O Παπαρρηγόπουλος, ο κορυφαίος ιστορικός, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι Έλληνες είναι ένας λαός που δεν θέλει να κυβερνάται. Ίσως, αν είχε γνωρίσει τις ιστορικές εξελίξεις στη χώρα του τα χρόνια που ακολούθησαν, ενδεχομένως να συμφωνούσε μαζί μου σε κάτι που έχω ξαναγράψει από τη στήλη αυτή: ότι είναι λαός χαβαλές!

Δεν μπορεί να εξηγηθεί αλλιώς το εντυπωσιακό αποτέλεσμα πρόσφατης έρευνας στην οποία, μεταξύ άλλων, ερωτάται το (τραλαλά) κοινό πώς αξιολογεί τη συνεισφορά συγκεκριμένων προσώπων τα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Και, ω του θαύματος, πρώτος στην προτίμηση του κοινού έρχεται ο Ανδρέας Παπανδρέου με μία ποσοστιαία μονάδα διαφορά από τον δεύτερο, που είναι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος εδραίωσε τη δημοκρατία -πιο πολυετής δεν έχει υπάρξει στο παρελθόν-, έλυσε το πολιτειακό, έβαλε τη χώρα στην ΕΟΚ και έθεσε τις βάσεις για την ανάπτυξη στη μεταδικτατορική Ελλάδα.

Βεβαίως, αυτά για το πόπολο είναι ψιλά γράμματα, διότι έχει την αφελή τάση να θεωρεί όλα τα πράγματα αυτονόητα και δεδομένα - και μάλιστα στη χώρα που τίποτε δεν είναι αυτονόητο και δεδομένο. Μάλλον, λοιπόν, οι αναδείξαντες τον Ανδρέα ως σημαντικότερο είναι αυτοί οι οποίοι κατ’ αρχάς ήδη έχουν λησμονήσει ότι με τα τρία μνημόνια, που τους άδειασαν τις τσέπες, πλήρωσαν στην ουσία την «ευμάρεια» επί Ανδρέα, τον οποίο έχουν νοσταλγήσει. Εν μέρει, με το δίκιο τους. Πώς να μη δεχθούν, άλλωστε, τα όσα κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, εν είδει ειρωνείας, πάντως, προς τον Ανδρέα και το δικό του ΠΑΣΟΚ, και που είναι φυσικό να τους προκαλούν ανατριχίλες νοσταλγίας των καλών ημερών; Όπως, λόγου χάρη, ότι αν είχαμε ΠΑΣΟΚ τώρα, ο Ανδρέας θα μας είχε χορηγήσει επίδομα αφρικανικής σκόνης; Ή ότι θα έπεφτε πρόστιμο 150 ευρώ σε όσους δεν έβγαιναν τα Σαββατοκύριακα; Και το καλύτερο: με τον Ανδρέα τον Αύγουστο δούλευαν μόνο τα ρολόγια!!!

Ο Ανδρέας ήταν μεγάλος πολιτικός, διότι είχε καταλάβει ποιους και πώς θα κυβερνούσε. Απλά πράγματα.

Είναι χαρακτηριστικό το εξής περιστατικό: Όταν ήταν καθηγητής στην Αμερική, στεγαζόταν στο ίδιο κάμπους με τον Αναστάσιο Πεπονή. Του έστελναν από την Ελλάδα πακέτο κάθε βδομάδα τις ελληνικές εφημερίδες, που αφού τις διάβαζε τις έδινε στον Πεπονή. Κάποια φορά ξέχασε να του τις δώσει και ο Πεπονής τού τις γύρεψε. Και ο Ανδρέας τότε του είπε: Τι να τις κάνεις, να δεις τι κάνουν στη… Και χρησιμοποίησε μία τελείως απαξιωτική λέξη για την Ελλάδα. Δεν την αναφέρω, γιατί και οι δύο είναι μακαρίτες και δεν μπορούν να το διαψεύσουν ή να το επιβεβαιώσουν. Μου αρκεί που το ξέρουν εγώ και αυτός που του το είχε εκμυστηρευθεί ο Πεπονής, ώστε να είμαι σίγουρος γι’ αυτά που γράφω για τον αλησμόνητο.

Άλλωστε, το ομολόγησε, εμμέσως, σε δημοσιογράφους.