Η δύναµη της θάλασσας και η ισχύς της Ελλάδας
Αναγκαίος ένας πιο ισχυρός πολεμικός στόλος
Η Ελλάδα ιστορικά, πολιτιστικά και οικονοµικά, εµπορικά δεν έχει λόγους να προβληµατισθεί για το ποια είναι η «σωστή πλευρά της Ιστορίας» για αυτήν. Είναι µια χώρα και ένας λαός της θάλασσας
Την Πέµπτη το πρωί, ένας από τους παλαιούς κοινοβουλευτικούς της Νέας ∆ηµοκρατίας, γόνος πολιτικής οικογένειας της Κεντροδεξιάς, ο κ. Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, επισκέφθηκε τον πρωθυπουργό, µε τον οποίο γνωρίζονται παιδιόθεν, και του γνωστοποίησε την απόφασή του για αποχώρησή του από την ενεργό πολιτική. Υπέβαλε στη συνέχεια την παραίτησή του από βουλευτής στον πρόεδρο του σώµατος. Ο κ. Βαρβιτσιώτης, 23 χρόνια µετά, αποφάσισε να αλλάξει κατεύθυνση και να εµπλακεί µε τα ελληνικά ναυπηγεία, υπηρετώντας πλέον στον ιδιωτικό τοµέα την ελληνική ναυτιλία, την οποία συνέδραµε και ως εµβληµατικός υπουργός.
Η επιλογή αυτή του κ. Βαρβιτσιώτη θα µπορούσε να συµβολίσει και την «αυλαία» µιας νέας εποχής για την Ελλάδα. Η χώρα µας, µια από τις πλέον παραδοσιακές δυτικές ναυτικές δυνάµεις, όχι µόνον ως προς τον πολεµικό της στόλο, αλλά σε σχέση µε την εµπορική αρµάδα των Ελλήνων, έχει επιστρέψει ύστερα από δεκαετίες στη θέση της στον παγκόσµιο χάρτη, µε τα τρία µεγάλα ναυπηγεία της και τα δεκάδες µικρότερα να έχουν τεθεί και πάλι σε λειτουργία. Αξίζει να σηµειωθεί ότι πριν από τη δηµοσιονοµική και οικονοµική της κατάρρευση εντός της ζώνης του ευρώ, και τα τρία κεντρικά της ναυπηγεία είχαν χρεοκοπήσει και αναστείλει τη λειτουργία τους. Στη νέα αυτή περίοδο της παγκόσµιας Ιστορίας, µε τις έντονες αναταράξεις και την αναδιάταξη της παγκόσµιας ισχύος και των συσχετισµών, η Ελλάδα αναζητά ταυτότητα.
Ανασυγκροτείται και, ταυτόχρονα, αποκτά προσδοκίες ή τουλάχιστον δικαιούται να έχει προσδοκίες. Η ισχύς της Ελλάδας βρίσκεται στη θάλασσα. Εκεί ήταν πάντα και στους κακούς και στους καλούς καιρούς. Ο ελληνόκτητος στόλος αναπτύσσεται και ανταγωνίζεται έναν από τους µεγαλύτερους κρατικοκεντρικούς, αυτόν της Κίνας. Οι προκλήσεις για τις θαλάσσιες διαδροµές και οι ανταγωνισµοί για την ασφάλεια και τη ναυσιπλοΐα ήδη δεσπόζουν. Όχι µόνον στην Ερυθρά ή στον Κόλπο, αλλά και στην Αρκτική και όπου γης. Μέσα στα επόµενα χρόνια θα κυριαρχήσει η σύγκρουση και το παρασκήνιο για τις διαδροµές από την Ασία προς την Ευρώπη και από τον Βορρά στον Νότο. Η Ελλάδα µέσα σε αυτό το θορυβώδες παζλ θα πρέπει να βρει τον δρόµο και την ταυτότητά της. Να ανακτήσει την ισχύ και την εµβληµατικότητά της. Χερσαίες δυνάµεις και λαοί της στέπας επιχειρούν να κλείσουν τις θάλασσες και να επιβάλουν διαδροµές χερσαίες ως «δρόµους του µεταξιού».
Η Ελλάδα ιστορικά, πολιτιστικά και οικονοµικά, εµπορικά δεν έχει λόγους να προβληµατισθεί για το ποια είναι η «σωστή πλευρά της Ιστορίας» για αυτήν. Είναι µια χώρα και ένας λαός της θάλασσας. Εµπορικές αρµάδες όπως αυτές των Ελλήνων και των Κυπρίων απαιτούν και ισχυρό Πολεµικό Ναυτικό, µε συχνή επίδειξη σηµαίας και συµµετοχή σε όλες τις περιοχές υψηλού ενδιαφέροντος. Όπως στην παρούσα φάση στο πέρασµα από τον Ινδικό στη Μεσόγειο. Η Ελλάδα διά της παρούσας κυβέρνησής της έχει πάρει ήδη θέση. Αλλά τα «στοιχήµατα» παραµένουν ανοιχτά. Χρειάζεται να βρει πιστώσεις για πιο ισχυρό πολεµικό στόλο. Τεχνολογίες και προσωπικό υψηλής εξειδίκευσης για τα ναυπηγεία της. Συµπράξεις µε άλλες συµµαχικές χώρες ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού, για να «χτίσει» καράβια ή µέρος αυτών σε κοινοπραξίες στα ναυπηγεία της. Χρειάζεται να αναπτύξει και πάλι τις Σχολές Εµπορικού Ναυτικού, µε τη µεγάλη παράδοση σε αξιωµατικούς, που επί του παρόντος ρηµάζουν. Αξιοποίηση νέων τεχνολογιών για πλωτά µη επανδρωµένα σκάφη. Οραµα για τον Πειραιά, το κεντρικό λιµάνι της χώρας, όπως το περιέγραψε ένας από τους πλέον ισχυρούς εφοπλιστές της νεότερης γενιάς, ο κ. Χ. Βαφειάς, κατά την πρόσφατη τελετή βράβευσής του από το Εµπορικό Επιµελητήριο της πόλης: «Ο Πειραιάς έχει ναυτιλιακό DNA και δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από το Λονδίνο ή τη Σιγκαπούρη». «Εδώ», είπε χαρακτηριστικά, «είναι το ναυτιλιακό κέντρο, πρέπει να επενδύσουµε σε αυτό µε τις κατάλληλες προϋποθέσεις και µε τη βοήθεια της κυβέρνησης, ώστε όχι µόνον να είµαστε το νούµερο ένα στην Ευρώπη, αλλά και να ανταγωνιστού µε την Κίνα, που είναι ο µεγάλος ανταγωνιστής µας». Και κατέληξε: «Το DNA µας είναι αλµυρό». Ουσιαστικά, τα «ξύλινα τείχη» της Ελλάδας µπορεί να αποδειχθούν πιο ισχυρά από τα θωρακισµένα άλλων στο πέρασµα των επερχόµενων καιρών. Ολα, όµως, είναι ζήτηµα στρατηγικής επιλογής…
Η επιλογή αυτή του κ. Βαρβιτσιώτη θα µπορούσε να συµβολίσει και την «αυλαία» µιας νέας εποχής για την Ελλάδα. Η χώρα µας, µια από τις πλέον παραδοσιακές δυτικές ναυτικές δυνάµεις, όχι µόνον ως προς τον πολεµικό της στόλο, αλλά σε σχέση µε την εµπορική αρµάδα των Ελλήνων, έχει επιστρέψει ύστερα από δεκαετίες στη θέση της στον παγκόσµιο χάρτη, µε τα τρία µεγάλα ναυπηγεία της και τα δεκάδες µικρότερα να έχουν τεθεί και πάλι σε λειτουργία. Αξίζει να σηµειωθεί ότι πριν από τη δηµοσιονοµική και οικονοµική της κατάρρευση εντός της ζώνης του ευρώ, και τα τρία κεντρικά της ναυπηγεία είχαν χρεοκοπήσει και αναστείλει τη λειτουργία τους. Στη νέα αυτή περίοδο της παγκόσµιας Ιστορίας, µε τις έντονες αναταράξεις και την αναδιάταξη της παγκόσµιας ισχύος και των συσχετισµών, η Ελλάδα αναζητά ταυτότητα.
