Η πυρκαγιά που ξεκίνησε από τον Βαρνάβα και κατέληξε στο Χαλάνδρι συνεχίζει δικαιολογηµένα να κυριαρχεί στο προσκήνιο της επικαιρότητας.

Μαζί της τίθενται πολιτικά και επιχειρησιακά µια σειρά από κρίσιµα δοµικά ζητήµατα για την Πολιτική Προστασία και τις δυνατότητες της διαχείρισης κρίσεων, αλλά και συνολικά για τη δασική πολιτική της χώρας. Έχουν µιλήσει διάφοροι υπουργοί, πολιτικοί, ειδικοί, δηµοσιολογούντες γενικώς, αλλά έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον να µείνουµε σε µια διαφορετική ως προς την αφετηρία αλλά και εν γένει τις αναφορές της τοποθέτηση, σε ραδιοφωνική συνέντευξη που παραχώρησε ο υπουργός Περιβάλλοντος, πάντα συγκροτηµένος και χωρίς µικροκοµµατικές εξάρσεις, κ. Θ. Σκυλακάκης. Σηµειωτέον ότι ο πρωθυπουργός δεν έχει µιλήσει εκτενώς για το όλο θέµα, προτιµώντας να συντονίσει συσκέψεις στο Μαξίµου ή την Πεντέλη, προκειµένου να ληφθούν γρήγορες και ρεαλιστικές αποφάσεις για την προστασία και αποκατάσταση των πυρόπληκτων, αλλά και για τις πολιτικές που θα ακολουθήσουν σε σχέση µε τα δάση και την πολιτική προστασία.

«Πρέπει να καλύψουµε αδυναµίες πολλών δεκαετιών και η προσπάθεια οφείλει να είναι διαχρονική, αφού ξεπερνά τη µία ή τις δύο ή τις τρεις κυβερνήσεις. Παράλληλα, πρέπει να έχει µακροχρόνιο ορίζοντα για να οδηγήσει σε θετικό αποτέλεσµα», ήταν η βάση µιας συνολικής οριοθέτησης από τον αρµόδιο υπουργό κ. Σκυλακάκη για την πολιτική σε σχέση µε τα δάση που ακολουθείται και θα εξελιχθεί.

Η συγκεκριµένη οπτική, που διαφεύγει από τη µικροπολιτική και τον ορίζοντα της κυβερνητικής θητείας, δίνει τη στρατηγική θεώρηση που θα πρέπει να τεθεί ως βάση για όποια συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων και προτάσεων, είτε εντός Κοινοβουλίου είτε εκτός αυτού. Επίσης δείχνει τον δρόµο που µπορεί να ακολουθηθεί από την κυβέρνηση και από συναδέλφους του υπουργούς, για να αντιµετωπισθούν χρονίζοντα και δοµικά προβλήµατα και εµπλοκές που δεν επιτρέπουν στη χώρα να πετύχει τον εκσυγχρονισµό και, το κυριότερο, την αναβάθµισή της. Αξίζει στο σηµείο αυτό να ληφθεί υπόψη η στενή σχέση εκτίµησης που υπάρχει διαχρονικά µεταξύ του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη και του υπουργού του κ. Σκυλακκάκη, είτε βρισκόταν αυτός στο υπουργείο Οικονοµικών είτε στον σηµερινό τοµέα αρµοδιότητας του. Στη συγκεκριµένη συνέντευξη ο κ. Σκυλακάκης έδειξε το βάθος του ζητήµατος, αναδεικνύοντας την πραγµατικότητα των ελληνικών δασών που είναι αφηµένα για περίπου 60 χρόνια µε σωρευµένη την καύσιµη ύλη και τη βιοµάζα εντός αυτών. Συνάγεται από αυτό ότι η παγιωµένη στρατηγική των δασαρχείων και της εν λόγω περιβαλλοντολογικής νοµοθεσίας, να µην επιτρέπεται να κοπεί δέντρο, ούτε καν να καθαρισθεί τελικά το δάσος, κρίνεται εκ του αποτελέσµατος ως λανθασµένη.

Στην κατεύθυνση αυτή ο υπουργός Περιβάλλοντος διατύπωσε συνοπτικά αλλά ουσιαστικά τις επιλογές που έχουν προκριθεί και πριν από την τελευταία πυρκαγιά στην Αττική. Μίλησε για πρόγραµµα διαχείρισης δασών µε αραιώσεις, µόνιµη συντήρηση αντιπυρικών ζωνών, οδικό δίκτυο, την οικονοµική αξία της βιοµάζας ως έσοδο για τη φροντίδα των δασών, την πρότυπη δράση του ∆ήµου ∆ιονύσου, τη διαφορετική θεώρηση που θα πρέπει να υπάρξει για τις ρεµατιές ως «υπερµεταδότες φωτιάς». Η στρατηγική αντίληψη, αντί των συνηθισµένων τακτικισµών, αναδεικνύεται έτσι σε εθνικό σχέδιο, πέραν της θητείας της κάθε κυβέρνησης για δοµικά ζητήµατα της χώρας, που δεν είναι µόνον τα δάση και η πολιτική προστασία, αλλά και τα µέτωπα της Υγείας, της παιδείας, της ασφάλειας ή της λειτουργίας του κράτους, µέτωπα που αναδεικνύει ως προτεραιότητες ο πρωθυπουργός, δοκιµάζοντας τη δυνατότητα του πολιτικού συστήµατος να συµµετάσχει σε δηµιουργικές και διεξοδικές πολιτικές.

∆εν είναι τυχαίο ότι ακολούθησε η περιγραφή στρατηγικής από Κασσελάκη και Φάµελλο για τα δάση και την Πολιτική Προστασία, µε τον πρώτο να προτείνει τη συγκρότηση Ανεξάρτητης Αρχής και τον δεύτερο να υπερασπίζεται σχετικές πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ στη βάση του πορίσµατος Goldmauer (2019).

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή