Υστερα από δεκαετίες που θεωρούνταν στην Ελλάδα από κυρίαρχους συστηµικούς κύκλους αναχρονισµός ή εθνικισµός η επίκληση των συµφερόντων του εθνικού κράτους ή η αξία των συµβόλων του, η επικράτηση Τραµπ στην Αµερική λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής για το τέλος των θεωριών των σχολών της παγκοσµιοποίησης. Ενός ιδιαίτερου φιλελευθερισµού που είχε µεγάλες αποστάσεις στις θεωρήσεις και τις διεκδικήσεις του από τις κλασικές αρχές του, καθώς στηρίχθηκε στην επανάσταση του ∆ιαφωτισµού, στην ανάδειξη της αστικής τάξης έναντι της φεουδαρχίας και την επικράτηση του ορθού λόγου έναντι των ελέω Θεού δογµάτων. Η σχολή αυτή των δικαιωµατιστών, βασικά, της παγκόσµιας Αριστεράς, που υποκατέστησε και διαδέχθηκε τις στρατηγικές του υπαρκτού σοσιαλισµού, βρήκε βάσεις σε έναν «µεσαίο χώρο» σύµπραξης δυνάµεων διακυβέρνησης της Κεντροαριστεράς µε την Κεντροδεξιά, που οντολογικά και δοµικά φαντάστηκε και άσκησε εξουσία στην κατεύθυνση του τέλους των εθνών και των λαών-πολιτών υπέρ του «παγκόσµιου χωριού», της αποθέωσης των τεχνολογιών, του ελεύθερου εµπορίου και της µετατροπής των µαζών σε χωρίς ταυτότητα, ούτε καν φύλο, καταναλωτές.

Η έννοια του εθνικού κράτους µε τα ειδικά χαρακτηριστικά των κατοίκων του, τις διαφοροποιήσεις δηλαδή των εθνών-λαών, εµπόδιζε σε κάθε περίπτωση την οµοιοµορφία, που, όπως στον κοµµουνισµό των σοβιέτ στη Ρωσία ή την Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο Τσε Τουνγκ στην Κίνα, αποτέλεσε αυτοσκοπό της παγκοσµιοποίησης, την οποία επιδίωξαν ως δικαίωµα ανεξαρτησίας των λαών, και τη µαζικοποίηση και «εργαλειοποίησή» τους σε ένα άµορφο σώµα απολύτως ελεγχόµενων προλετάριων. Η θεώρηση αυτή ξεκίνησε µετά το τέλος του Ψυχρού Πολέµου ως φιλελευθερισµός που συνέδεε τη ∆εξιά µε την Αριστερά σε µια παγκόσµια νέα τάξη δυτικού προσήµου στη βάση του ατοµισµού, διαφηµίζοντας το δικαίωµα του ατόµου να αποδεσµευτεί από το σύνολο των αξιών του και να υπερασπιστεί ως οικονοµική µονάδα το εγώ του. Κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε ως τέλος των ιδεολογιών και των θρησκειών και θα οδηγούσε σε έναν πλανήτη καθοδηγούµενων δηµοκρατιών του µέσου όρου και της στατιστικής των τάσεων.

Η παρέµβαση Δένδια από την Καστοριά για τις αξίες της Ελλάδας και το τέλος των σχολών της παγκοσµιοποίησης

Στην Ελλάδα, όχι µε ευθύνη αποκλειστικά των πολιτικών όπως πολλοί θα σπεύσουν να δηλώσουν, η κυρίαρχη κουλτούρα που ανεδείχθη µέσα σε τρεις συναπτές δεκαετίες από κύκλους «στρατευµένων» στην παγκοσµιοποίηση διανοουµένων και σχολιαστών, οι οποίοι προέκυψαν από εµπορικά δίκτυα και κυρίαρχα ως προς την επιρροή τους µίντια ή διαδικτυακούς τόπους στη συνέχεια, κατέληγε σε µια επίµονη επωδό: «∆ιαλύστε το εθνικό κράτος». Η Ελλάδα ως όραµα θα έπρεπε να έχει τη συγχώνευσή της στην οµοσπονδία της Ευρώπης, που ούτε υπήρξε ούτε όλα αυτά τα χρόνια µπορούσε να ορισθεί ως ταυτότητα. Νοείται κάποιος ως Ευρωπαίος, αλλά δεν µπορεί να περιγράψει τα χαρακτηριστικά του χωρίς την εθνική ταυτότητά του που τον εντάσσει στους Ευρωπαίους. Άλλωστε, και η Ευρώπη των εταιρικών σχέσεων, ως χωνευτήρι ταυτοτήτων, εντασσόταν χωρίς όρους και δηµοκρατική αιρεσιµότητα στο «παγκόσµιο χωριό», που το προσοµοίωσαν στη θεωρία τους µε τη «παγκόσµια ∆ύση», έστω και αν κινούνταν στην υποταγή στην απολυταρχική ηγεµονία της Κίνας. Η Ελλάδα ως εθνικό κράτος, αν και υπονοµεύθηκε ή συκοφαντήθηκε από πολλούς και «σπουδαίους», επιβίωσε παρά την οικονοµική και ηθική-ιδεαλιστική καταστροφή της χάρη, εν πολλοίς, στην ψυχική αρνησικυρία του µέσου νοικοκυριού της και κάποιους γενναίους ανθρώπους από τις ελίτ. Προχθές, πλέον, ο υπουργός Άµυνας, κ. Νίκος ∆ένδιας, µε αφορµή την 112η επέτειο απελευθέρωσης της Καστοριάς από τον οθωµανικό ζυγό, κωδικοποίησε τις εθνικές αξίες και τον σεβασµό στο εθνικό κράτος - το σπίτι µας, για το οποίο είµαστε συλλογικά υπεύθυνοι σε αυτούς που έφυγαν και µας το κληροδότησαν και σε αυτούς που έρχονται να τους το αφήσουµε, για να είναι και εκείνοι ως λαός-έθνος νοικοκυραίοι και αξιοπρεπείς.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»