Τα µηνύµατα που αφήνει πίσω της η Ουκρανία για την Ελλάδα
Το όριο της κρίσης δεν είναι σε σχέση µε τη χρήση των όπλων, αλλά µε την ενεργειακή αλληλεξάρτηση µεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας
Αργά ή πιο γρήγορα, το µέτωπο της Ουκρανίας θα αποκλιµακωθεί. Πρόκειται για ένα διπλωµατικό πόκερ µε πολλές «µπλόφες», στην επίσηµη γλώσσα οροθετείται ως διπλωµατία αιχµής, µε στόχους γεωπολιτικούς ή στρατηγικούς. Με απλά λόγια, µια οριοθέτηση των ζωνών επιρροής και ασφάλειας, µε ταυτόχρονη επαναδιατύπωση του ορισµού περί «µεγάλων ή κεντρικών δυνάµεων». Το όριο της κρίσης δεν είναι σε σχέση µε τη χρήση των όπλων, αλλά µε την ενεργειακή αλληλεξάρτηση µεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας. Η πρώτη χρειάζεται ενέργεια, φυσικό αέριο, η δεύτερη έχει στηρίξει τη βάση του ΑΕΠ της στις πωλήσεις ενέργειας και πρώτων υλών. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, οι ρωσικές ενεργειακές εταιρείες, µε αιχµή την Gazprom, τήρησαν στο έπακρο την εκτέλεση των συµβολαίων τους προς τις ευρωπαϊκές χώρες.
Με δεδοµένο πλέον ότι η κρίση βαθµηδόν αποκλιµακώνεται, θα πρέπει να οδηγηθούµε σε κάποιες διαπιστώσεις και χρήσιµα συµπεράσµατα για την κατάσταση πραγµάτων στη χώρα µας.
Η Ελλάδα, δυστυχώς, διεφάνη ως µια απολύτως «ανοχύρωτη» χώρα ως προς την ενεργειακή ασφάλεια. Αυτό δεν αποτελεί ευθύνη της σηµερινής µόνον κυβέρνησης. Οι στρατηγικές επιλογές της χώρας, παρά τους πανηγυρισµούς δεκαετιών για κυβερνήσεις πετυχηµένες, τάχα µεταρρυθµιστικές, ενίοτε γενναίες και σε όλες τις περιπτώσεις άξιες για την επανεκλογή τους, είναι σχεδόν ανύπαρκτες σε µεσοπρόθεσµο και µακροπρόθεσµο ορίζοντα και σίγουρα ετεροκαθοριζόµενες. ∆ηλαδή, στη βάση µιας «παρεξήγησης», οι ελληνικές κυβερνήσεις, ιστορικά από τη δεκαετία του 1980 και πολύ περισσότερο από την ένταξή µας στην ΟΝΕ στις αρχές της δεκαετίας του 2000, εκτιµούν τον ρόλο τους ως ευρωπαϊκές νοµαρχίες και όχι ως εθνικά υπεύθυνες εξουσίες. Για όλα τα «µεγάλα» αποφασίζει η τόσο ατυχής, αναποτελεσµατική, διεφθαρµένη και µεροληπτική γραφειοκρατία των Βρυξελλών ή της Φρανκφούρτης όταν µιλάµε για ΕΚΤ. Αυτές όµως δεν διαθέτουν κανενός τύπου «αυθεντία», συλλογική ευθύνη, ενωσιακό όραµα και ηθική οντότητα. Η Ευρωπαϊκή Ενωση ως ονοµασία είναι «ευφηµισµός» και ως πραγµατικότητα ένα τραπέζι για «παζαρέµατα» και deals, όπου ναι µεν οι «µεγάλοι» θα επιβάλουν τους όρους του παιχνιδιού, αλλά και οι «µικροί» τους όρους της επιβίωσής τους. Αρα σε εθνικό επίπεδο θα χαράξουν και χώρες, όπως η Ελλάδα, «µεγάλες πολιτικές» και θα διαπραγµατευθούν αυτές τις πολιτικές στα «µεγάλα τραπέζια» της Ευρώπης.
Όπως οι ελληνικές κυβερνήσεις, ειδικά τα τελευταία χρόνια, έχουν µπει σε µια λογική άσκησης διεθνούς πολιτικής, για να εξυπηρετήσουν τα γεωπολιτικά και στρατηγικά συµφέροντα του εθνικού κράτους-µέλους της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ και δεν περιµένουν όπως οι παλαιότερες κάποια εθνική δικαίωση από ένα διεθνές δικαστήριο τύπου Χάγης, έτσι και στα ζητήµατα της οικονοµίας, της παραγωγικής βάσης, της ενέργειας τη λύση δεν θα τη δώσουν οι «Ευρωπαίοι», αλλά εµείς στο πλαίσιο του γενικότερου «παζαριού». Αλλωστε, είµαστε «Ευρωπαίοι», δεν υποτασσόµαστε στους «Ευρωπαίους».
Στην παρούσα συγκυρία των διαδοχικών κρίσεων, η Ελλάδα διαθέτει τον πλέον αξιόπιστο, µεθοδικό και ρεαλιστή πρωθυπουργό. Τον κ. Μητσοτάκη. Η σύγκριση δεν µπορεί να γίνεται µε όλους τους πρωθυπουργούς -σωρηδόν- που ιστορικά κυβέρνησαν την Ελλάδα και τη «µυθολογία» γύρω από τα πεπραγµένα τους, αλλά µε τη σηµερινή εποχή, τη σηµερινή συγκυρία και τα σηµερινά δεδοµένα. Ο σηµερινός κυβερνήτης αναζητά πρόσωπα εντός και εκτός Κοινοβουλίου, πέρα από κοµµατικές ταυτότητες, για να συγκροτήσει οµάδες εργασίας και διακυβέρνησης προκειµένου να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσµα.
Η Ελλάδα, και αυτό είναι το συµπέρασµα, δεν «αντέχει» πολιτική και ενεργειακή αβεβαιότητα. Απλώς γιατί ανεβάζουν το «country risk». Τo χρέος -η αποτυχηµένη γραφειοκρατία των Βρυξελλών και οι «ατυχείς» συνταγές του ∆ΝΤ το έφθασαν στο 200%, από 120%-, ο πληθωρισµός και η νευρικότητα στις χρηµαταγορές είναι συνθήκες σχεδόν απαγορευτικές για την Ελλάδα. Το παραγωγικό µοντέλο δεν έχει αναδιαρθρωθεί και ο τουρισµός και τα ακίνητα, εξ εµπειρίας, δεν δίνουν σοβαρή προοπτική. Το «στοίχηµα» µε ορίζοντα το 2030 είναι πολύ υψηλό, για να κυλιστούµε και πάλι στη «λάσπη» της διαφθοράς, της µικροπολιτικής και των «ευκαιριακών» κυβερνήσεων…
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 19 Φεβρουαρίου 2022
Με δεδοµένο πλέον ότι η κρίση βαθµηδόν αποκλιµακώνεται, θα πρέπει να οδηγηθούµε σε κάποιες διαπιστώσεις και χρήσιµα συµπεράσµατα για την κατάσταση πραγµάτων στη χώρα µας.
