Τα ποδόλουτρα του λαού
Γύρω γύρω όλοι
Τελευταίως ο φίλος προσπαθεί να τα φέρει βόλτα με έναν λάκκο που έσκαψε μόνος του και έπεσε. Κυριολεκτικώς όμως λάκκος. Διότι σε ένα εξοχικό που έχει στο εξωτικό νησί όπου μεγαλούργησε ο πελεκάνος Πέτρος ο φίλος έφτιαξε μια πισίνα
Φίλος έχει ένα εξοχικό σε κοσμοπολίτικο νησί. Συγκεκριμένα στη Μύκονο. Όπως ευλόγως θα έχετε αντιληφθεί, ο φίλος μου είναι παραλής. Και επιπλέον είναι και πολιτικός. Κάτι που σημαίνει ότι, αν συνδυάσετε το ότι τo φυσάει το παραδάκι με την πολιτική του δραστηριότητα, θα καταλήξετε στο λογικό συμπέρασμα ότι την πολιτική την έχει για χόμπι. Γεγονός που του επιτρέπει να λέει, χωρίς μάλιστα να τον νοιάζει, ό,τι του κατεβάσει η γκλάβα. Λεπτομέρεια σημαντική. Είναι και αντιπολιτευόμενος ο φίλος πολιτικός.
Τελευταίως ο φίλος προσπαθεί να τα φέρει βόλτα με έναν λάκκο που έσκαψε μόνος του και έπεσε. Κυριολεκτικώς όμως λάκκος. Διότι σε ένα εξοχικό που έχει στο εξωτικό νησί όπου μεγαλούργησε ο πελεκάνος Πέτρος ο φίλος έφτιαξε μια πισίνα, ως μη ώφειλε, για την οποία δεν ενημέρωσε τις αρμόδιες Αρχές.
Και την οποία είχε ο ίδιος για ποδόλουτρο, αλλά επέτρεπε στους φίλους του να κάνουν και καμιά βουτιά. Κακώς λοιπόν του έγραφαν διάφορα διάφοροι ζηλόφθονες επιβουλευόμενοι την πολιτική του ανέλιξη μέχρι την πρωθυπουργία. Και ο λόγος απλός. Αυτός μεν βουτούσε τα πόδια του απλώς μέσα στον λάκκο για να μουλιάζουν ώστε να μπορεί η πεντικιουρίστα να του κόβει τους κάλους, διότι συνήθιζε να φοράει στενά παπούτσια, παρασυρμένος από τη νέα μόδα των σακακιών και κοστουμιών που έχουν μεταλλάξει τους άνδρες που τα φορούν σε βαλέ του Λουδοβίκου του 16ου.
Αυτός λοιπόν βουτούσε τα πόδια του, αλλά εμείς κάναμε βουτιές. Οπότε εμάς τους φίλους του θα έπρεπε να κυνηγούν, που εσφαλμένως θεωρούσαμε πισίνα τον λάκκο για το ποδόλουτρο.
Μάλιστα μια φορά που είχα βουτήξει εγώ από ένα δέντρο μάς παρακολουθούσε με κιάλια κάποιος που υπέθεσα ότι επρόκειτο για υπάλληλο της Πολεοδομίας. Με νοήματα προσπάθησα να πω στον φίλο μου να μου στείλει καμιά κέτσαπ και να πασαλείψω τη μούρη μου ώστε να διαπιστώσει ο της Πολεοδομίας ότι κακώς θεώρησα τον λάκκο πισίνα και βούτηξα και έσπασα τα μούτρα μου. Δεν κατάλαβε τι ήθελα και έτσι αυτός ο κακός της Πολεοδομίας θεώρησε ότι ήταν πισίνα, ενώ επρόκειτο περί λάκκου.
