Αυτό κι αν είναι θαύμα ή μιράκολο, όπως θα έλεγαν και οι εξ ευωνύμων γείτονες, των οποίων έχουμε αντιγράψει τις μπαγαποντιές, εξού και το «ούνα ράτσα, ούνα φάτσα». Πού έγκειται το θαύμα; Στο ότι οι μισοί Έλληνες από τα 9.000.000 και κάτι που φορολογούνται ζουν με περίπου 600 ευρώ τον μήνα! Αναζητώ κάποιον εξ αυτών να μου εξηγήσει τη ζωάρα που κάνει με αυτά τα λεφτά, διότι εγώ βαρέθηκα να δουλεύω.

Υπάρχει βεβαίως και ένα 10% από αυτούς -εννοώ τα 9.000.000 και κάτι-, δηλαδή περί τους 900.000, που δήλωσαν εισόδημα πάνω από 1.700 ευρώ τον μήνα. Αυτοί οι τελευταίοι δεν μας ενδιαφέρουν.

Το θαύμα που προαναφέρθηκε γίνεται ακόμη μεγαλύτερο, δεδομένου ότι, όπως η στήλη έχει επισημάνει με άλλη σχετική ευκαιρία, μόνο το Πάσχα και μόνο από την Αθήνα έφυγαν για να γιορτάσουν τη Λαμπρή ανά την Ελλάδα 400.000 ΙΧ. Δεν υπολόγισα πόσοι έφυγαν από τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Για να μην πω ότι από Μάρτιο δεν βρίσκεις ακτοπλοϊκό εισιτήριο. Τι να πω! Εκτός και αν τα 600 τον μήνα δεν είναι ευρώ αλλά χρυσές λίρες Ελισάβετ παλαιάς κοπής και Γεωργίου!

Να σας πω παρεμπιπτόντως και μία πραγματική ιστορία φορολογικού ενδιαφέροντος: Κάποτε ο Ανδρέας Παπανδρέου κατά την τρίτη κυβερνητική του θητεία θέλησε να χτυπήσει τη φοροδιαφυγή, επειδή του έλειπαν έσοδα. Και επειδή βεβαίως το συγκεκριμένο πρόβλημα ήταν διαχρονικό στην Ελλάδα. Φωνάζει λοιπόν ο Παπανδρέου τον τότε διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, τον μακαρίτη τον Γιάννη Μπούτο, ζητώντας του να του δώσει τα φώτα του πώς μπορεί να εντοπιστούν και εισπραχτούν τα λεφτά που δεν δηλώνονταν και, βεβαίως, να τύχουν οι... δράστες των ανάλογων κυρώσεων.

Την επομένη ο Μπούτος συγκάλεσε τη μικρή του ομάδα συμβούλων, που την εμπιστευόταν, είπε στα μέλη της το πρόβλημα που του είχε θέσει ο Παπανδρέου και τους ζήτησε να ξανασυναντηθούν λίγες ημέρες αργότερα για να πει ο καθένας τις ιδέες του για την πάταξη της φοροδιαφυγής. Ένας εξ αυτών με μεγάλη πείρα στα λογιστικά και στα φορολογικά λέει στον Μπούτο: «Κύριε διοικητά, έχω μία ιδέα. Θα ήθελα βεβαίως πριν πάτε στον κύριο Παπανδρέου μία διορία ενός μηνός και ένα μικρό συνεργείο».

- Τι να το κάνεις; τον ερωτά ο Μπούτος.
- Να... με το συνεργείο θέλω να καταγράψω, αρχικώς στην Αττική, με τη βοήθεια και της Πολεοδομίας, πόσες βίλες υπάρχουν στη συγκεκριμένη ευρύτερη περιοχή. Έτσι ώστε να μπορούμε να κάνουμε διασταύρωση με τα δηλωνόμενα εισοδήματα. Και η απάντηση που έλαβε από τον Μπούτο:
- Τι λες, ρε Κωστάκη... Θέλεις την επομένη που θα ανακοινώσεις τα αποτελέσματα των ερευνών σου και τα ονόματα των ιδιοκτητών των επαύλεων να μην υπάρχει υπουργός Οικονομικών;


*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»