Η "πολιτική ολιγαρχία" αλλά και τα κόµµατα απλώς δεν έχουν ιδέες
Άρθρο γνώμης
Όλοι µιλούν για µεταρρυθµίσεις και κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά τελικά µένουν σε στερεότυπα και πόλωση εκλογικού τύπου
Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ή και στις ΗΠΑ οι παραδοσιακές πολιτικές οικογένειες αντιµετωπίζονται θετικά ως «µεγάλα σπίτια» του κοινοβουλευτισµού τους. Στην αντιδραστική Ελλάδα, όπου αποτελεί καθεστώς η αρνητική προσέγγιση σε ό,τι σχετίζεται µε τις παραδόσεις στη λειτουργία του κοινοβουλευτισµού, οι πολιτικές οικογένειες χαρακτηρίζονται ως «πολιτική ολιγαρχία».
Το ίδιο συµβαίνει και µε τις επιχειρηµατικές οικογένειες που ονοµάζονται συνήθως «οικονοµικό κατεστηµένο». Ας υιοθετήσουµε την αριστερίστικη, αντιδραστική, ψευτοεπαναστατική ορολογία της Ελλάδας.
Η πορεία του κοινοβουλευτισµού στην Ελλάδα τον τελευταίο µισό αιώνα θεωρείται και είναι σταθερή, αδιατάρακτη από στρατιωτικά ή πολιτικά πραξικοπήµατα και αδιαµφισβήτητη.
Οι πολίτες-ψηφοφόροι, παρά το γεγονός ότι αρέσκονται να αντιδρούν στην έννοια του κατεστηµένου, υπερψηφίζουν µε πεποίθηση και συνέπεια τις διαδοχικές γενιές από τα πολιτικά «µεγάλα σπίτια». Αυτά υποκαθιστούν µέχρι ενός βαθµού το έλλειµµα αριστοκρατίας της Ελλάδας -αυτό που ονόµαζαν οι Βρετανοί ως «άνδρες µε τιµή»- αλλά και την παρουσία καθοδηγητικών ελίτ που αναγνωρίζονται σε άλλες χώρες ως κρίσιµος παράγων εξέλιξης και ασφάλειας του συστήµατος των εθνικών κρατών.
Από την πλευρά της η «πολιτική ολιγαρχία» της Ελλάδας, που προσοµοιάζει ως µια συνέχεια των προεστών της προεπαναστατικής αλλά και της µετεπαναστατικής περιόδου -αυτή η σύγχυση και η διάχυση από την τοπική εξουσία του άρχοντα στη σκληρή επιρροή στο πελατειακό-κοµµατικό κράτος είναι υπεύθυνη για πολλές παρεξηγήσεις και εµπλοκές ιστορικά-, δεν δείχνει ότι µπορεί να βοηθήσει σε ιστορικά άλµατα το εθνικό κράτος.
Παρά το γεγονός ότι οι γόνοι και οι θυγατέρες των πολιτικών οικογενειών σπουδάζουν στα καλύτερα σχολεία και πανεπιστήµια του εσωτερικού και του εξωτερικού και παρά το γεγονός ότι έχουν ισχυρή στήριξη από τους ψηφοφόρους, δεν κατορθώνουν να εξελιχθούν σε κοινωνούς προόδου και νέων ιδεών στη χώρα παρά τις θέσεις αρµοδιότητας και ευθύνης. Μοιάζουν και αυτές οι διάδοχες γενιές της «πολιτικής ολιγαρχίας» να ακολουθούν το µοντέλο των νεοεισερχόµενων, «νεόπλουτων» στην πολιτική ανθρώπων και οικογενειών.
Συγκεντρώνουν βιογραφικό αλλά όχι εµπειρίες και νεωτεριστικές στρατηγικές ιδέες για την εξέλιξης της πατρίδας. Επίσης «επιστρέφοντας εξ Εσπερίας» δεν διατηρούν τις σχέσεις, τις φιλίες και τις γνωριµίες τους εκεί, µε οµογενείς αλλά και αλλοδαπούς των διεθνών ελίτ, που θα µπορούσαν να αποτελέσουν µια σοβαρή οµήγυρη σκέψεων και ιδεών για πρωτοβουλίες που θα άλλαζαν τους «εφιάλτες» και το «κακορίζικο» του τόπου, στη διακυβέρνηση του οποίου έχουν δεσπόζοντα ρόλο. Πέραν της «πολιτικής ολιγαρχίας» και των εκπροσώπων της, οι νεότερες γενιές ανθρώπων, επιτυχηµένων επαγγελµατιών, οι περισσότεροι εκ της αστικής τάξης, που στην Ελλάδα είναι απέραντη, δεν δείχνουν ότι διαθέτουν ιδέες , πεποιθήσεις και βιώµατα πέραν του πολιτικού εγωισµού και της δηµοσιοσχετίστικης µαταιοδοξίας τους, αναλωνόµενοι στην εµπλοκή τους µε τον κοινοβουλευτισµό αποκλειστικά µε το ρουσφέτι, τη διαιώνιση των πελατειακών σχέσεων έναντι σταυρών και τη συµµετοχή τους στη δοµική διαφθορά που καταστρέφει παραδοσιακά τη χώρα και «αυγατίζει» τις προσωπικές περιουσίες τους.
Τα πολιτικά κόµµατα ύστερα από µισό αιώνα αδιατάρακτου κοινοβουλευτισµού υπολείπονται των παλαιοτέρων τόσο σε ιδέες όσο και σε πολιτικές. Όλοι µιλούν για µεταρρυθµίσεις, εκσυγχρονισµούς, αναβάθµιση και κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά τελικά µένουν -γιατί µόνον αυτό µπορούν- σε στερεότυπα και πόλωση εκλογικού τύπου µεταξύ κυβερνήσεων και αντιπολιτεύσεων. Τίποτα το ουσιώδες λοιπόν, µε την Ελλάδα να διακατέχεται ακόµη από τα σύνδροµα του Μεσοπολέµου, του προηγούµενου αιώνα. Τα κόµµατα ταυτόχρονα, κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, είναι αφηµένα ως προς την πολιτική και κυβερνητική στρατηγική τους στους τεχνοκράτες ή τους καθηγητές πανεπιστηµίου. Οι τεχνοκράτες εξάλλου στην πλειοψηφία τους είναι απολύτως ταυτισµένοι µε την ευρωπαϊκή τεχνοκρατία και γραφειοκρατία. Οι τεχνοκράτες όµως δεν είναι οι κατάλληλοι για να σχεδιάσουν στρατηγικές µε πολιτικό και εθνικό όραµα. Αλλά να υλοποιήσουν τέτοιες στρατηγικές. Καταλήγουµε σε κάτι απλό και σύνθετο µαζί. Το πολιτικό σύστηµα δεν έχει ιδέες. Για τον λόγο αυτόν αναλώνεται και ανακυκλώνεται σε… πετροβολητό.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 30/10/2024
Το ίδιο συµβαίνει και µε τις επιχειρηµατικές οικογένειες που ονοµάζονται συνήθως «οικονοµικό κατεστηµένο». Ας υιοθετήσουµε την αριστερίστικη, αντιδραστική, ψευτοεπαναστατική ορολογία της Ελλάδας.
Η πορεία του κοινοβουλευτισµού στην Ελλάδα τον τελευταίο µισό αιώνα θεωρείται και είναι σταθερή, αδιατάρακτη από στρατιωτικά ή πολιτικά πραξικοπήµατα και αδιαµφισβήτητη.
Οι πολίτες-ψηφοφόροι, παρά το γεγονός ότι αρέσκονται να αντιδρούν στην έννοια του κατεστηµένου, υπερψηφίζουν µε πεποίθηση και συνέπεια τις διαδοχικές γενιές από τα πολιτικά «µεγάλα σπίτια». Αυτά υποκαθιστούν µέχρι ενός βαθµού το έλλειµµα αριστοκρατίας της Ελλάδας -αυτό που ονόµαζαν οι Βρετανοί ως «άνδρες µε τιµή»- αλλά και την παρουσία καθοδηγητικών ελίτ που αναγνωρίζονται σε άλλες χώρες ως κρίσιµος παράγων εξέλιξης και ασφάλειας του συστήµατος των εθνικών κρατών.
Από την πλευρά της η «πολιτική ολιγαρχία» της Ελλάδας, που προσοµοιάζει ως µια συνέχεια των προεστών της προεπαναστατικής αλλά και της µετεπαναστατικής περιόδου -αυτή η σύγχυση και η διάχυση από την τοπική εξουσία του άρχοντα στη σκληρή επιρροή στο πελατειακό-κοµµατικό κράτος είναι υπεύθυνη για πολλές παρεξηγήσεις και εµπλοκές ιστορικά-, δεν δείχνει ότι µπορεί να βοηθήσει σε ιστορικά άλµατα το εθνικό κράτος.
Παρά το γεγονός ότι οι γόνοι και οι θυγατέρες των πολιτικών οικογενειών σπουδάζουν στα καλύτερα σχολεία και πανεπιστήµια του εσωτερικού και του εξωτερικού και παρά το γεγονός ότι έχουν ισχυρή στήριξη από τους ψηφοφόρους, δεν κατορθώνουν να εξελιχθούν σε κοινωνούς προόδου και νέων ιδεών στη χώρα παρά τις θέσεις αρµοδιότητας και ευθύνης. Μοιάζουν και αυτές οι διάδοχες γενιές της «πολιτικής ολιγαρχίας» να ακολουθούν το µοντέλο των νεοεισερχόµενων, «νεόπλουτων» στην πολιτική ανθρώπων και οικογενειών.
Συγκεντρώνουν βιογραφικό αλλά όχι εµπειρίες και νεωτεριστικές στρατηγικές ιδέες για την εξέλιξης της πατρίδας. Επίσης «επιστρέφοντας εξ Εσπερίας» δεν διατηρούν τις σχέσεις, τις φιλίες και τις γνωριµίες τους εκεί, µε οµογενείς αλλά και αλλοδαπούς των διεθνών ελίτ, που θα µπορούσαν να αποτελέσουν µια σοβαρή οµήγυρη σκέψεων και ιδεών για πρωτοβουλίες που θα άλλαζαν τους «εφιάλτες» και το «κακορίζικο» του τόπου, στη διακυβέρνηση του οποίου έχουν δεσπόζοντα ρόλο. Πέραν της «πολιτικής ολιγαρχίας» και των εκπροσώπων της, οι νεότερες γενιές ανθρώπων, επιτυχηµένων επαγγελµατιών, οι περισσότεροι εκ της αστικής τάξης, που στην Ελλάδα είναι απέραντη, δεν δείχνουν ότι διαθέτουν ιδέες , πεποιθήσεις και βιώµατα πέραν του πολιτικού εγωισµού και της δηµοσιοσχετίστικης µαταιοδοξίας τους, αναλωνόµενοι στην εµπλοκή τους µε τον κοινοβουλευτισµό αποκλειστικά µε το ρουσφέτι, τη διαιώνιση των πελατειακών σχέσεων έναντι σταυρών και τη συµµετοχή τους στη δοµική διαφθορά που καταστρέφει παραδοσιακά τη χώρα και «αυγατίζει» τις προσωπικές περιουσίες τους.
Τα πολιτικά κόµµατα ύστερα από µισό αιώνα αδιατάρακτου κοινοβουλευτισµού υπολείπονται των παλαιοτέρων τόσο σε ιδέες όσο και σε πολιτικές. Όλοι µιλούν για µεταρρυθµίσεις, εκσυγχρονισµούς, αναβάθµιση και κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά τελικά µένουν -γιατί µόνον αυτό µπορούν- σε στερεότυπα και πόλωση εκλογικού τύπου µεταξύ κυβερνήσεων και αντιπολιτεύσεων. Τίποτα το ουσιώδες λοιπόν, µε την Ελλάδα να διακατέχεται ακόµη από τα σύνδροµα του Μεσοπολέµου, του προηγούµενου αιώνα. Τα κόµµατα ταυτόχρονα, κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, είναι αφηµένα ως προς την πολιτική και κυβερνητική στρατηγική τους στους τεχνοκράτες ή τους καθηγητές πανεπιστηµίου. Οι τεχνοκράτες εξάλλου στην πλειοψηφία τους είναι απολύτως ταυτισµένοι µε την ευρωπαϊκή τεχνοκρατία και γραφειοκρατία. Οι τεχνοκράτες όµως δεν είναι οι κατάλληλοι για να σχεδιάσουν στρατηγικές µε πολιτικό και εθνικό όραµα. Αλλά να υλοποιήσουν τέτοιες στρατηγικές. Καταλήγουµε σε κάτι απλό και σύνθετο µαζί. Το πολιτικό σύστηµα δεν έχει ιδέες. Για τον λόγο αυτόν αναλώνεται και ανακυκλώνεται σε… πετροβολητό.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 30/10/2024