Εν αρχή µοιάζει µε θέατρο σκιών, φυσικά πολιτικού περιεχοµένου. Στη συνέχεια µε µια εικασία χωρίς περιεχόµενο και ουσία. Τελικά µια αυθαίρετη φιλολογία, που αφορά ένα µέλλον τόσο θολό κι αόριστο, που δεν υπάρχει κανείς λόγος σε µια κρίσιµη διεθνή συγκυρία, όπως η σηµερινή, να απασχολεί καν τη δηµοσιότητα.

Στη βάση κάποιων ευκαιριακών ως προς τα δεδοµένα των δηµοσκοπήσεων λογίζεται ότι στις εθνικές εκλογές του 2027, θα υπάρξει ένα αποτέλεσµα που δεν θα δίνει ποσοστά αυτοδυναµίας σε κανένα κόµµα, ουσιαστικά µιλάµε µόνον για τη Νέα ∆ηµοκρατία. Άρα θα χρειαστεί να υπάρξουν διαβουλεύσεις για τον σχηµατισµό κυβέρνησης συνασπισµού.

Η Νέα ∆ηµοκρατία θα έχει δυο επιλογές. Από τη µία να συµφωνήσει κυβέρνηση συνεργασίας µε το ΠΑΣΟΚ, επαναλαµβάνοντας ουσιαστικά την εποχή Σαµαρά - Βενιζέλου. Από την άλλη να ζητήσει και να διαβουλευθεί κυβερνητική συνεργασία µε ένα κόµµα από τα δεξιά της.

Το πιθανότερο µε τη Φωνή της Λογικής τού τότε, υπό τη Λατινοπούλου. Όλα αυτά είναι ωραία ως συζήτηση για µια παρέα που συναντιέται στο καφενείο ή στην ταβέρνα ένα ηλιόλουστο πρωινό Κυριακής και περνάει ευχάριστα την ώρα της µε σενάρια του µέλλοντος. Σε πρακτικό επίπεδο και µε τα παρόντα δεδοµένα όλη αυτή η συζήτηση είναι και άκαιρη και άσχετη.

Γιατί γίνεται τότε; Μα για να στηριχθεί το ΠΑΣΟΚ. Το ασθενικό ως προς τη δυνατότητά του και τα ποσοστά εµπιστοσύνης από τους πολίτες κόµµα των σοσιαλδηµοκρατών, που βρέθηκε ελέω απορρύθµισης ΣΥΡΙΖΑ στα έδρανα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Από τη µία διάφορες δηµοσκοπήσεις τού δίνουν ένα πεδίο επιρροής που φθάνει µέχρι τη ζώνη του 20%. Από την άλλη τα φορτωµένα οπαδούς και ευνοηµένους από το παρελθόν του ΠΑΣΟΚ -λέγε µε κανονικότηταδιευθυντές, αναλυτές, αρχισυντάκτες και πολιτικούς ρεπόρτερ εκδοτικά συγκροτήµατα, που επιχειρούν να δώσουν προοπτική νοµής της εξουσίας στο κίνηµα του Α. Παπανδρέου και Κ. Σηµίτη µε τον µύθο του γίγαντα και την πολιτική παρουσία νάνου. Φυσικά υπάρχουν και επιχειρηµατίες που θεωρούν εύλογο για τα συµφέροντά τους να αγχώνουν την ισχυρή Ν∆ και τον κυρίαρχο στη διακυβέρνηση πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη µε σκιάχτρα που θα αµφισβητήσουν την πολιτική κυριαρχία τους. Ωραία όλα αυτά και διασκεδαστικά για τον ελεύθερο χρόνο των ανθρώπων που τους αρέσει η πολιτική και το παρασκήνιο. Αλλά ας µιλήσουµε σοβαρά. Τα όρια του ΠΑΣΟΚ θα προσδιορισθούν σε περίπου δυο χρόνια.

Όταν και θα εισερχόµεθα σε προεκλογική περίοδο. Τότε θα δούµε αν το ΠΑΣΟΚ διατηρείται σε τροχιά αξιωµατικής αντιπολίτευσης και αν προδιαγράφει δυναµική για δεύτερο κόµµα. Αν τελικά θα καταγράφεται στη ζώνη του 20% ή στην πιο σταθερή ζώνη τού 15%. Πέραν του ΠΑΣΟΚ θα δούµε πώς θα εξελιχθούν οι συνθήκες στη ζώνη αριστερά του ΠΑΣΟΚ. ∆ηλαδή πώς θα κινηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, πού και σε ποιο βαθµό θα επανενταχθεί η Νέα Αριστερά, µε τις πολλές έδρες στο Κοινοβούλιο, τι δυναµική θα αναπτύξει το Κίνηµα ∆ηµοκρατίας του Στ. Κασσελάκη, πώς θα αντιδράσει στις νέες συνθήκες το κόµµα Κωσταντοπούλου αλλά και το ΜέΡΑ25 του Βαρουφάκη. Φυσικά πώς θα εξελιχθεί και ο γρίφος Τσίπρα. Τίποτα δεν είναι δεδοµένο σε επίπεδο προσώπων, συσχετισµών και πολιτικής επιρροής. Και φυσικά οι δηµοσκοπήσεις της «σπέκουλας» σε µη εκλογικούς χρόνους δεν δίνουν απαντήσεις. Κυρίως όµως αξία επί του παρόντος έχουν οι επιλογές, οι κινήσεις και οι τοποθετήσεις του κυρίαρχου της πολιτικής σκηνής στην Ελλάδα. Του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη. Αυτού που έχει, παρά τις γκρίνιες, τη δεσπόζουσα εµπιστοσύνη και προσδοκία των Ελλήνων πολιτών. Ψηφοφόρων του ή µη. Είναι µια πολιτική προσωπικότητα που τόσο οι σύµµαχοι όσο και οι αντίπαλοί του συνηθίζουν να υποτιµούν. Και αυτός συνηθίζει να τους αιφνιδιάζει, διαψεύδοντάς τους. Και ο κ. Μητσοτάκης µιλά, κινείται και αποφασίζει επί του παρόντος...

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 2/12/2024