H Αµερική επανασυστήνεται στον κόσµο µέσα από την επερχόµενη περίοδο της προεδρίας του Ντ. Τραµπ. Αφετηρία, η ∆ευτέρα µε την ορκωµοσία. ∆ιάρκεια τέσσερα χρόνια. Πρόκειται για τη δεύτερη θητεία του, οπότε συνταγµατικά δεν µπορεί να διεκδικήσει επόµενη. Η ηλικία του, άλλωστε, δεν θα το επέτρεπε και διαφορετικές να ήταν οι προβλέψεις του Συντάγµατος των ΗΠΑ. Στα δύο χρόνια θα υπάρξουν οι επονοµαζόµενες ενδιάµεσες εκλογές, που µπορούν να αλλάξουν τους συσχετισµούς στο Κογκρέσο.

Στην πρώτη διετία, πάντως, ο νέος πρόεδρος Τραµπ είναι µε τα χέρια λυµένα. Ο ίδιος επίσης δεν αγαπά τη γραφειοκρατία της διοίκησης των ΗΠΑ, αυτό που κάποιοι ονοµάζουν «βαθύ κράτος», ειδικά αν µιλάµε για τα υπουργεία Εξωτερικών, Αµύνης και τις υπηρεσίες πληροφοριών και ασφαλείας της χώρας. ∆εν είναι βεβαίως απαραίτητο το «βαθύ κράτος» των ΗΠΑ να ορίζει τα σύνορα της επιρροής και της ιστορικότητάς του αποκλειστικά στο επίπεδο της γραφειοκρατίας.

Ο Ντ. Τραµπ, πάντως, όρισε τους υποψηφίους για την κυβέρνησή του -θα χρειασθεί να εγκριθούν από τη Γερουσίαπέρα και πάνω από την πολιτική. Οι υπουργοί του έχουν προσωπική και όχι συστηµική ή κοµµατική σχέση µαζί του. Πριν ακόµα από την ορκωµοσία του και µετά την εκλογή του, στις αρχές Νοεµβρίου, οι δηλώσεις του µέσω ∆ιαδικτύου για τον Καναδά, τη Γροιλανδία ή τον Παναµά έφεραν µεγάλη αναστάτωση και, το πιο σηµαντικό, ήδη έχουν δηµιουργήσει νέες συνθήκες. Χαρακτηριστικό το γεγονός της παραίτησης Τριντό στον Καναδά ή η υπογραφή συµφωνίας εκεχειρίας στον Λίβανο, αρχικά, και στη Γάζα, µε ταυτόχρονη διαδικασία απελευθέρωσης των Ισραηλινών οµήρων, τις τελευταίες ηµέρες.

Ειδικό ρόλο-καταλύτη στις εξελίξεις έχουν επιχειρηµατίες και προσωπικότητες του στενού του κύκλου, οι οποίοι µε τη µεθοδολογία τους ή τις απόψεις τους δυναµιτίζουν τις σταθερές των τελευταίων τριάντα ετών, καταργούν τις νόρµες της παγκοσµιοποίησης και ανατρέπουν παραδοχές, όπως η πολυµερής διπλωµατία και η «αυθεντία» διεθνών οργανισµών που κυβέρνησαν τον κόσµο µετά το τέλος του Ψυχρού Πολέµου, µε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης και του Συµφώνου της Βαρσοβίας. ∆ιακριτό πρόσωπο, ο Ελον Μασκ, που ασκεί ουσιαστικά δεξιό «µπούλινγκ» στην Ευρώπη, καταστρέφοντας την αυτάρκεια και την αυταρέσκεια του συστήµατος διοίκησής της, που στηρίζεται σε µια σύγκλιση «αποστεωµένων» ιδεολογικά και πολιτικά κοµµάτων της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς, επί τη βάσει µιας νεοταξικής φιλελεύθερης πλατφόρµας της παγκοσµιοποίησης ή των δικαιωµατιστών της woke κουλτούρας και του «πράσινου» αυτοσκοπού.

Οι προσκλήσεις ηγετών για την ορκωµοσία από τον πρόεδρο Τραµπ αντανακλούν τον τρόπο που αντιλαµβάνεται τη διεθνή πραγµατικότητα, αλλά και την κατεύθυνση όπου σκοπεύει να κινήσει την Ιστορία. Υπάρχουν εθνικά κράτη και πολιτικές ηγεσίες. ∆εν υπάρχουν συνασπισµοί κρατών και ενιαίες δοµές, όπως αυτή της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Στη βάση αυτή, οι συζητήσεις και οι συµφωνίες θα έχουν µια διµερή βαρύτητα και προτεραιότητα έναντι των γενικών υποχρεώσεων στις οµοσπονδίες κρατών που εντάσσονται. Τουλάχιστον αυτό θα επιδιωχθεί τους επόµενους µήνες και χρόνια από την Ουάσινγκτον. Τα πράγµατα όµως θα γίνουν πιο περίπλοκα, εφόσον προκύψουν θέµατα όπως η επιβολή δασµών από τις ΗΠΑ στην είσοδο ευρωπαϊκών προϊόντων. Οπως και στην περίπτωση που η Ευρώπη, για παράδειγµα, αποφασίσει σε απάντηση δασµούς σε βάρος των αµερικανικών προϊόντων και υπηρεσιών για την εισαγωγή τους στην Ευρώπη.

Τα κράτη-µέλη της Ενωσης δεσµεύονται συνολικά και ολοκληρωτικά να ακολουθήσουν τις κοινές αποφάσεις στα θέµατα εµπορίου και δασµών, οπότε το πλαίσιο της Ε.Ε. δεν επιτρέπει παρεκκλίσεις στο πεδίο διµερών συµφωνιών εξαίρεσης. Και τότε τι θα επιδιώξει η MAGA Ουάσινγκτον; Τη διάλυση της Ευρώπης ως οντότητας ή τη διάσπασή της σε ζώνες; Από αυτό και µόνον το θέµα γίνεται φανερός ο απρόβλεπτος χαρακτήρας των εξελίξεων τα επόµενα χρόνια όχι µόνο στις σχέσεις ∆ύσης - Κίνας και BRICS, αλλά και εντός της λογιζόµενης ως συλλογικής ∆ύσης. Το σύστηµα Τραµπ αναζητά από την ηµέρα που ανακοινώθηκαν τα εκλογικά αποτελέσµατα των αµερικανικών εκλογών τις πιο φιλικές ηγεσίες κρατών, µε τις οποίες µπορεί να συγκλίνει και να κινηθεί από κοινού έναντι όλων των σταθερών του παγκόσµιου συστήµατος τη µακρά προηγούµενη περίοδο.

Η Ελλάδα κινείται στην παρούσα φάση και µετά τον Νοέµβριο, µε τις ραγδαίες εξελίξεις στην Ουάσινγκτον, αλλά και την Ευρώπη, από την Αριστερά στη ∆εξιά της Κεντροδεξιάς της. Αυτό έγινε φανερό και από τις επιλογές του πρωθυπουργού, του µοναδικού ισχυρού παράγοντα στη διακυβέρνηση της χώρας, για την Προεδρία της ∆ηµοκρατίας και την προεδρία του Κοινοβουλίου. Αυτό δεν σηµαίνει ότι εγκαταλείπει τους αρµούς µε ψηφοφόρους της Κεντροαριστεράς ο κ. Μητσοτάκης, αλλά εκ της θέσης και του ρόλου του οργανώνει τη χώρα και τους πολιτικούς συσχετισµούς µε τέτοιον τρόπο, ώστε να υπάρξει κυβερνητική σταθερότητα στην Ελλάδα και η προσήκουσα συνοχή στη Νέα ∆ηµοκρατία. Ο πρωθυπουργός εξάλλου έχει µετακινηθεί στις θέσεις και τις προτεραιότητες ως προς τη woke, µειοψηφική, ατζέντα, χωρίς ταυτόχρονα παραχωρήσεις στην τάξη των ατοµικών δικαιωµάτων και ελευθεριών, ενώ επιχειρεί στην περιφερειακή διεθνή πολιτική της χώρας να βρεθεί στο επίκεντρο των εξελίξεων χωρίς µεγάλα ρίσκα, στο πλαίσιο των εµπεδωµένων συµµαχιών της Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής µέχρι την Ινδία.

Η Ελλάδα διατηρεί πλεονεκτικές σχέσεις µε τις ΗΠΑ, περιµένει τη νέα πρέσβη, που είναι από το περιβάλλον Τραµπ, και ανησυχεί για την επιθετικότητα της Τουρκίας, που δείχνει πλέον πιο διεκδικητική σε θέµατα κυριαρχίας της Ελλάδας, υπολογίζοντας ενδεχοµένως σε µια πιεστική, ανεπίσηµη µεσολάβηση από τις ΗΠΑ στο µοντέλο πιέσεων όχι µόνον προς τη «Χαµάς», αλλά και το Ισραήλ του Νετανιάχου, για να επιτευχθεί η εκεχειρία στη Γάζα την παραµονή της ορκωµοσίας Τραµπ.

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά