Διάβρωση της εθνικής κυριαρχίας
H Ελλάδα οφείλει να σχεδιάσει το μέλλον της με προβληματισμό
Η Ελλάδα βρίσκεται από το 2009 στη δίνη μιας πολιτισμικής κρίσης. Μέχρι σήμερα, σε θεωρητικό επίπεδο, το debate ήταν σχετικά με το κατά πόσο η επιβολή των Μνημονίων ως αντάλλαγμα για τη χρηματοδότηση που είχε ανάγκη η χώρα, συνιστά παραβίαση της εθνικής Κυριαρχίας.
Με τη μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και αυτή η συζήτηση ξέφτισε. Νομοτελειακά όμως, μετά από τέτοια συνεχιζόμενη απώλεια ΑΕΠ, θα φτάναμε στο σημείο που η κατεστραμμένη οικονομία θα επηρέαζε την εθνική μας κυριαρχία. Όχι απλά σε επίπεδο θεωρητικής σκέψης, αλλά στον πυρήνα της έννοιας της Κυριαρχίας, την εδαφικότητα.
Σήμερα η Πατρίδα, ως απόρροια της αυξανόμενης τουρκικής ισχύος, αδυνατεί ακόμα και να σκεφτεί επιχειρησιακά να ορθώσει το ανάστημα της. Αν στα Ίμια του 96’, βγήκε ολόκληρος ο στόλος, στα Ίμια ΙΙ του 18', στο επίκεντρο ήταν ένα άοπλο περιπολικό σκάφος - αγορασμένο κατά 82,5% με χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σήμερα αντί για «γκρίζες ζώνες», οι Τούρκοι μιλούν ευθέως για «τουρκικά νησιά». Και μέσα από τη συνεχή αναπαραγωγή, και αυτή τους η θέση, δεν αποκλείεται να παγιωθεί.
Αν κάποτε στην Κύπρο, κάναμε σχέδια για αναβάθμιση της στρατιωτικής μας ικανότητας, τότε μόλις χθες η ιταλική πλατφόρμα εξόρυξης πετρελαίου, αποχώρησε από το οικόπεδο 3. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα των τουρκικών απειλών, στις οποίες η Ελλάδα δε μπόρεσε να προβάλει τίποτα παραπάνω από κραυγές για το διεθνές δίκαιο και διάθεση για συζήτηση εντός των οργάνων της Ε.Ε. Στις διεθνείς σχέσεις όμως, η ηθική και το «δίκαιο» καθορίζονται πάντα από το επίπεδο ισχύος, που έχει κάθε κράτος στο διεθνές σύστημα. Γι’ αυτό η Ε.Ε. παρακολουθεί αμήχανα και η Τουρκία συμπεριφέρεται έτσι, διότι νιώθει αρκετά ισχυρή για να το κάνει, αλλά κυρίως διότι υπολογίζει ότι δε μπορεί κανείς να την αποτρέψει.
Σε ότι αφορά τα Βαλκάνια, κάποτε η Ελλάδα αγόραζε γη, ύδωρ και τράπεζες, ευελπιστώντας να δορυφοροποιήσει μέσω της οικονομίας μια σειρά από γειτονικές χώρες. Κι' όμως σχεδόν δέκα μόλις χρόνια μετά, η χώρα μπαίνει σε ένα διάλογο με τα Σκόπια και την Αλβανία, από τον οποίο έχει να κερδίσει μόνο μερικές κατεβασμένες ταμπέλες με το όνομα του Μ.Αλέξανδρου.
Όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, η χώρα μας είναι πια ευάλωτη. Και όχι μόνο στρατιωτικά ευάλωτη, μιας και έχουμε μείνει πίσω σε επίπεδο κούρσας εξοπλισμών σε σύγκριση με την Τουρκία, αλλά και σε επίπεδο συμμαχιών. Η συνεχής εξάρτηση από δανειστές, νομοτελειακά έχει διαβρώσει και τη διαπραγματευτική μας ικανότητα. Χθες η Α.Μέρκελ, της οποίας η χώρα αναγνωρίζει την ΠΓΔΜ με το συνταγματικό της όνομα, δε δίστασε δημοσίως -και προφανώς όχι τυχαία- να αποκαλέσει «Μακεδόνα» τον Πρωθυπουργό της γειτονικής χώρας. Και το έκανε, αδιαφορώντας για τις αντιδράσεις από την Ελλάδα και όσο η χώρα είναι στην εντατική και η ίδια κρατάει τη πρίζα.
Την επόμενη εβδομάδα όμως υπάρχει ένα ακόμα crash test στην Κύπρο και θα φανούν πολλά και για τις διαθέσεις των ΗΠΑ. Στο οικόπεδο 10, είναι προγραμματισμένες έρευνες από την κοινοπραξία της ExxonMobil και της Qatar Petroleum, προκειμένου να καθοριστούν τα ακριβή σημεία των γεωτρήσεων. Στην υπόθεση υπάρχει μια κρίσιμη λεπτομέρεια. Ο σημερινός Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Rex Tillerson, ήταν CEO της ExxonMobil μέχρι τη στιγμή ανάληψης των πολιτικών καθηκόντων του. Αν η ιταλική ENI λοιπόν, ήταν ο αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα των εμπλεκομένων στις γεωτρήσεις της Κύπρου, σίγουρα η ExxonMobil δεν είναι, εκτός αν η πρόσφατη επίσκεψη του κ. Tillerson στον Ερντογάν κρύβει ειδήσεις που δε μάθαμε. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η ουδετερότητα που τηρούν οι Αμερικανοί, δεν εξυπηρετεί τα εθνικά μας συμφέροντα, αλλά αντίθετα αποτυπώνει τη στρατηγική σημασία που έχει η Τουρκία στο σημερινό κόσμο.
Αυτό όμως που γίνεται πια προφανές, είναι ότι πέρα από την ισχυροποίηση της Τουρκίας ως μεγάλης περιφερειακής δύναμης, η Ελλάδα οφείλει να σχεδιάσει το μέλλον της με προβληματισμό. Και αυτό δεν αφορά μόνο τη στρατιωτική της ενίσχυση με υλικό, αλλά απαιτεί μια συνολική εθνική στρατηγική 360 μοιρών, η οποία θα έχει ως μοναδικό στόχο την εξυπηρέτηση του μέγιστου εθνικού συμφέροντος που δεν είναι άλλος, από την επιβίωση του Έθνους. Αύξηση της ισχύος άλλωστε δεν πετυχαίνεις μόνο μέσα από την αγορά F35. Μπορείς να πετύχεις μέσα από στενότερες συμμαχίες, σύνδεση με τρίτες χώρες, διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης, έμφαση σε συγκεκριμένους τομείς παραγωγής κ.α.
Κατά τη γνώμη μου, η πρόκληση και το μεγαλύτερο ερωτηματικό, είναι αν τολμήσουμε να προχωρήσουμε σ' αυτές τις υπερβάσεις, που ο νέος ρόλος θα απαιτήσει.
* Ο Νίκος Λυσιγάκης είναι Διεθνολόγος και μέλος της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