Για να λειτουργεί σοβαρά µια ∆ηµοκρατία, όχι µόνο θεσµικά αλλά προς όφελος του έθνους και του λαού, θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον δύο πόλοι πολιτικής και στρατηγικής για τη χώρα. Και αυτοί οι αντίθετοι πόλοι να µην αποκαλούν ο ένας τον άλλον «εγκληµατία» και «δωσίλογο». Επίσης, όταν ο ένας πόλος αναλαµβάνει τη διακυβέρνηση να µη σκέπτεται µε «όρους ΠΑΣΟΚ», αδειάζοντας τα κρατικά ταµεία και διοχετεύοντας όπου να ’ναι τα ευρωπαϊκά κονδύλια προς άγραν ψήφων και µε µία και µοναδική σκέψη στο πίσω µέρος των εγκεφάλων των επιτελών του. Να αφήσει στον άλλο πόλο σε περίπτωση που αναλάβει αυτός την ευθύνη της διακυβέρνησης -έτσι συνήθως γίνεται στις ∆ηµοκρατίες- «καµένη γη» και άδεια ταµεία, ώστε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, µε ανώµαλο προφανώς τρόπο, να αναλάβει εκ νέου τη διακυβέρνηση. Την εποχή ΠΑΣΟΚ, που επηρέασε δραµατικά έναν ολόκληρο κύκλο δεκαετιών στη Μεταπολίτευση, την έχουµε αφήσει πίσω µας, στο παρελθόν ως Ελλάδα. Ο κύκλος αυτός έκλεισε µε µια χρεοκοπία στα χέρια του ΠΑΣΟΚ. Όπως έπρεπε άλλωστε, αν θέλαµε να είναι δίκαιη η ιστορία µαζί µας. Ακολούθησε µια καταστροφή υπό ξένη εντολή και τρία διαδοχικά και αλληλοσυµπληρούµενα µνηµόνια. Η Ελλάδα ανέκτησε µια υπό όρους νέα αυτοδιοίκηση το καλοκαίρι του 2018. Πολλά χάθηκαν στην πορεία. Τα υπόλοιπα παρέµειναν υποθηκευµένα. Από το 2019 και µετά, µια ολόκληρη σχεδόν επταετία, υπό τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη γίνεται µια συγκροτηµένη, µεθοδική προσπάθεια σε εθνικό επίπεδο να αναλάβουµε τις δυνάµεις µας. Πολιτικά, οικονοµικά, κοινωνικά, δοµικά, γεωπολιτικά.

Το κρίσιµο σηµείο όµως παραµένει στην εναλλαγή των κυβερνήσεων το 2019. Εκεί που συναντιέται η τελευταία µνηµονιακή κυβέρνηση µε πρωθυπουργό τον κ. Τσίπρα µε την πρώτη µεταµνηµονιακή του κ. Μητσοτάκη. Τι άφησε η µία στην άλλη; Τι παρέλαβε η επόµενη από την προηγούµενη; Όχι πάντως «καµένη γη». Όχι άδεια ταµεία. Πολλά τα προβλήµατα που κληροδοτήθηκαν αλλά σηµαντικές και οι ήττες για την πολιτική, την ιδιοκτησία, την ευηµερία, την κοινωνία στην περίοδο της τεχνοκρατικής δηµοσιονοµικής προσαρµογής. Ο αυθεντικός όρος της Γουόλ Στριτ άλλωστε ήταν και είναι «δηµιουργική καταστροφή».

Πήγαµε µακριά από τότε. Αλλά το κοµµατικό και πολιτικό σύστηµα της χώρας κατέρρευσε στο «ξέφωτο». Οι πολίτες µε την ψήφο τους είχαν «προοικονοµήσει» µε σωφροσύνη τις εξελίξεις. Είχαν δώσει στις εκλογές του 2019 αυτοδύναµη διακυβέρνηση στη Νέα ∆ηµοκρατία και τον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη και ισχυρή νοµιµοποίηση στην αξιωµατική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ και τον ηγέτη της κ. Τσίπρα. Η Νέα ∆ηµοκρατία της διακυβέρνησης τα κατάφερε καλά στο προνοµιακό της πεδίο. Για χρόνια µιλάµε για κυβερνητισµό και πολιτική ηγεσία. Η αξιωµατική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα δεν τα κατάφερε στο προνοµιακό της πεδίο. Βρέθηκε σε στρατηγική αµηχανία και χάθηκε στον ερµητισµό της εσωστρέφειας των συνηθισµένων εσωκοµµατικών περιπλοκών της Αριστεράς. Τελικά κατέρρευσε και πολυδιασπάσθηκε, αφήνοντας στη µεταµνηµονιακή εποχή για την Ελλάδα ένα θεσµικό και πολιτικό κενό.

Σήµερα πλέον µε την τοξικότητα να ρέει στους δρόµους, τις πλατείες και το Κοινοβούλιο, µε το πολιτικό και κοµµατικό σύστηµα, όπως καταγράφεται από τις δηµοσκοπήσεις, πλήρως ανερµάτιστο, αναδεικνύονται δύο πρόσωπα και δύο δυναµικές από την πλευρά της Αριστεράς - Κεντροαριστεράς. Και τα δύο πρόσωπα έχουν εµπεδωµένη σχέση µε τον ΣΥΡΙΖΑ. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου µε το προσωποπαγές κόµµα της, που διατηρεί τη λαϊκή αντισυστηµικότητα και µεταφέρει την οργή του πλήθους για τα Τέµπη και ό,τι άλλο από τους δρόµους στη Βουλή, κάνοντάς την πολιτική. Οι δηµοσκοπήσεις δείχνουν πλέον την Πλεύση Ελευθερίας δεύτερο σε δυναµική κόµµα. Αλλά στερείται κυβερνητισµού. Ο Αλ. Τσίπρας από την άλλη, που έπειτα από µια µακρά περίοδο περισυλλογής και σιωπής στο ινστιτούτο του δηµοσίευσε χθες ένα κείµενο στρατηγικής και οπτικής των πραγµάτων υπό τον τίτλο «Νέα εθνική πυξίδα». Συγκροτηµένο, λειτουργικό και καθόλου τοξικό, που αποπνέει κυβερνητισµό. Μια σοβαρή συζήτηση ξεκινά, που αποκαθιστά την ισορροπία του συστήµατος…