avatar

Στάσου πλάι μου
Κώστας Ορκόπουλος

Η κίνηση του Τριαντόπουλου και το τέλος για ένα καθεστώς προνοµίων

Άρθρο γνώμης

Σε µια ∆ηµοκρατία, όπως η ελληνική, η ασυλία σε υπουργούς, τραπεζίτες, ανώτατη γραφειοκρατία κρίνεται αντιδεοντολογική και αντιθεσµική

triantopoulos
Ο πολιτικός άνεµος για τη διαχείριση του δυστυχήµατος των Τεµπών αλλάζει. Από εκεί που στον τοίχο βρίσκονταν κυβερνητικοί και κρατικοί κύκλοι, τελευταίες εξελίξεις µεταβάλλουν τα δεδοµένα και στοχοποιούν πρακτικές της αντιπολίτευσης ή και των δικηγόρων των συγγενών των θυµάτων της τραγωδίας.

Οι ανατροπές συνίστανται σε δύο επίπεδα: Πρώτον, ο πρώην υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας κ. Τριαντόπουλος παραιτήθηκε του δικαιώµατός του στη βάση του καθεστώτος ασυλίας των υπουργών και ζήτησε από την Επιτροπή της Βουλής από την πρώτη συνεδρίαση να παραπεµφθεί το θέµα απευθείας στην τακτική ∆ικαιοσύνη και το ∆ικαστικό Συµβούλιο που προβλέπεται. Έτσι κάθε υπόνοια και καχυποψία για παιχνίδια σκοπιµότητας από την κυβερνητική πλειοψηφία στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής που συγκροτήθηκε επί τούτου καταρρέει.

Μαζί φυσικά και κάθε σχεδιασµός για τρικ δηµιουργίας εντυπώσεων από τα κόµµατα της αντιπολίτευσης. ∆εύτερον, καταγράφονται σε βάρος του αρµόδιου εφέτη ανακριτή κ. Σ. Μπακαΐµη διάφορες πιέσεις, απειλές, συκοφαντίες και διεργασίες «δολοφονίας χαρακτήρα» από αδιευκρίνιστες πηγές ή µέσω διαδικτύου, πέραν των δηλώσεων σε βάρος του από τους συγγενείς θυµάτων, που δεν του επιτρέπουν, ή τουλάχιστον έχουν στόχο να µην του επιτρέψουν, να συνεχίσει µε ήρεµη ψυχική κατάσταση, αξιοπιστία και µεθοδικότητα και να ολοκληρώσει το έργο του, προκειµένου να συγκροτηθεί µε πληρότητα η συγκεκριµένη δικογραφία.

Ταυτόχρονα, δικηγόροι εκπρόσωποι των συγγενών µε διάφορες διαδικασίες, πραγµατογνωµοσύνες, προσχήµατα κάνουν ό,τι µπορούν για να υπάρξει καθυστέρηση στην ανάκριση, άρα και στην απόδοση κατηγοριών και την έναρξη της ακροαµατικής διαδικασίας.

Συγχρόνως, πολιτικοί και κόµµατα της αντιπολίτευσης καταγγέλλουν εντός και εκτός Κοινοβουλίου ότι στόχος της κυβέρνησης, ενδεχοµένως και της τακτικής ∆ικαιοσύνης, είναι να υπάρξει συγκάλυψη, αλλά και καθυστέρηση στη διαδικασία εκδίκασης της υπόθεσης. Όλα τα παραπάνω επιφέρουν βαθµηδόν ανατροπή του κλίµατος που οδήγησε στις πλατείες της οργής και ανάκτηση της θεσµικής αξιοπιστίας από την κυβέρνηση ως εκτελεστική εξουσία και από την τακτική ∆ικαιοσύνη και τους εκπροσώπους της.

Ο χειρισµός όµως του κ. Τριαντόπουλου πέραν όλων των άλλων ανοίγει περαιτέρω το κεφάλαιο της κατάργησης ή τουλάχιστον του δραστικού περιορισµού του ειδικού καθεστώτος περί ευθύνης υπουργών. Εξαιτίας του γεγονότος µάλιστα ότι βρισκόµαστε στην αφετηρία µιας νέας αναθεώρησης του Συντάγµατος. Στο τέλος της οποίας ένα αριστοκρατικού τύπου ειδικό καθεστώς προστασίας για τα µέλη των κυβερνήσεων µπορεί να εκπέσει.

Γιατί δεν είναι δυνατόν η Βουλή να ασκεί καθήκοντα ανακριτή και µάλιστα να έχει τη δικαιοδοσία να κρίνει εάν µια υπόθεση θα παραπεµφθεί στη ∆ικαιοσύνη ή όχι, ή, από την άλλη, η ∆ικαιοσύνη να µην έχει καµία αρµοδιότητα ούτε καν να εξετάσει τυχόν ευθύνες πολιτικών προσώπων της εκάστοτε κυβέρνησης και το µόνον που µπορεί να πράξει είναι «αµελλητί» -παρακαλώ- να στέλνει τις υποθέσεις στους συναδέλφους στη Βουλή.

Εξοργιστικό µεταξύ των άλλων είναι ότι στη συγκρότηση µιας τέτοιου τύπου Προκαταρκτικής ή Προανακριτικής Επιτροπής την πλειονότητα των µελών έχει η ίδια η κοινοβουλευτική-κυβερνητική πλειοψηφία, στην οποία ανήκει ο υπουργός ή ο υφυπουργός οι ευθύνες του οποίου κρίνονται. Σε µια ∆ηµοκρατία όπως η ελληνική, που δεν αναγνωρίζονται καν τίτλοι ευγενείας, πόσω µάλλον ειδικά καθεστώτα προστασίας, η ασυλία σε υπουργούς, τραπεζίτες, ανώτατη γραφειοκρατία κρίνεται τουλάχιστον αντιδεοντολογική, αντιθεσµική και τελικά αντιπαραγωγική, και είναι διαρκής απαίτηση της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών η κατάργησή της.

Οι ηγεσίες των πολιτικών κοµµάτων στο Κοινοβούλιο πολύ συχνά µιλούν ενάντια σε αυτό το ειδικό καθεστώς προστασίας και διαχείρισης ευθυνών των υπουργών, αλλά στην πράξη µε προβολή προσχηµάτων αναβάλλουν τις αποφάσεις περί οριστικής κατάργησής του. Η κίνηση Τριαντόπουλου, όπως και άλλων πολιτικών στο παρελθόν, επιδεικνύει το ηθικό που θα πρέπει να καταστεί νοµικά υποχρεωτικό, µε την επερχόµενη αναθεώρηση του Συντάγµατος.


*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»