεκανοπεδίου. Όμως, αν κάτι πραγματώνει και αποτελεί το κατ’εξοχήν παράδειγμα της φράσης «έργα ΠΑΣΟΚ», αυτό δεν είναι άλλο από το τεράστιο για τα ελληνικά δεδομένα κατόρθωμα της γέφυρας Ρίου - Αντιρρίου, ένα τεχνολογικό επίτευγμα όπου και παραδόθηκε νωρίτερα από τον προγραμματισμό του.

Φυσικά, στον προγραμματισμό ήταν και η βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών αλλά και η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους. Στην Υγεία, κατασκευάστηκε και λειτούργησε σειρά νέων νοσοκομείων, με τους νοσοκομειακούς χώρους να αυξάνονται κατά 75% συγκριτικά με το 1995.

Σε πεδία που είναι επίκαιρα μέχρι και σήμερα, πρωτοπόρα πολιτική παρέμβαση υπήρξε η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, καθώς δημιουργήθηκε το θεσμικό πλαίσιο προστασίας των προσωπικών δεδομένων στην Ελλάδα, ενώ ο Συνήγορος του Πολίτη ήρθε ως θεματοφύλακας των δικαιωμάτων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Παράλληλα, τα ΚΕΠ αποσυμφόρησαν την τεράστια γραφειοκρατία της δημόσιας διοίκησης που ταλαιπωρούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό τους πολίτες.

Παρών μέχρι το τέλος


Μετά την παραίτησή του το 2004 επέλεξε να κάνει λίγες, αλλά καίριες παρεμβάσεις, διατηρώντας -όπως και κατά τη διάρκεια του πολιτικού του βίου- μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας τη ζωή του. Άλλωστε, δεν του αποδόθηκε τυχαία ο όρος «Ο Έλληνας statesman»
Για την πατρίδα και το ΠΑΣΟΚ, παρενέβαινε πάντα τις κρίσιμες στιγμές, όπως όφειλε ένας ηγέτης του δικού του βεληνεκούς να πράξει. Η τελευταία του δημόσια παρέμβαση ήταν ο χαιρετισμός που απηύθυνε κατά την επετειακή εκδήλωση των 50 ετών από την ίδρυση του κόμματος . «Σήμερα περισσότερο από ποτέ, ο προοδευτικός κόσμος ζητάει απαντήσεις και κυρίως μια διέξοδο για να μπορέσει να ελπίσει ξανά. Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να πρωταγωνιστήσει στις εξελίξεις αυτές, προσφέροντας το όραμα και το σχέδιο για την ανασυγκρότηση της χώρας προς μια προοδευτική κατεύθυνση. Είναι μια ευκαιρία. Οι ευκαιρίες δεν είναι άπειρες. Εδώ και τώρα, λοιπόν, προχωράμε μπροστά, με γνώση, δύναμη και τόλμη. Θα πετύχουμε».