Οι κρίσιµες επιλογές σε πρόσωπα το στοίχηµα για τον πρωθυπουργό
Άρθρο γνώμης
Ο κ. Μητσοτάκης στα πέντε χρόνια της διακυβέρνησής του έχει αποδείξει ότι αντέχει -ή µήπως τελικά ενισχύεται;- στις προκλήσεις
Οι συνθήκες διεθνώς διαφέρουν πριν και µετά την 5η Νοεµβρίου. Τα επόµενα χρόνια, µέχρι το 2027 αρχικά και σε ορίζοντα µέχρι το 2031 στη συνέχεια, θα καθορίσουν τον κόσµο του 21ου αιώνα. Η Ελλάδα θα κερδίσει πολλά ή θα χάσει την ισορροπία της στην πρώτη διετία. Αυτό το αντιλαµβάνεται καλύτερα από όλους ο έχων τη µεγαλύτερη ευθύνη για την κατάσταση και την πορεία της χώρας, στο σύνολο των Ελλήνων πολιτών: ο πρωθυπουργός ως επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας µε απόλυτη ισχύ στη διεθνή διπλωµατία της χώρας.
Η Ελλάδα στρατηγικά είναι έτσι τοποθετηµένη, που έχει όλα τα προαπαιτούµενα ώστε στο τέλος της παγκόσµιας µετάβασης να βρεθεί στην πλευρά των νικητών. Αυτό δεν είναι ευχή ούτε εικασία. Οι επιλογές που υιοθετήθηκαν -άλλοτε πιο φοβικά, άλλοτε πιο αποφασιστικά και άλλοτε ως αποτέλεσµα της συγκυρίας που δηµιούργησαν άλλοι- από το 2012 και µετά την έχουν φέρει σε προνοµιακή θέση σε σχέση µε την εξυπηρέτηση των εθνικών της συµφερόντων.
Αυτά είναι περιπλεγµένα µε συµφέροντα άλλων. Μεγάλων δυνάµεων στη ∆ύση, όπως οι ΗΠΑ, κεντρικών δυνάµεων στην Ευρώπη, όπως η Γαλλία, η Πολωνία, η Ιταλία, οι βαλτικές αλλά και η Βρετανία στα σηµεία, µε περιφερειακές δυνάµεις στη Μεσόγειο να έχουν καθοριστική σηµασία όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος, τα Εµιράτα, η Σαουδική Αραβία και η Ιορδανία αλλά και κύριες δυνάµεις στην Ασία όπως η Ινδία. Φυσικά σηµασία έχει και η Βαλκανική και η επόµενη ηµέρα της µε τους νέους συσχετισµούς στο παγκόσµιο power game. Βρισκόµαστε σε µια σκακιέρα που µοιάζει εν πολλοίς µε τις εποχές του Ελ. Βενιζέλου και του Ι. Μεταξά, όταν η Ελλάδα κέρδισε πολλά σε εδάφη τότε, ενώ τώρα τα ζητούµενα είναι στην ισχύ, την ασφάλεια και την παραγωγική της αυτάρκεια, που σηµαίνει ευηµερία.
Η Ελλάδα µπορεί οικονοµικά να είναι ενταγµένη στην Ευρώπη και να επηρεάζεται άµεσα από αυτήν. Αλλά οι ευκαιρίες της βρίσκονται στη γεωπολιτική. Υπάρχουν δυο ιστορικές οµιλίες που καθορίζουν φάσεις της σύγχρονης Ιστορίας. Αυτή του Κ. Καραµανλή, ως Προέδρου της ∆ηµοκρατίας, στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 15 Σεπτεµβρίου 1983 και ή άλλη του Κ. Μητσοτάκη, ως πρωθυπουργού, στο αµερικανικό Κογκρέσο στις 17 Μαΐου 2022. Η πρώτη καθόρισε την εποχή που τελειώνει πλέον, µετά από τέσσερις δεκαετίες. Η δεύτερη την εποχή που ήδη έχει αρχίσει και τα επόµενα χρόνια θα καθορίσει εν πολλοίς τα δεδοµένα µε ορίζοντα το 2050. Η πρώτη αποτελεί πλέον ύλη αναφοράς των ιστορικών και των πολιτικών αναλυτών. Η δεύτερη είναι το τοπίο των «στοιχηµάτων» των Ελλήνων πρωθυπουργών της επόµενης δεκαετίας. Αλλά τελικά του σηµερινού πρωθυπουργού, που µε τις επιλογές και τους χειρισµούς του θα υπαγορεύσει και τα περιθώρια χειρισµών και ελιγµών των επόµενων.
Ο κ. Μητσοτάκης στα πέντε χρόνια της διακυβέρνησής του έχει αποδείξει ότι αντέχει -ή µήπως τελικά ενισχύεται;- στις προκλήσεις και τις δυσκολίες. Τώρα όµως πλέον, µε τα σηµερινά σύνθετα και πολυεπίπεδα δεδοµένα, έχει ένα αρχικό «στοίχηµα» να αντιµετωπίσει: πώς θα διαµορφώσει το επιτελείο του και την κυβέρνησή του, για να δώσει τη µάχη µε τις ανατροπές και τις ευκαιρίες που έρχονται άσχετα µε τη θέληση και τη συναίνεση της Ελλάδας. Ποιος θα είναι ο επόµενος Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας, µε τη διπλωµατική εµπειρία που θα µπορέσει να κάνει χειρισµούς στις απαιτητικές πλέον συναντήσεις µε τους οµολόγους του αρχηγούς κρατών. Και ποιοι θα είναι οι νέοι υπουργοί Εξωτερικών και Άµυνας που θα µπορέσουν όχι µόνον να στηρίξουν τον πρωθυπουργό στον κεντρικό ρόλο που έχει αλλά και να έχουν τα αντανακλαστικά που χρειάζεται η συγκυρία.
*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»
Η Ελλάδα στρατηγικά είναι έτσι τοποθετηµένη, που έχει όλα τα προαπαιτούµενα ώστε στο τέλος της παγκόσµιας µετάβασης να βρεθεί στην πλευρά των νικητών. Αυτό δεν είναι ευχή ούτε εικασία. Οι επιλογές που υιοθετήθηκαν -άλλοτε πιο φοβικά, άλλοτε πιο αποφασιστικά και άλλοτε ως αποτέλεσµα της συγκυρίας που δηµιούργησαν άλλοι- από το 2012 και µετά την έχουν φέρει σε προνοµιακή θέση σε σχέση µε την εξυπηρέτηση των εθνικών της συµφερόντων.
Αυτά είναι περιπλεγµένα µε συµφέροντα άλλων. Μεγάλων δυνάµεων στη ∆ύση, όπως οι ΗΠΑ, κεντρικών δυνάµεων στην Ευρώπη, όπως η Γαλλία, η Πολωνία, η Ιταλία, οι βαλτικές αλλά και η Βρετανία στα σηµεία, µε περιφερειακές δυνάµεις στη Μεσόγειο να έχουν καθοριστική σηµασία όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος, τα Εµιράτα, η Σαουδική Αραβία και η Ιορδανία αλλά και κύριες δυνάµεις στην Ασία όπως η Ινδία. Φυσικά σηµασία έχει και η Βαλκανική και η επόµενη ηµέρα της µε τους νέους συσχετισµούς στο παγκόσµιο power game. Βρισκόµαστε σε µια σκακιέρα που µοιάζει εν πολλοίς µε τις εποχές του Ελ. Βενιζέλου και του Ι. Μεταξά, όταν η Ελλάδα κέρδισε πολλά σε εδάφη τότε, ενώ τώρα τα ζητούµενα είναι στην ισχύ, την ασφάλεια και την παραγωγική της αυτάρκεια, που σηµαίνει ευηµερία.
Η Ελλάδα µπορεί οικονοµικά να είναι ενταγµένη στην Ευρώπη και να επηρεάζεται άµεσα από αυτήν. Αλλά οι ευκαιρίες της βρίσκονται στη γεωπολιτική. Υπάρχουν δυο ιστορικές οµιλίες που καθορίζουν φάσεις της σύγχρονης Ιστορίας. Αυτή του Κ. Καραµανλή, ως Προέδρου της ∆ηµοκρατίας, στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 15 Σεπτεµβρίου 1983 και ή άλλη του Κ. Μητσοτάκη, ως πρωθυπουργού, στο αµερικανικό Κογκρέσο στις 17 Μαΐου 2022. Η πρώτη καθόρισε την εποχή που τελειώνει πλέον, µετά από τέσσερις δεκαετίες. Η δεύτερη την εποχή που ήδη έχει αρχίσει και τα επόµενα χρόνια θα καθορίσει εν πολλοίς τα δεδοµένα µε ορίζοντα το 2050. Η πρώτη αποτελεί πλέον ύλη αναφοράς των ιστορικών και των πολιτικών αναλυτών. Η δεύτερη είναι το τοπίο των «στοιχηµάτων» των Ελλήνων πρωθυπουργών της επόµενης δεκαετίας. Αλλά τελικά του σηµερινού πρωθυπουργού, που µε τις επιλογές και τους χειρισµούς του θα υπαγορεύσει και τα περιθώρια χειρισµών και ελιγµών των επόµενων.
Ο κ. Μητσοτάκης στα πέντε χρόνια της διακυβέρνησής του έχει αποδείξει ότι αντέχει -ή µήπως τελικά ενισχύεται;- στις προκλήσεις και τις δυσκολίες. Τώρα όµως πλέον, µε τα σηµερινά σύνθετα και πολυεπίπεδα δεδοµένα, έχει ένα αρχικό «στοίχηµα» να αντιµετωπίσει: πώς θα διαµορφώσει το επιτελείο του και την κυβέρνησή του, για να δώσει τη µάχη µε τις ανατροπές και τις ευκαιρίες που έρχονται άσχετα µε τη θέληση και τη συναίνεση της Ελλάδας. Ποιος θα είναι ο επόµενος Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας, µε τη διπλωµατική εµπειρία που θα µπορέσει να κάνει χειρισµούς στις απαιτητικές πλέον συναντήσεις µε τους οµολόγους του αρχηγούς κρατών. Και ποιοι θα είναι οι νέοι υπουργοί Εξωτερικών και Άµυνας που θα µπορέσουν όχι µόνον να στηρίξουν τον πρωθυπουργό στον κεντρικό ρόλο που έχει αλλά και να έχουν τα αντανακλαστικά που χρειάζεται η συγκυρία.
*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»