Οι Αµερικανοί δεν ψήφισαν µόνον για τον πρόεδρό τους την Τρίτη. Αλλά καθόρισαν τις εξελίξεις στη ∆ύση και προέκριναν την ιστορία του πλανήτη. Αυτοί και όχι οι ελίτ της woke ατζέντας και οι παγκόσµιοι παίκτες της αγοράς του χρήµατος, από τους οποίους πήραν την «σκυτάλη» της εξέλιξης. Στην παρούσα φάση, η πλήρης κυριαρχία του Ντ. Τραµπ στα κέντρα αποφάσεων της Ουάσινγκτον δεν αποτελεί µόνον πλήγµα στη φιλελεύθερη µαζική κουλτούρα της εποχής µετά το τέλος του Ψυχρού Πολέµου, που εµπεδώθηκε στην παγκόσµια ∆ύση µέσα στις τελευταίες τρεις δεκαετίες, µε πατριάρχη τον πρόεδρο Κλίντον στην ηγεσία των ΗΠΑ.

Τα τελευταία 24ωρα παρακολουθούµε την απόγνωση και τη στρατηγική αµηχανία αυτού του δυτικού κλαµπ, µε τις πολλές αργυρώνητες παραφυάδες, που «έκλεψε» από τους λαούς και τα έθνη την αντιπροσώπευσή τους στις ηγεσίες και καθόρισε τις εξελίξεις της νίκης της ∆ύσης στη Σοβιετία, µέσα από δίκτυα τύπου Σόρος ή κλειστές συνάξεις τύπου Φόρουµ Νταβός. Εκπληκτο το κλαµπ των ελίτ από τις εξελίξεις και το γεγονός ότι στις 20 Ιανουαρίου αναλαµβάνει µε πλήρη ισχύ τη διακυβέρνηση των ΗΠΑ, της ηγετικής δύναµης στη ∆ύση, ο αποκρουστικός γι’ αυτήν την οπτική Ντ. Τραµπ. Οι ελίτ πίστευαν για πολύ καιρό τώρα ότι είχαν ελέγξει τη δηµοκρατία της µαζικής ψήφου, αλλά οι Αµερικανοί απέδειξαν ότι αυτή η πεποίθηση ήταν µια µαταιοδοξία. Ετσι, επιστρέφουµε στη θεωρία της κυκλοφορίας των ελίτ σύµφωνα µε τον Παρέτο. Από τις «αλεπούδες» στους «λέοντες».

Τέτοιου τύπου, όµως, ηγεσίες δεν διαθέτει επί του παρόντος η Ευρώπη των «Τσάµπερλεν». Αντίθετα, οι εθνικές πολιτικές ηγεσίες της και τα συστήµατα διακυβέρνησής της σε µια σειρά από κεντρικές δυνάµεις βρίσκονται σε φάση παρακµής και αµφισβήτησης από τους λαούς τους, που ψηφίζουν σε κάθε ευκαιρία αντισυστηµικά, όχι µε τον κάθετα αποφασιστικό τρόπο των Αµερικανών πολιτών, αλλά αρκούντως παρεµβατικά και τελικά καθοριστικά για τις εξελίξεις. Η Ευρωπαϊκή Ενωση, η πλέον ογκώδης παγκόσµια εταιρεία εθνικών συµµετοχών, υπό γερµανική διαχείριση και Γάλλο βασικό µέτοχο, είναι από τα προηγούµενα χρόνια σε κρίση. Ανταγωνιστικότητας, καινοτοµίας, διάχυσης πλούτου, επέκτασης σε νέες αγορές, βιώσιµου αναπτυξιακού µοντέλου. Βασισµένη στην «πράσινη οικονοµία», τα όρια της οποίας δεν είναι επαρκή για τη διόγκωση του πλούτου και πολύ περισσότερο µε τις προδιαγραφές που έθεσε για την αντιµετώπιση της κλιµατικής αλλαγής και της προστασίας του περιβάλλοντος, δηµιούργησε πληθωρισµό ακρίβειας στους λαούς στην καθηµερινότητα και δείχνει απολύτως αιφνιδιασµένη από µια σειρά ραγδαίων εξελίξεων στην παγκόσµια δοµή. Πρώτον, από το γεγονός ότι έχασε το τρένο των τεχνολογιών, στο οποίο βασίσθηκε η Αµερική και εκτόξευσε τη θέση της, επιβεβαιώνοντας την ηγεµονία της στις παγκόσµιες αγορές χρήµατος, αλλά και από την αναίδεια της Ρωσίας του Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία, «σπάζοντας» την άτυπη παγκόσµια συµφωνία για µη πόλεµο στην Ευρώπη.

Η γερµανική διαχείριση της Ευρώπης βασιζόταν στην ηγεµονία της έναντι όλων. Η ηγεµονία της, µέχρι και το τέλος της εποχής Μέρκελ, βασιζόταν σε δύο στρατηγικές προνοµιών υπέρ της. Από τη µια, στις ενεργειακές συµφωνίες µε τη Ρωσία και στα δίκτυα αγωγών Nordstream και, από την άλλη, στην προνοµιακή θέση του Ράιχ στο εξωτερικό εµπόριο µε την Κίνα και τη ζώνη των BRICS. Αυτά χωρίς να λογίζεται η ανταγωνιστική θέση ισχύος εντός της αγοράς των ΗΠΑ µε τα αυτοκίνητα και τις «λευκές συσκευές», µε το πλεονέκτηµα του ελεύθερου εµπορίου.

Οι Αµερικανοί µε το επιχείρηµα αρχικά της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία υπαγόρευσαν αυστηρές κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας και στην Ευρώπη. Μέσα από αυτές κατέστρεψαν το γερµανικό ενεργειακό πλεονέκτηµα στον σύνδεσµο µε Ρωσία. Στη συνέχεια, στο δικό τους δόγµα ασφαλείας χαρακτήρισαν ως απειλή και στρατηγικό ανταγωνιστή για τις ΗΠΑ, άρα και τη ∆ύση, την Κίνα. Αλλο ένα πρόβληµα εξ αντανακλάσεως για τη Γερµανία και άλλες ευρωπαϊκές δυνάµεις -όχι ιδιαίτερα για την Ελλάδα- και το εξωτερικό της εµπόριο, που σχετίζεται περίπου 80% µε την Κίνα.

Πέραν των άλλων, οι «ισχυροί» της Ευρώπης, αν και παραγωγοί οπλικών συστηµάτων, δεν συντηρούσαν εθνικές ένοπλες δυνάµεις, υποχρέωση και ως µελών στο ΝΑΤΟ, αφήνοντας όλο το κόστος της ασφάλειας της Ευρώπης στον αµερικανικό κρατικό προϋπολογισµό. Οι ηγεσίες αυτές στην Ευρώπη κρατούσαν µόνον τα έσοδα από την πολεµική τους βιοµηχανία, χωρίς έξοδα. Εξαίρεση αποτελούν χώρες όπως η Πολωνία ή η Ελλάδα, αλλά αυτό δεν αλλάζει τη γενική εικόνα στο τοπίο. Τα θέµατα αυτά είχαν τεθεί σθεναρά και επί προεδρίας Μπάιντεν και ∆ηµοκρατικών. Αλλά προχθές προέκυψε στην ηγεσία των ΗΠΑ κυρίαρχος ο Ντ. Τραµπ για τα επόµενα τέσσερα χρόνια. Τι σηµαίνει αυτό; Σε πρώτο πλάνο η επιβολή δασµών για τα ευρωπαϊκά προϊόντα στην είσοδό τους στην αµερικανική αγορά. Και µπορεί κατ’ αντιστοιχία να υπάρξουν δασµοί στην ευρωπαϊκή αγορά, αλλά αυτό δεν µπορεί να αποφασισθεί για τα αµερικανικά προϊόντα αποκλειστικά και όχι για προϊόντα από τρίτες χώρες. Το άλλο που µπορεί να συµβεί και να µην τεθεί θέµα δασµών από τις ΗΠΑ είναι απλό. Τελωνειακή ένωση µεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ. Αλλά αυτό θα σηµατοδοτήσει µια στροφή της Ευρώπης προς την ενιαία εµπορικά και οικονοµικά ∆ύση. Ενα νέο «Ατλαντικό Σύµφωνο». Προϋποθέτει µια «βαριά» συζήτηση αρχικά στη Βουδαπέστη του Ορµπαν και µια απόφαση σύνδεσης της εταιρικής Ευρώπης στη ∆ύση, εγκαταλείποντας το «παιχνίδι συµφερόντων» µε την Κίνα. Καθόλου απλό, αλλά και ελεγχόµενα... σύνθετο.