Υπάρχει µια αρχή στην Ανατολή: Το να προελαύνεις σε ξένα εδάφη δεν σηµαίνει ότι θα νικήσεις. Μπορεί και να καταστραφείς. Η εµπειρία αυτή στην ελληνική Ιστορία καταγράφεται µε την Μικρασιατική Εκστρατεία και το πέρασµα στην Ιωνία πριν από έναν αιώνα. Όχι όµως και στην πορεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου µέχρι το βάθος της Ασίας, στο σηµερινό Αφγανιστάν και την Ινδία. Η Τουρκία του Ερντογάν του Φιντάν και του Καλίν επιχειρεί µετά την 8η ∆εκεµβρίου να επαναλάβει την αυτοκρατορική ιστορία της στη δυτική Ασία. Τα εδάφη της Μεσοποταµίας και η ανάληψη της ευθύνης της ∆αµασκού είναι το πέρασµα στον δρόµο για την Ιερουσαλήµ.

Η Άγκυρα νιώθει αρκετά ισχυρή, µε µεγάλο στρατό και πολύ δραστική επιρροή, ώστε να διεκδικήσει αυτή την κυριαρχία. Επίσης δείχνει τόσο άπληστη και αποφασισµένη να συγκρουσθεί µε το πολύ υπολογίσιµο κράτος του Ισραήλ, που παρακολουθεί τους συσχετισµούς στην εν γένει περιοχή µε µια υπεροψία που προκαλεί. Οι συνθήκες την ευνοούν επί του παρόντος. Η επερχόµενη διοίκηση Τραµπ στις ΗΠΑ την αφήνει να πορεύεται χωρίς σπουδαία προσκόµµατα. Η Ευρώπη, που µε πρώτη τη Γαλλία θα µπορούσε να αναλάβει µε το κύρος και τις οικονοµικές της δυνατότητες την ανασυγκρότηση της Συρίας, δείχνει εγκλωβισµένη στη γεωπολιτική της αµηχανία και τα εσωτερικά διαθρωτικά προβλήµατα συνοχής και διεθνούς ανταγωνιστικότητας.

Οι αραβικές ηγεσίες αφήνουν τους Τούρκους να προχωρούν στην έρηµο. Οι Ιρανοί δεν µπορούν να αντιδράσουν στη στρατηγική ήττα που τους προκάλεσε το Ισραήλ µε την καταστροφή του περίφηµου «άξονα της αντίστασης». Οι Ρώσοι κρατάνε άµυνα στα µετόπισθεν, προσέχοντας τα δικά τους συγκεκριµένα συµφέροντα στην περιοχή, µε ανοιχτό το µέτωπο της Ουκρανίας στα σύνορά τους και µε τις µεθόδους της δολιοφθοράς και της κατασκοπίας να είναι τα όπλα τους στο συγκεκριµένο πεδίο.

Ο Ντ. Τραµπ και το επιτελείο του µπορεί να µην είναι τόσο απόµακροι από τα τεκταινόµενα όσο φαίνεται. ∆εν βάζουν επιπλέον στρατό στο πεδίο και δεν αναλαµβάνουν την ευθύνη της επόµενης ηµέρας στη Συρία. Αφήνουν τους τοπικούς και περιφερειακούς παίκτες στην περιοχή να κάνουν το γεωπολιτικό τους παιχνίδι. Ο Τραµπ όµως µε τις επίµαχες δηλώσεις του έχει βάλει προδιαγραφές στην τουρκική εισβολή στη Συρία. Πρώτον, δεν πρόκειται για απελευθερωτική παρέµβαση σε σχέση µε την εποχή Άσαντ. Είναι µια επιθετική εξαγορά στη γλώσσα των επιχειρήσεων. Στην περίπτωση όµως που η Τουρκία δεν την αντέξει, στον κόσµο των επιχειρήσεων συνηθίζεται µια άλλη ισχυρότερη επιχείρηση να εξαγοράζει και να επιβάλλεται στο σύνολο του οµίλου που συγκροτήθηκε προηγουµένως µε την εξαγορά.
Η Τουρκία στην ουσία θέλει να εξαφανίσει τους Κούρδους στα βόρεια της Συρίας και να ελέγξει τα εδάφη του Κουρδιστάν, εντάσσοντάς τα στη δική της επικράτεια, όπως έκανε στη Βόρεια Κύπρο ή όταν παρέλαβε από τους Γάλλους την Αλεξανδρέττα. Επίσης να επιβληθεί ως επιρροή στη Συρία, όπως έχει πετύχει µε τη Λιβύη.

Στη βάση αυτή επιδιώκει να αποκτήσει και δικαιώµατα στη θάλασσα κάνοντας µια τριγωνική συµφωνία Τουρκίας - Συρίας - Β. Κύπρου. Με ένα σµπάρο πολλά τρυγόνια. Αλλά το κρίσιµο για τους Τούρκους είναι να φθάσουν στην Ιερουσαλήµ, πριν το Ισραήλ ξεµπλέξει µε τα πολεµικά µέτωπα στη Γάζα, το Ιράν, την Υεµένη. Πριν σταθεροποιηθεί ο Λίβανος. ∆εν είναι κάτι απλό. Μετά την Ιερουσαλήµ οι Τούρκοι θα θελήσουν την Υεµένη και τα κρίσιµα θαλάσσια περάσµατα Ασίας - Ευρώπης στην Ανατολή. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να χάσουν όλοι (ΗΠΑ, Ευρώπη, Ρωσία, Ισραήλ, Άραβες, Αιγύπτιοι, Ιράν, Ιράκ, Έλληνες) και οι ηγεσίες τους να προσκυνήσουν τον νέο Σαλαντίν, τον Ταγίπ Ερντογάν.

Προϋπόθεση, η Συρία να µην εξελιχτεί σε Ιράκ, όπως συνέβη στους Αµερικανούς πριν από 20 χρόνια µετά την επικράτησή τους και την πτώση του Σαντάµ Χουσεΐν. Υψηλό το στοίχηµα και το ρίσκο…

*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή του Σαββάτου