Οι αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα που επέλεξε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, και ανακοινώθηκε την πρώτη εργάσιμη ημέρα του νέου έτους, ο περιώνυμος ανασχηματισμός, δεν ήταν ευρείες. Ήταν όμως λειτουργικές. Ανάλογες με τις αντιλήψεις και τις προτεραιότητες που είναι φανερό ότι επιδιώκει ο σημερινός πρωθυπουργός της Ελλάδας.

Κατά το παρελθόν και με αφετηρία τον Ανδρέα Παπανδρέου τη δεκαετία του 1980, πρότυπο που παρακολούθησαν και πολλοί επόμενοι ένοικοι στο Μέγαρο Μαξίμου στον κύκλο της Μεταπολίτευσης, οι ανασχηματισμοί εξυπηρετούσαν κυρίως τις εντυπώσεις. Λειτουργούσαν κατεξοχήν ως επιβεβαίωση της ηγεμονίας αλλά και του ηγετικού προφίλ του «βασιλιά Ήλιου» πρωθυπουργού, που όριζε τη μοίρα του λαού, του έθνους και την προοπτική των μελών της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, ως «ελέω Θεού», χαρισματικός άρχοντας. Τα μίντια, μάλιστα, ακόμα και σήμερα, σε μια μεγάλη πλειονότητά τους, συνεχίζουν να υπηρετούν αυτόν τον τύπο, αναφερόμενα σε «καρατομήσεις» υπουργών, αποπομπή στελεχών, «αποσχηματοποίηση» και άλλες τέτοιες εκφράσεις. Μια σημαντική μερίδα των πολιτών εξάλλου αντιμετωπίζει, ακόμα και σήμερα, τους ανασχηματισμούς ως ένα πολιτικό θέαμα.

Ο Κ. Μητσοτάκης, ένας πρωθυπουργός της νεότερης εποχής, αντιμετωπίζει την κυβέρνησή του διαφορετικά. Με πλάνα, χρονοδιαγράμματα, προτεραιότητες, απολογισμούς, λογοδοσία στους πολίτες. Πολλοί που γνωρίζουν τον σημερινό πρωθυπουργό, με χρονικό εύρος τόσο στο εσωτερικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, μιλούν για έναν CEO-πρωθυπουργό παρά για έναν ηγεμονικό πρωθυπουργό «παλαιάς κοπής». Από την πλευρά του, υπηρετεί έναν ορθολογισμό που σε κάποιους δημιουργεί σύγχυση, με αποτέλεσμα να τον συσχετίζουν με τον φερόμενο και ως «αρχιερέα» του εκσυγχρονισμού της μετα-ψυχροπολεμικής Ελλάδας, Κ. Σημίτη, που, όμως, παρά τις προθέσεις του, απέτυχε στρατηγικά για τη χώρα σε πολύ σημαντικό βαθμό, συμβάλλοντας τελικά στη χρεοκοπία της λίγα χρόνια μετά την ένταξή της στην ευρωζώνη. Ο προερχόμενος, όμως, από τις διεθνείς τράπεζες και τα venture capitals κ. Μητσοτάκης ούτε ηλικιακά αλλά ούτε πολιτικά σχετίζεται με τον καθηγητή Αγροτικής Oικονομίας κ. Σημίτη.

Ο σημερινός πρωθυπουργός επιχειρεί να υπηρετήσει το έθνος, το σύνολο των Ελλήνων, εφαρμόζοντας έναν κυβερνητισμό που υπερβαίνει την κομματοκρατία. Τόσο στον δημόσιο λόγο του όσο και στις ιδιωτικές συζητήσεις φανερώνει μια αντίληψη που αμφισβητεί με ενάργεια την «πολιτική αυθεντία» όσο και τους «υπουργούς-φεουδάρχες». Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η αξιολόγηση των υπουργών και των στελεχών της κυβέρνησής του στο δικό του «μπλοκάκι», που δεν ταυτίζεται, όπως λένε καλά γνωρίζοντες, με τα κριτήρια της «μηχανοργάνωσης» του αρμόδιου υφυπουργού Α. Σκέρτσου. Στα κριτήριά του, για παράδειγμα, δεν είναι μόνον οι ικανότητες και η προσπάθεια του κάθε υπουργού ή υφυπουργού, αλλά και οι δυνατότητες του γραφείου του, οι συνεργάτες του, οι πρωτοβουλίες του, η στρατηγική του, ο δημόσιος λόγος και το προφίλ του.

ΟΙ ΠΙΕΣΕΙΣ

Σε πρακτικό επίπεδο, ο πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης, στον ανασχηματισμό της κυβέρνησής του δεν έκρινε ότι οι επιλογές του καλοκαιριού 2019 -με τις διορθώσεις που αποφάσισε στο ενδιάμεσο διάστημα στο κυβερνητικό του σχήμα- ήταν αποτυχημένες ή προβληματικές. Για τον λόγο αυτόν, έπειτα από διαδοχικές πρωτόγνωρες κρίσεις, όπως αυτή της πανδημίας, της «υβριδικής» επιθετικότητας της Τουρκίας, της εμπλοκής στην οικονομία, της ανάγκης άμεσης ψηφιοποίησης του κράτους, οι αλλαγές και οι βελτιώσεις που επιχείρησε ήταν πολύ συγκεκριμένες. Ουσιαστικά, απομάκρυνε δύο υπουργούς, έναν αναπληρωτή και πέντε υφυπουργούς. Μετακίνησε σε άλλους τομείς κυβερνητικού έργου δύο υπουργούς, τρεις υφυπουργούς και αναβάθμισε στον ίδιο τομέα έναν υφυπουργό. Τέλος, ενέταξε στο κυβερνητικό σχήμα έντεκα κοινοβουλευτικούς.

Τους τελευταίους μήνες ήταν γνωστές οι πιέσεις που ασκούσε η Κοινοβουλευτική Ομάδα της πλειοψηφίας να δοθούν ευκαιρίες συμμετοχής στην εκτελεστική εξουσία περισσότερων πολιτικών στελεχών έναντι των εξωκοινοβουλευτικώντεχνοκρατών. Ο πρωθυπουργός έδωσε με την ανακοίνωση της αναθεωρημένης κυβέρνησης ευκαιρίες. Κύκλοι της αντιπολίτευσης αλλά και κυβερνητικοί, δημοσιογράφοι και αναλυτές συσχετίζουν αυτήν την πιο «πολιτική» κυβέρνηση με το σενάριο των πρόωρων εκλογών. Αυτό, όμως, που είναι βέβαιο είναι ότι ο πρωθυπουργός επέλεξε την κυβέρνησή του σε βάθος χρόνου, τουλάχιστον μέχρι τα μισά του 2022, ενώ, αν προκύψει πρόβλημα σε κάποιον τομέα, όπως συνέβη με τη συγκρότηση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής ή τις διορθωτικές αλλαγές σε πρόσωπα προ ολίγων μηνών, θα προχωρήσει σε «αναδόμηση» και όχι σε ανασχηματισμό.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΆ»