Ο Κωσταντίνος Τασούλας µε 160 θετικές ψήφους στο Κοινοβούλιο χθες, µε παρόντες 276 βουλευτές στην συγκεκριµένη, τελική ψηφοφορία, εκλέχθηκε 9ος Πρόεδρος της Ελληνικής ∆ηµοκρατίας. Σε µια πρώτη ανάγνωση ο κ. Τασούλας δεν έχει καµία σχέση µε την εποχή, τα «θα» ή τα «πρέπει» της. ∆εν χρησιµοποιεί για την πολιτική επικοινωνία του social media, δεν αποτυπώνει σε selfie την καθηµερινότητά του, δεν κρατά ούτε καν κινητό smartphone αλλά ένα παλιό Nokia.

Κάποιοι θα βιαστούν να πουν ότι µυρίζει ναφθαλίνη. Μπορεί και να είναι οι ίδιοι που δήλωναν πριν από χρόνια σε µια πολύ διαφορετική διεθνή και εθνική συγκυρία πανευτυχείς µε την εκλογή της προοδευτικής για τις παραδοχές τους Αικατερίνης Σακελλαροπούλου. Κι όµως όπως τότε η πρώην ανώτατη δικαστικός που εγκαθίστατο στο παλάτι της Ηρώδου Αττικού εξέφραζε µια εποχή, έτσι σήµερα ο συντηρητικός και κάπως παλιοµοδίτης στις συνήθειές του και την κουλτούρα του πολιτικός και πολύπειρος Πρόεδρος του Κοινοβουλίου για σειρά ετών εκφράζει µια άλλη εποχή.

Ο κ. Τασούλας δεν είναι δικαιωµατιστής. ∆εν είναι αριστερός. Ούτε καν new age κεντρώος. Προέρχεται από µια πολύ σηµαντική σχολή της ∆εξιάς της Κεντροδεξιάς µε βαθιά κουλτούρα και παραδοσιακές αξίες, που το «φαίνεσθαι» δεν µπόρεσε ποτέ να υπερκεράσει το «είναι». Η βαθιάηπει ρώτικη καταγωγή και η συγγενική και τελικά πολιτική σχέση µε την οικογένεια Αβέρωφ, και συγκεκριµένα µε τον Ευ. Αβέρωφ, δεν του δηµιούργησαν ποτέ την ανάγκη ούτε την αναγκαιότητα να εξελιχθεί προσωπικά, οικογενειακά, πολιτικά, πολιτισµικά σε έρµαιο των εποχών και του άκριτου µο ντερνισµού. ∆εν επηρεάστηκε στη µακρά δηµόσια διαδροµή του από την αυταπάτη της µαταιοδοξίας και δεν έχασε αυτό το ιδιότυπο, φλεγµατικό, σνοµπίστικο για κάποιους, χιούµορ του ως αντίδραση στην τοξικότητα της συγκυρίας και των προσώπων.

Μόνιµος κάτοικος Κηφισιάς, όπου διατέλεσε και κάποιο φεγγάρι δήµαρχος, συνήθιζε και συνηθίζει να παίρνει το πρωινό του στον παραδοσιακό «Βάρσο», χωρίς να επιτρέπει στις χίµαιρες να επηρεά ζουν την ηχώ της ποίησης µέσα στην οποία φροντίζει να ζει η ψυχή του. Θα µπορούσε να πει κάποιος ότι ο Κ. Τα σούλας είναι εκτός εποχής και ως τέτοιος θα εκπροσωπήσει µια ερµητική εποχή στο νεοκλασικό όπου έχει την έδρα του ο ανώτα τος θεσµικός παράγων του έθνους. Κι όµως η εκλογή Τασούλα παραπέµπει στο κεντρικό ζητούµενο που έχει η Ελλάδα των Ελλήνων: να ανακαλύψει εν νέου τον εαυτό της. Τον χαρακτήρα της. Τις διαδροµές της από την αρχαιότητα µέχρι σήµερα. Ένα έθνος χωρίς ρίζες δεν έχει προοπτική. Μια κοινωνία χωρίς ήθη και συνήθειες, χωρίς γλώσσα άρτια, χωρίς κοινωνιστικό πολιτισµό, αποτελεί ή καταλήγει στη βαρβαρότητα.

Η Ελλάδα των Ελλήνων έχει µπροστά της µια διαδροµή προς την εκ νέου εθνικοποίηση. ∆εν είναι δική της σοβινιστική επιλογή. Είναι µια ανάστροφη κίνηση από την παγκοσµιοποίηση και τη µαζικοποίηση, οχλαγωγία της ∆ύσης που χάθηκε µέσα στις διαδροµές των τελευταίων 30 ετών. Ο νέος Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας γνωρίζει καλά αρχαία ελληνικά. Γνωρίζει λατινικά. Έχει βαθιά προσωπική εµπειρία από την ποίηση. Γνωρίζει να απαγγέλλει από στήθους από Παλαµά µέχρι Καβάφη. Ο νέος Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας σχεδόν αντανακλαστικά θα µας θυµίσει, µε την παρουσία του και τον τρόπο που εκφράζεται στην καθηµερινότητά του, δηµόσια και ιδιωτική, τον κοσµοπολιτισµό των Ελλήνων µε σταθερά εθνικά χαρακτηριστικά στη δοµή τους. Η πορεία του την επόµενη πενταετία στην Ηρώδου του Αττικού θα θυµίζει αναγκαστικά την παράδοση των µεγάλων Ηπειρωτών ευεργετών του έθνους και του ελληνικού κράτους στα πρώτα του βήµατα. Όταν µε τις ιδιωτικές περιουσίες τους έδωσαν σχήµα, όγκο, κτίρια για να στεγαστεί. Στην προκειµένη εποχή η Ελλάδα διεθνοποιείται, αλλά, για να καταστεί ισχυρή, θα πρέπει να βρει και πάλι πολιτειακά, πολιτικά και κοινωνικά τον εθνικό της αυτοπροσδιορισµό.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή