Ελλάς - Τουρκία "συμμαxία"
Οι πρακτικοί λόγοι για τους οποίους πρέπει να δείχνουμε "ευγνωμοσύνη" στην γείτονα Τουρκία - Τα σήριαλ, τα καζάν ντιπί και τα εκμέκ και το μπαχτσίς
Υπάρχει λόγος που είναι αναγκαίο να διατηρηθεί ένας διάλογος με την Τουρκία. Λόγος που δεν έχει σχέση με την ύφεση στις σχέσεις των δύο χωρών αλλά με την ευγνωμοσύνη που πρέπει να δείχνουμε προς τη γείτονα για καθαρά πρακτικούς λόγους. Αρχικώς, πριν εισέλθω στην ουσία του θέματος, όλος ο άρρην ελληνικός πληθυσμός -επαναλαμβάνω, ο άρρην- θα πρέπει να διάκειται συμπαθώς προς τη γείτονα, δεδομένου ότι, αν κρίνουμε από τα τουρκικά σίριαλ που μας έχουν κατακλύσει, οι Τουρκάλες είναι θεές μπροστά στις δικές μας. Όμως, και γιατί όχι, και ο ενδημών ροζ πληθυσμός μπορεί να διάκειται ευμενώς προς τους Τούρκους για λόγους που όλοι αντιλαμβάνεστε. Αν και δεν είμαι βέβαιος ότι και στη γείτονα δεν «βάζουν ζάχαρη στο κοκορέτσι», όπως θα έλεγε ενδεχομένως στα καλιαρντά ο λαϊκός επιστήμων της γλώσσας Ηλίας Πετρόπουλος.
Στο προκείμενο, μετά την εισαγωγή. Η ευγνωμοσύνη, την οποία ανέφερα προλογικώς, προς τη γείτονα έχει να κάνει κατ’ αρχάς με την ανατολίτικη γαστρονομία, η οποία επί αιώνες μας καθοδήγησε έτσι ώστε και μόνο με τη σκέψη τουρκικής καταγωγής εδεσμάτων να ανακατεύονται τα γαστρικά υγρά. Τι ιμάμ, τι καζάν ντιπί, τι σεκέρ παρέ, τι εκμέκ, για τη σύνθεση του οποίου τσακώνομαι κάθε φορά με φίλο και συνάδελφο Θεσσαλονικιό, που μάλλον ξέρει καλύτερα, γιατί όταν εμείς οι «χαμουτζήδες» ήμασταν λεύτεροι, αυτοί είχαν τους Τούρκους στον σβέρκο.
Εκεί όμως που πρέπει να είμαστε συνολικώς ως λαός ευγνώμονες προς τους Τούρκους είναι η υιοθέτηση -για να μην πω βαθιά στο πετσί μας- του μπαχτσίς. Επί το ελληνικότερον, μπαχτσίσι, άνευ του οποίου δεν θα είχε προοδεύσει η χώρα, κυρίως όσον αφορά τις καθημερινές συναλλαγές είτε μεταξύ πολιτών είτε μεταξύ αυτών και του Δημοσίου.
Βεβαίως, εδώ οι αρχαιολάτρες μπορεί να διατυπώσουν κάποιες ενστάσεις με την έννοια ότι στην αρχαία Ελλάδα είχαμε και σχετική θεά. Τη Δωρώ. Και δεν χρειάζεται επεξήγηση, γιατί ετιμάτο η κυρία με θυσίες. Τούτων δοθέντων, δεν γνωρίζω αν το μπαχτσίς το μάθαμε από αυτούς ή εμείς τους το διδάξαμε και αυτοί το αξιοποίησαν για να το περάσουν ως δική τους συναλλακτική συνήθεια…
Με τόσες σχέσεις με τους απέναντι, δεν βρίσκω τον λόγο να μη μιλάμε επί διαρκούς βάσεως. Μπορεί να επαναλάβουν τις τρέλες τους και να μας έχουν στην τσίτα, αλλά όλο και καμιά καινούργια συνταγή μπορεί να μάθουμε...
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 21 Δεκεμβρίου
Στο προκείμενο, μετά την εισαγωγή. Η ευγνωμοσύνη, την οποία ανέφερα προλογικώς, προς τη γείτονα έχει να κάνει κατ’ αρχάς με την ανατολίτικη γαστρονομία, η οποία επί αιώνες μας καθοδήγησε έτσι ώστε και μόνο με τη σκέψη τουρκικής καταγωγής εδεσμάτων να ανακατεύονται τα γαστρικά υγρά. Τι ιμάμ, τι καζάν ντιπί, τι σεκέρ παρέ, τι εκμέκ, για τη σύνθεση του οποίου τσακώνομαι κάθε φορά με φίλο και συνάδελφο Θεσσαλονικιό, που μάλλον ξέρει καλύτερα, γιατί όταν εμείς οι «χαμουτζήδες» ήμασταν λεύτεροι, αυτοί είχαν τους Τούρκους στον σβέρκο.
Εκεί όμως που πρέπει να είμαστε συνολικώς ως λαός ευγνώμονες προς τους Τούρκους είναι η υιοθέτηση -για να μην πω βαθιά στο πετσί μας- του μπαχτσίς. Επί το ελληνικότερον, μπαχτσίσι, άνευ του οποίου δεν θα είχε προοδεύσει η χώρα, κυρίως όσον αφορά τις καθημερινές συναλλαγές είτε μεταξύ πολιτών είτε μεταξύ αυτών και του Δημοσίου.
Βεβαίως, εδώ οι αρχαιολάτρες μπορεί να διατυπώσουν κάποιες ενστάσεις με την έννοια ότι στην αρχαία Ελλάδα είχαμε και σχετική θεά. Τη Δωρώ. Και δεν χρειάζεται επεξήγηση, γιατί ετιμάτο η κυρία με θυσίες. Τούτων δοθέντων, δεν γνωρίζω αν το μπαχτσίς το μάθαμε από αυτούς ή εμείς τους το διδάξαμε και αυτοί το αξιοποίησαν για να το περάσουν ως δική τους συναλλακτική συνήθεια…
Με τόσες σχέσεις με τους απέναντι, δεν βρίσκω τον λόγο να μη μιλάμε επί διαρκούς βάσεως. Μπορεί να επαναλάβουν τις τρέλες τους και να μας έχουν στην τσίτα, αλλά όλο και καμιά καινούργια συνταγή μπορεί να μάθουμε...
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 21 Δεκεμβρίου