Ανασυγκροτείται και, ταυτόχρονα, αποκτά προσδοκίες ή τουλάχιστον δικαιούται να έχει προσδοκίες. Η ισχύς της Ελλάδας βρίσκεται στη θάλασσα. Εκεί ήταν πάντα και στους κακούς και στους καλούς καιρούς. Ο ελληνόκτητος στόλος αναπτύσσεται και ανταγωνίζεται έναν από τους µεγαλύτερους κρατικοκεντρικούς, αυτόν της Κίνας. Οι προκλήσεις για τις θαλάσσιες διαδροµές και οι ανταγωνισµοί για την ασφάλεια και τη ναυσιπλοΐα ήδη δεσπόζουν. Όχι µόνον στην Ερυθρά ή στον Κόλπο, αλλά και στην Αρκτική και όπου γης. Μέσα στα επόµενα χρόνια θα κυριαρχήσει η σύγκρουση και το παρασκήνιο για τις διαδροµές από την Ασία προς την Ευρώπη και από τον Βορρά στον Νότο. Η Ελλάδα µέσα σε αυτό το θορυβώδες παζλ θα πρέπει να βρει τον δρόµο και την ταυτότητά της. Να ανακτήσει την ισχύ και την εµβληµατικότητά της. Χερσαίες δυνάµεις και λαοί της στέπας επιχειρούν να κλείσουν τις θάλασσες και να επιβάλουν διαδροµές χερσαίες ως «δρόµους του µεταξιού».
Η Ελλάδα ιστορικά, πολιτιστικά και οικονοµικά, εµπορικά δεν έχει λόγους να προβληµατισθεί για το ποια είναι η «σωστή πλευρά της Ιστορίας» για αυτήν. Είναι µια χώρα και ένας λαός της θάλασσας. Εµπορικές αρµάδες όπως αυτές των Ελλήνων και των Κυπρίων απαιτούν και ισχυρό Πολεµικό Ναυτικό, µε συχνή επίδειξη σηµαίας και συµµετοχή σε όλες τις περιοχές υψηλού ενδιαφέροντος. Όπως στην παρούσα φάση στο πέρασµα από τον Ινδικό στη Μεσόγειο. Η Ελλάδα διά της παρούσας κυβέρνησής της έχει πάρει ήδη θέση. Αλλά τα «στοιχήµατα» παραµένουν ανοιχτά. Χρειάζεται να βρει πιστώσεις για πιο ισχυρό πολεµικό στόλο. Τεχνολογίες και προσωπικό υψηλής εξειδίκευσης για τα ναυπηγεία της. Συµπράξεις µε άλλες συµµαχικές χώρες ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού, για να «χτίσει» καράβια ή µέρος αυτών σε κοινοπραξίες στα ναυπηγεία της. Χρειάζεται να αναπτύξει και πάλι τις Σχολές Εµπορικού Ναυτικού, µε τη µεγάλη παράδοση σε αξιωµατικούς, που επί του παρόντος ρηµάζουν. Αξιοποίηση νέων τεχνολογιών για πλωτά µη επανδρωµένα σκάφη. Οραµα για τον Πειραιά, το κεντρικό λιµάνι της χώρας, όπως το περιέγραψε ένας από τους πλέον ισχυρούς εφοπλιστές της νεότερης γενιάς, ο κ. Χ. Βαφειάς, κατά την πρόσφατη τελετή βράβευσής του από το Εµπορικό Επιµελητήριο της πόλης: «Ο Πειραιάς έχει ναυτιλιακό DNA και δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από το Λονδίνο ή τη Σιγκαπούρη». «Εδώ», είπε χαρακτηριστικά, «είναι το ναυτιλιακό κέντρο, πρέπει να επενδύσουµε σε αυτό µε τις κατάλληλες προϋποθέσεις και µε τη βοήθεια της κυβέρνησης, ώστε όχι µόνον να είµαστε το νούµερο ένα στην Ευρώπη, αλλά και να ανταγωνιστού µε την Κίνα, που είναι ο µεγάλος ανταγωνιστής µας». Και κατέληξε: «Το DNA µας είναι αλµυρό». Ουσιαστικά, τα «ξύλινα τείχη» της Ελλάδας µπορεί να αποδειχθούν πιο ισχυρά από τα θωρακισµένα άλλων στο πέρασµα των επερχόµενων καιρών. Ολα, όµως, είναι ζήτηµα στρατηγικής επιλογής…