Η Ελλάδα, δυστυχώς, διεφάνη ως µια απολύτως «ανοχύρωτη» χώρα ως προς την ενεργειακή ασφάλεια. Αυτό δεν αποτελεί ευθύνη της σηµερινής µόνον κυβέρνησης. Οι στρατηγικές επιλογές της χώρας, παρά τους πανηγυρισµούς δεκαετιών για κυβερνήσεις πετυχηµένες, τάχα µεταρρυθµιστικές, ενίοτε γενναίες και σε όλες τις περιπτώσεις άξιες για την επανεκλογή τους, είναι σχεδόν ανύπαρκτες σε µεσοπρόθεσµο και µακροπρόθεσµο ορίζοντα και σίγουρα ετεροκαθοριζόµενες. ∆ηλαδή, στη βάση µιας «παρεξήγησης», οι ελληνικές κυβερνήσεις, ιστορικά από τη δεκαετία του 1980 και πολύ περισσότερο από την ένταξή µας στην ΟΝΕ στις αρχές της δεκαετίας του 2000, εκτιµούν τον ρόλο τους ως ευρωπαϊκές νοµαρχίες και όχι ως εθνικά υπεύθυνες εξουσίες. Για όλα τα «µεγάλα» αποφασίζει η τόσο ατυχής, αναποτελεσµατική, διεφθαρµένη και µεροληπτική γραφειοκρατία των Βρυξελλών ή της Φρανκφούρτης όταν µιλάµε για ΕΚΤ. Αυτές όµως δεν διαθέτουν κανενός τύπου «αυθεντία», συλλογική ευθύνη, ενωσιακό όραµα και ηθική οντότητα. Η Ευρωπαϊκή Ενωση ως ονοµασία είναι «ευφηµισµός» και ως πραγµατικότητα ένα τραπέζι για «παζαρέµατα» και deals, όπου ναι µεν οι «µεγάλοι» θα επιβάλουν τους όρους του παιχνιδιού, αλλά και οι «µικροί» τους όρους της επιβίωσής τους. Αρα σε εθνικό επίπεδο θα χαράξουν και χώρες, όπως η Ελλάδα, «µεγάλες πολιτικές» και θα διαπραγµατευθούν αυτές τις πολιτικές στα «µεγάλα τραπέζια» της Ευρώπης.
Όπως οι ελληνικές κυβερνήσεις, ειδικά τα τελευταία χρόνια, έχουν µπει σε µια λογική άσκησης διεθνούς πολιτικής, για να εξυπηρετήσουν τα γεωπολιτικά και στρατηγικά συµφέροντα του εθνικού κράτους-µέλους της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ και δεν περιµένουν όπως οι παλαιότερες κάποια εθνική δικαίωση από ένα διεθνές δικαστήριο τύπου Χάγης, έτσι και στα ζητήµατα της οικονοµίας, της παραγωγικής βάσης, της ενέργειας τη λύση δεν θα τη δώσουν οι «Ευρωπαίοι», αλλά εµείς στο πλαίσιο του γενικότερου «παζαριού». Αλλωστε, είµαστε «Ευρωπαίοι», δεν υποτασσόµαστε στους «Ευρωπαίους».
Στην παρούσα συγκυρία των διαδοχικών κρίσεων, η Ελλάδα διαθέτει τον πλέον αξιόπιστο, µεθοδικό και ρεαλιστή πρωθυπουργό. Τον κ. Μητσοτάκη. Η σύγκριση δεν µπορεί να γίνεται µε όλους τους πρωθυπουργούς -σωρηδόν- που ιστορικά κυβέρνησαν την Ελλάδα και τη «µυθολογία» γύρω από τα πεπραγµένα τους, αλλά µε τη σηµερινή εποχή, τη σηµερινή συγκυρία και τα σηµερινά δεδοµένα. Ο σηµερινός κυβερνήτης αναζητά πρόσωπα εντός και εκτός Κοινοβουλίου, πέρα από κοµµατικές ταυτότητες, για να συγκροτήσει οµάδες εργασίας και διακυβέρνησης προκειµένου να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσµα.
Η Ελλάδα, και αυτό είναι το συµπέρασµα, δεν «αντέχει» πολιτική και ενεργειακή αβεβαιότητα. Απλώς γιατί ανεβάζουν το «country risk». Τo χρέος -η αποτυχηµένη γραφειοκρατία των Βρυξελλών και οι «ατυχείς» συνταγές του ∆ΝΤ το έφθασαν στο 200%, από 120%-, ο πληθωρισµός και η νευρικότητα στις χρηµαταγορές είναι συνθήκες σχεδόν απαγορευτικές για την Ελλάδα. Το παραγωγικό µοντέλο δεν έχει αναδιαρθρωθεί και ο τουρισµός και τα ακίνητα, εξ εµπειρίας, δεν δίνουν σοβαρή προοπτική. Το «στοίχηµα» µε ορίζοντα το 2030 είναι πολύ υψηλό, για να κυλιστούµε και πάλι στη «λάσπη» της διαφθοράς, της µικροπολιτικής και των «ευκαιριακών» κυβερνήσεων…
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 19 Φεβρουαρίου 2022