Για την επόµενη ηµέρα στο ΠΑΣΟΚ θα αποφασίσουν τα µέλη και οι φίλοι του στις εκλογές τις ερχόµενες εβδοµάδες. Ανάλογα µε τις υποψηφιότητες που θα προκρίνουν στον πρώτο γύρο ως επικρατούσες για τον δεύτερο και ανάλογα µε την τελική επιλογή τους για την ηγεσία, θα δώσουν το δικό τους στίγµα και κατεύθυνση στην πορεία και το προφίλ του ισχυρότερου κόµµατος εξουσίας στη µακρά περίοδο της Μεταπολίτευσης, που έκλεισε, µαζί µε την κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ, µε τη χρεοκοπία του 2010-2011.

Οι έξι υποψηφιότητες για την ηγεσία έχουν εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά µεταξύ τους, τόσο προσωπικά όσο και πολιτικά. Αυτό σηµαίνει ότι τα µέλη και οι φίλοι του κόµµατος που θα προσέλθουν έχουν επιλογές. Άλλο το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη, άλλο το ΠΑΣΟΚ του Γερουλάνου, άλλο το «µεταβατικό» ΠΑΣΟΚ του ∆ούκα, και φυσικά άλλο το ΠΑΣΟΚ της ∆ιαµαντοπούλου, της Γιαννακοπούλου ή του Κατρίνη..

Το ΠΑΣΟΚ -πριν και µετά το debate- επανέρχεται στο προσκήνιο, γιατί δείχνει πολύ πιο συγκροτηµένο, πιο συνεκτικό και πιο έµπρακτα φιλόδοξο από τον σε τροχιά συνεχών διασπάσεων ΣΥΡΙΖΑ. Ως συνταγµατικά πλουραλιστικό και κοινοβουλευτικό, το πολιτικό σύστηµα χρειάζεται συγκροτηµένα και ισχυρά κόµµατα µε στρατηγικές ηγεσίες και εγγυήσεις συµµετοχής στη διακυβέρνηση ή στην άσκηση αντιπολίτευσης, προκειµένου να λειτουργεί οµαλά και δηµιουργικά η πολιτειακή δηµοκρατία.

∆ιαφορετικά, µετά τη µακρά «ανάπαυλα» της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, υφίσταται ο κίνδυνος εκ νέου κυβερνητικής αστάθειας, κατάπτωσης του προφίλ της χώρας, κατάρρευσης του επιβαρυµένου από τις µνηµονιακές υποχρεώσεις επιπέδου ζωής, µε αποτέλεσµα συγκρούσεις, «πλατείες», εξτρεµιστικό λαϊκισµό του πλήθους της οργής και διωγµούς των συστηµικών πολιτικών και των συνοδοιπόρων τους από τους πολίτες.

Πιο ισχυρά από την Ελλάδα και εξόχως συντεταγµένα ευρωπαϊκά κράτη έχουν ήδη µπει σε αυτή τη δίνη. Στο πλαίσιο αυτό η Σοσιαλδηµοκρατία, το Αριστερό Κέντρο, που εκπροσωπείται µε δοµικό τρόπο από το ανασυγκροτούµενο ΠΑΣΟΚ, στη βάση της επιλογής των µελών και των φίλων του µέσω κάλπης, θα µπορούσε να εκπροσωπηθεί και να κινηθεί υπό την ηγεσία του Π. Γερουλάνου σε µια νέα διαδροµή σε σχέση µε τις έξι περιόδους που χαρακτηρίζουν την ιστορία του Kινήµατος. ∆ιαφορετική από την περίοδο του Α. Παπανδρέου, του Κ. Σηµίτη, του Γ. Παπανδρέου, του Ευ. Βενιζέλου και τη διαχείριση της πολιτικής κατάρρευσης υπό τις ηγεσίες της Φώφης Γεννηµατά και τελικά του Ν. Ανδρουλάκη.

Από τη φύση του ο κ. Γερουλάνος δεν είναι λαϊκιστής. Χαρακτηρίζεται από κατά τεκµήριο κοινωνική κουλτούρα, αστική καταγωγή, ήθος και έκφραση, διαλεκτική στην πολιτική και θετικό πνεύµα στον κυβερνητισµό. Έτσι θα µπορούσε να σταθεί µε εύσχηµο και εποικοδοµητικό τρόπο στο βήµα του Κοινοβουλίου, µιλώντας µε πολιτικές και αρχές, µε µια συνεκτική εθνική και κοινωνική λογική, τόσο προς την Κεντροδεξιά-∆εξιά όσο και προς την Αριστερά, προσδίδοντας στην εξουσία και τη δηµοκρατική διαδραστικότητα ηθική και κίνηση, είτε από τα έδρανα της αντιπολίτευσης είτε της διακυβέρνησης, αφού είναι εξόχως πιθανές οι κυβερνήσεις συνασπισµού στο εγγύς µέλλον.

Αν θέλει ο Σοσιαλισµός και η αριστερή πλευρά του πολιτικού Κέντρου να κλείσουν στο συρτάρι τον λαϊκισµό της αµηχανίας και της ατάκας, ο κ. Γερουλάνος δεν θα πρέπει απλώς να επικρατήσει στην κοµµατική ηγεσία. Θα πρέπει να του δοθεί η ευχέρεια να επηρεάσει µε τον πολιτισµό του το πολιτικό σύστηµα και την εθνική κοσµοθεωρία εν συνόλω.

Η ευθύνη ανήκει στα µέλη και τους φίλους του ΠΑΣΟΚ, που προβλέπεται να προσέλθουν µαζικά στις κάλπες υπερβαίνοντας κάθε εκτίµηση συµµετοχής και «κονιορτοποιώντας» κάθε πρόβλεψη, όπως συνέβη και σε άλλες περιπτώσεις, µε τελευταία και εξόχως σηµαντική την επιλογή των µελών και των φίλων της Νέας ∆ηµοκρατίας στις 10 Ιανουαρίου 2016. Όταν ανέδειξαν στην ηγεσία του κόµµατος τον «αουτσάιντερ» στις τότε δηµοσκοπήσεις Κ. Μητσοτάκη.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 27/09/2024