Η «ατζέντα» των εκλογών και τα Τέµπη
Το ζητούµενο δεν µπορεί να είναι άλλο από µια καθαρή και σταθερή διακυβέρνηση, µε Κοινοβούλιο ευρύτερων συναινέσεων και προγραµµατικού συνθετικού διαλόγου, προτάσεων και ιδεών
Η σύγκρουση των σιδηροδρόµων στα Τέµπη µε τους δεκάδες νεκρούς, στην πλειονότητά τους φοιτητές, υπήρξε ένα τραυµατικό σοκ για όλη την Ελλάδα.
Επίσης υπήρξε ένα τραυµατικό πλήγµα στο προφίλ της κυβέρνησης και παραµένει µια άσκηση απονοµιµοποίησης για ολόκληρο το πολιτικό σύστηµα και τη λειτουργία του κοινοβουλευτισµού. Στις δηµοσκοπήσεις των πρώτων εβδοµάδων γίνεται φανερή µια µετατόπιση ψηφοφόρων προς τον χώρο των αναποφάσιστων και την αντισυστηµική ψήφο, αλλάζοντας τα δεδοµένα. Αποτέλεσµα αυτής της νέας υπό διαµόρφωση πραγµατικότητας είναι η προβολή εναλλακτικών -της αυτοδύναµης κυβέρνησης από τη Νέα ∆ηµοκρατία - σεναρίων για την επόµενη των εκλογών ηµέρα. Στις παρούσες, αδιαµόρφωτες συνθήκες βρίσκει χώρο το µειοψηφικό ΚΙΝ.ΑΛ./ΠΑΣΟΚ και ο κ. Ανδρουλάκης να εκφράσουν εκ νέου τις φιλοδοξίες τους, σύµφωνα µε τις οποίες, άσχετα µε το εκλογικό ποσοστό τους -κινείται ακόµα και σήµερα δηµοσκοπικά κάτω του 10%-, να καθορίσουν την κυβέρνηση και το πολιτικό σκηνικό των επόµενων χρόνων και του επερχόµενου Κοινοβουλίου.
Αξιοποιώντας την πολωτική σύγκρουση και τη θεσµική αµηχανία της Ν.∆. και του ΣΥΡΙΖΑ, δείχνουν πολιτικά «ευδιάθετοι» να αποφασίσουν αυτοί, ως τρίτο κόµµα, να αναδείξουν κυβερνητική πλειοψηφία µεταξύ Ν.∆. και ΣΥΡΙΖΑ σε προγραµµατικές δηλώσεις κυβερνητικού συνασπισµού, αλλά και τον επόµενο πρωθυπουργό, που δεν θα είναι επιλογή των πολιτών, Μητσοτάκης ή Τσίπρας δηλαδή, αλλά προϊόν του δικού τους «εκβιασµού» και µιας εν γένει αποσταθεροποιητικής λογικής. Αν είναι µάλιστα δυνατόν από τις πρώτες κάλπες της απλής αναλογικής, για να διατηρήσουν το πλεόνασµα εδρών που τους δίνει το συγκεκριµένο εκλογικό σύστηµα έναντι της ενισχυµένης αναλογικής, που προβλέπεται ότι θα τους αφήσει µε περίπου τις µισές έδρες.
Τα Τέµπη στην πρώτη αυτή φάση µετά την τραγωδία δηµιουργούν ένα πρόβληµα συγκρότησης στη Ν.∆., η ηγεσία της οποίας, δηλαδή ο πρωθυπουργός, αφού ξεπεράσει τον «αποτροπιασµό» και τον αιφνιδιασµό από την τραγωδία µε ψύχραιµο τρόπο -ήδη οι συγκεκριµένες πρωτοβουλίες εξελίσσονται-, θα πρέπει να εγγυηθεί ως κυβέρνηση την επαναλειτουργία, µε τη µέγιστη δυνατή ασφάλεια, των τρένων. Σηµειωτέον ότι καταγράφονται σηµαντικά ζητήµατα στις εµπορικές µεταφορές, µε την COSCO, για παράδειγµα, να αναζητά στο λιµάνι Ζαντάρ της Κροατίας διέξοδο προς την Ευρώπη για τα κοντέινερ, παρακάµπτοντας το λιµάνι του Πειραιά, που ήδη ασφυκτιά από εµπορεύµατα. Οι τελευταίες ανακοινώσεις του κατ’ ανάθεση έργου υπουργού Υποδοµών και Μεταφορών, κ. Γεραπετρίτη, δείχνουν ότι οι κρίσιµες αποφάσεις για την επαναλειτουργία των σιδηροδρόµων έχουν ληφθεί. Πέραν αυτού, σε επίπεδο Κοινοβουλίου και τακτικής ∆ικαιοσύνης, θα συζητηθούν και θα αναζητηθούν οι πολιτικές και ποινικές ευθύνες σε όλα τα επίπεδα για την τραγωδία.
Από την άλλη πλευρά, τόσο η κυβερνητική «ατζέντα» των εκλογών όσο και των άλλων πολιτικών σχηµατισµών έχει ακυρωθεί ή επηρεασθεί σε βάθος. Αυτό σηµαίνει ότι το επιτελείο της Κεντροδεξιάς θα πρέπει να εργασθεί µε συνείδηση και παρρησία και να παρουσιάσει µέσα στις επόµενες εβδοµάδες ή τουλάχιστον να επιχειρήσει να «ξεδιπλώσει» ένα πρόγραµµα επαρκές και εµπλουτισµένο ως προς τον στόχο, τη λειτουργικότητα και όχι µονοδιάστατα την ψηφιοποίηση του κράτους στην επόµενη τετραετία. Επίσης, το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ, µε την ευθύνη του έτερου κόµµατος διακυβέρνησης, θα πρέπει να αλλάξει τους τόνους και να έρθει σε µια ουσιαστική, ποιοτική και πιο δηµιουργική αντιπαράθεση θέσεων, στρατηγικών και ιδεών για το τι θα πρέπει να γίνει µέχρι το 2027. Ηδη οι τελευταίοι χειρισµοί της Κουµουνδούρου δείχνουν έναν τέτοιο προσανατολισµό τόσο στην περίπτωση του «διχαστικού» και ρεβανσιστή Πολάκη όσο και µε την παρουσία και το περιεχόµενο της πρώτης µετά την τραγωδία συνέντευξης του ηγέτη της Αριστεράς - Κεντροαριστεράς, Αλ. Τσίπρα, στον τηλεοπτικό σταθµό Mega,
Το κοινό ζητούµενο των πολιτών από τις πολιτικές ηγεσίες, ιδιαίτερα κυβέρνησης και αξιωµατικής αντιπολίτευσης, είναι λιγότερα συνθήµατα, περισσότεροι θεσµοί και πολιτειακό consensus στα κρίσιµα εθνικά, κρατικά και κοινωνικά ζητήµατα. Τι σηµαίνει αυτό για την ηγεσία της Νέας ∆ηµοκρατίας; Ανατροπή των δεδοµένων της πάγιας επικοινωνιακής στρατηγικής της από το 2015 για µόνιµη πόλωση µε τον ΣΥΡΙΖΑ, σχεδόν πολιτειακού επιπέδου. Τον παλαιού τύπου «πετροπόλεµο» του διπολισµού, δηλαδή. Μητσοτάκης και Τσίπρας, ως ηγεσίες, πέραν όλων των άλλων, έχουν πλέον την προσωπική πολιτική ευθύνη να µην επιτρέψουν στον κ. Ανδρουλάκη και το ΚΙΝ.ΑΛ./ΠΑΣΟΚ (οι επαίσχυντες κοµµατικές πρακτικές και οι στρατηγικές της κατάληψης και νοµής του κράτους από το 1984-1985 του «βαθέος ΠΑΣΟΚ» άλλωστε δηµιούργησαν τον υπερχρεωµένο «Λεβιάθαν» ΟΣΕ, µε νοοτροπίες που φθάνουν στον σταθµάρχη της Λάρισας, µε ευθύνη των υπολοίπων, πριν από λίγες εβδοµάδες) να καθορίσουν εκ νέου το σκηνικό στην Ελλάδα.
Το ζητούµενο για την επόµενη ηµέρα των εκλογών, µε απλή και ενισχυµένη αναλογική, δεν µπορεί να είναι άλλο από µια καθαρή και σταθερή διακυβέρνηση, µε Κοινοβούλιο ευρύτερων συναινέσεων και προγραµµατικού συνθετικού διαλόγου, προτάσεων και ιδεών. Οι προγραµµατικές συγκλίσεις για τη συγκρότηση κυβέρνησης δεν φαίνεται να ευνοούνται στην Ελλάδα, µε τα ισχύοντα δεδοµένα, αποτελούν όµως κυρίαρχο πολιτειακό ζητούµενο για το Κοινοβούλιο. Για να µην έχουµε άλλα Τέµπη, θα πρέπει, εκτός των προγραµµατικών δηλώσεων, να υπάρξει αρχική, στρατηγικού ορίζοντα, συζήτηση για την «κατάσταση του κράτους». Κρίσιµη είναι επίσης η υποσηµείωση ότι αυταπατώνται όσοι νοµίζουν πως θα πάµε µε «ατζέντα» Τέµπη στις εκλογές, για παράδειγµα, της 21ης Μαΐου. Μια νέα χρηµατοοικονοµική και τραπεζική κρίση περνά τα τελευταία 24ωρα από την Αµερική στην Ευρώπη. Μια νέα πρόκληση για την Ελλάδα είναι ήδη εδώ…
Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 18/3
Επίσης υπήρξε ένα τραυµατικό πλήγµα στο προφίλ της κυβέρνησης και παραµένει µια άσκηση απονοµιµοποίησης για ολόκληρο το πολιτικό σύστηµα και τη λειτουργία του κοινοβουλευτισµού. Στις δηµοσκοπήσεις των πρώτων εβδοµάδων γίνεται φανερή µια µετατόπιση ψηφοφόρων προς τον χώρο των αναποφάσιστων και την αντισυστηµική ψήφο, αλλάζοντας τα δεδοµένα. Αποτέλεσµα αυτής της νέας υπό διαµόρφωση πραγµατικότητας είναι η προβολή εναλλακτικών -της αυτοδύναµης κυβέρνησης από τη Νέα ∆ηµοκρατία - σεναρίων για την επόµενη των εκλογών ηµέρα. Στις παρούσες, αδιαµόρφωτες συνθήκες βρίσκει χώρο το µειοψηφικό ΚΙΝ.ΑΛ./ΠΑΣΟΚ και ο κ. Ανδρουλάκης να εκφράσουν εκ νέου τις φιλοδοξίες τους, σύµφωνα µε τις οποίες, άσχετα µε το εκλογικό ποσοστό τους -κινείται ακόµα και σήµερα δηµοσκοπικά κάτω του 10%-, να καθορίσουν την κυβέρνηση και το πολιτικό σκηνικό των επόµενων χρόνων και του επερχόµενου Κοινοβουλίου.
Αξιοποιώντας την πολωτική σύγκρουση και τη θεσµική αµηχανία της Ν.∆. και του ΣΥΡΙΖΑ, δείχνουν πολιτικά «ευδιάθετοι» να αποφασίσουν αυτοί, ως τρίτο κόµµα, να αναδείξουν κυβερνητική πλειοψηφία µεταξύ Ν.∆. και ΣΥΡΙΖΑ σε προγραµµατικές δηλώσεις κυβερνητικού συνασπισµού, αλλά και τον επόµενο πρωθυπουργό, που δεν θα είναι επιλογή των πολιτών, Μητσοτάκης ή Τσίπρας δηλαδή, αλλά προϊόν του δικού τους «εκβιασµού» και µιας εν γένει αποσταθεροποιητικής λογικής. Αν είναι µάλιστα δυνατόν από τις πρώτες κάλπες της απλής αναλογικής, για να διατηρήσουν το πλεόνασµα εδρών που τους δίνει το συγκεκριµένο εκλογικό σύστηµα έναντι της ενισχυµένης αναλογικής, που προβλέπεται ότι θα τους αφήσει µε περίπου τις µισές έδρες.
Τα Τέµπη στην πρώτη αυτή φάση µετά την τραγωδία δηµιουργούν ένα πρόβληµα συγκρότησης στη Ν.∆., η ηγεσία της οποίας, δηλαδή ο πρωθυπουργός, αφού ξεπεράσει τον «αποτροπιασµό» και τον αιφνιδιασµό από την τραγωδία µε ψύχραιµο τρόπο -ήδη οι συγκεκριµένες πρωτοβουλίες εξελίσσονται-, θα πρέπει να εγγυηθεί ως κυβέρνηση την επαναλειτουργία, µε τη µέγιστη δυνατή ασφάλεια, των τρένων. Σηµειωτέον ότι καταγράφονται σηµαντικά ζητήµατα στις εµπορικές µεταφορές, µε την COSCO, για παράδειγµα, να αναζητά στο λιµάνι Ζαντάρ της Κροατίας διέξοδο προς την Ευρώπη για τα κοντέινερ, παρακάµπτοντας το λιµάνι του Πειραιά, που ήδη ασφυκτιά από εµπορεύµατα. Οι τελευταίες ανακοινώσεις του κατ’ ανάθεση έργου υπουργού Υποδοµών και Μεταφορών, κ. Γεραπετρίτη, δείχνουν ότι οι κρίσιµες αποφάσεις για την επαναλειτουργία των σιδηροδρόµων έχουν ληφθεί. Πέραν αυτού, σε επίπεδο Κοινοβουλίου και τακτικής ∆ικαιοσύνης, θα συζητηθούν και θα αναζητηθούν οι πολιτικές και ποινικές ευθύνες σε όλα τα επίπεδα για την τραγωδία.
Από την άλλη πλευρά, τόσο η κυβερνητική «ατζέντα» των εκλογών όσο και των άλλων πολιτικών σχηµατισµών έχει ακυρωθεί ή επηρεασθεί σε βάθος. Αυτό σηµαίνει ότι το επιτελείο της Κεντροδεξιάς θα πρέπει να εργασθεί µε συνείδηση και παρρησία και να παρουσιάσει µέσα στις επόµενες εβδοµάδες ή τουλάχιστον να επιχειρήσει να «ξεδιπλώσει» ένα πρόγραµµα επαρκές και εµπλουτισµένο ως προς τον στόχο, τη λειτουργικότητα και όχι µονοδιάστατα την ψηφιοποίηση του κράτους στην επόµενη τετραετία. Επίσης, το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ, µε την ευθύνη του έτερου κόµµατος διακυβέρνησης, θα πρέπει να αλλάξει τους τόνους και να έρθει σε µια ουσιαστική, ποιοτική και πιο δηµιουργική αντιπαράθεση θέσεων, στρατηγικών και ιδεών για το τι θα πρέπει να γίνει µέχρι το 2027. Ηδη οι τελευταίοι χειρισµοί της Κουµουνδούρου δείχνουν έναν τέτοιο προσανατολισµό τόσο στην περίπτωση του «διχαστικού» και ρεβανσιστή Πολάκη όσο και µε την παρουσία και το περιεχόµενο της πρώτης µετά την τραγωδία συνέντευξης του ηγέτη της Αριστεράς - Κεντροαριστεράς, Αλ. Τσίπρα, στον τηλεοπτικό σταθµό Mega,
Το κοινό ζητούµενο των πολιτών από τις πολιτικές ηγεσίες, ιδιαίτερα κυβέρνησης και αξιωµατικής αντιπολίτευσης, είναι λιγότερα συνθήµατα, περισσότεροι θεσµοί και πολιτειακό consensus στα κρίσιµα εθνικά, κρατικά και κοινωνικά ζητήµατα. Τι σηµαίνει αυτό για την ηγεσία της Νέας ∆ηµοκρατίας; Ανατροπή των δεδοµένων της πάγιας επικοινωνιακής στρατηγικής της από το 2015 για µόνιµη πόλωση µε τον ΣΥΡΙΖΑ, σχεδόν πολιτειακού επιπέδου. Τον παλαιού τύπου «πετροπόλεµο» του διπολισµού, δηλαδή. Μητσοτάκης και Τσίπρας, ως ηγεσίες, πέραν όλων των άλλων, έχουν πλέον την προσωπική πολιτική ευθύνη να µην επιτρέψουν στον κ. Ανδρουλάκη και το ΚΙΝ.ΑΛ./ΠΑΣΟΚ (οι επαίσχυντες κοµµατικές πρακτικές και οι στρατηγικές της κατάληψης και νοµής του κράτους από το 1984-1985 του «βαθέος ΠΑΣΟΚ» άλλωστε δηµιούργησαν τον υπερχρεωµένο «Λεβιάθαν» ΟΣΕ, µε νοοτροπίες που φθάνουν στον σταθµάρχη της Λάρισας, µε ευθύνη των υπολοίπων, πριν από λίγες εβδοµάδες) να καθορίσουν εκ νέου το σκηνικό στην Ελλάδα.
Το ζητούµενο για την επόµενη ηµέρα των εκλογών, µε απλή και ενισχυµένη αναλογική, δεν µπορεί να είναι άλλο από µια καθαρή και σταθερή διακυβέρνηση, µε Κοινοβούλιο ευρύτερων συναινέσεων και προγραµµατικού συνθετικού διαλόγου, προτάσεων και ιδεών. Οι προγραµµατικές συγκλίσεις για τη συγκρότηση κυβέρνησης δεν φαίνεται να ευνοούνται στην Ελλάδα, µε τα ισχύοντα δεδοµένα, αποτελούν όµως κυρίαρχο πολιτειακό ζητούµενο για το Κοινοβούλιο. Για να µην έχουµε άλλα Τέµπη, θα πρέπει, εκτός των προγραµµατικών δηλώσεων, να υπάρξει αρχική, στρατηγικού ορίζοντα, συζήτηση για την «κατάσταση του κράτους». Κρίσιµη είναι επίσης η υποσηµείωση ότι αυταπατώνται όσοι νοµίζουν πως θα πάµε µε «ατζέντα» Τέµπη στις εκλογές, για παράδειγµα, της 21ης Μαΐου. Μια νέα χρηµατοοικονοµική και τραπεζική κρίση περνά τα τελευταία 24ωρα από την Αµερική στην Ευρώπη. Μια νέα πρόκληση για την Ελλάδα είναι ήδη εδώ…
Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 18/3