Αγανακτισμένος ο φίλος άρχισε για να εκτονωθεί να κάνει αντιπολιτευτικές δηλώσεις. Κυρίως για την ακρίβεια, καθώς προφανώς δεν μπορούσε να χωνέψει αυτά που του χρέωναν για μια σαλάτα στο «νησί των ανέμων». Αλλά για να δείξει την κοινωνική ευαισθησία του, καθότι και αριστερός, σκέφτηκε να πει και μια κουβέντα για το υπόλοιπο πόπολο και πόσο ακριβά πλήρωνε το φαγητό του όπου κι αν καθόταν να φάει. Συμπόνια, ρε, στον κοσμάκη, φώναζε στην κυβέρνηση, καθαρίζοντας την αστακομακαρονάδα που χλαπάκιαζε και που δεν κατέβαινε η άτιμη παρά μόνο με μία Μοέτ ε Σαντόν...
*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»
Τελευταίως ο φίλος προσπαθεί να τα φέρει βόλτα με έναν λάκκο που έσκαψε μόνος του και έπεσε. Κυριολεκτικώς όμως λάκκος. Διότι σε ένα εξοχικό που έχει στο εξωτικό νησί όπου μεγαλούργησε ο πελεκάνος Πέτρος ο φίλος έφτιαξε μια πισίνα, ως μη ώφειλε, για την οποία δεν ενημέρωσε τις αρμόδιες Αρχές.
Και την οποία είχε ο ίδιος για ποδόλουτρο, αλλά επέτρεπε στους φίλους του να κάνουν και καμιά βουτιά. Κακώς λοιπόν του έγραφαν διάφορα διάφοροι ζηλόφθονες επιβουλευόμενοι την πολιτική του ανέλιξη μέχρι την πρωθυπουργία. Και ο λόγος απλός. Αυτός μεν βουτούσε τα πόδια του απλώς μέσα στον λάκκο για να μουλιάζουν ώστε να μπορεί η πεντικιουρίστα να του κόβει τους κάλους, διότι συνήθιζε να φοράει στενά παπούτσια, παρασυρμένος από τη νέα μόδα των σακακιών και κοστουμιών που έχουν μεταλλάξει τους άνδρες που τα φορούν σε βαλέ του Λουδοβίκου του 16ου.
Αυτός λοιπόν βουτούσε τα πόδια του, αλλά εμείς κάναμε βουτιές. Οπότε εμάς τους φίλους του θα έπρεπε να κυνηγούν, που εσφαλμένως θεωρούσαμε πισίνα τον λάκκο για το ποδόλουτρο.
Μάλιστα μια φορά που είχα βουτήξει εγώ από ένα δέντρο μάς παρακολουθούσε με κιάλια κάποιος που υπέθεσα ότι επρόκειτο για υπάλληλο της Πολεοδομίας. Με νοήματα προσπάθησα να πω στον φίλο μου να μου στείλει καμιά κέτσαπ και να πασαλείψω τη μούρη μου ώστε να διαπιστώσει ο της Πολεοδομίας ότι κακώς θεώρησα τον λάκκο πισίνα και βούτηξα και έσπασα τα μούτρα μου. Δεν κατάλαβε τι ήθελα και έτσι αυτός ο κακός της Πολεοδομίας θεώρησε ότι ήταν πισίνα, ενώ επρόκειτο περί λάκκου.
Αγανακτισμένος ο φίλος άρχισε για να εκτονωθεί να κάνει αντιπολιτευτικές δηλώσεις. Κυρίως για την ακρίβεια, καθώς προφανώς δεν μπορούσε να χωνέψει αυτά που του χρέωναν για μια σαλάτα στο «νησί των ανέμων». Αλλά για να δείξει την κοινωνική ευαισθησία του, καθότι και αριστερός, σκέφτηκε να πει και μια κουβέντα για το υπόλοιπο πόπολο και πόσο ακριβά πλήρωνε το φαγητό του όπου κι αν καθόταν να φάει. Συμπόνια, ρε, στον κοσμάκη, φώναζε στην κυβέρνηση, καθαρίζοντας την αστακομακαρονάδα που χλαπάκιαζε και που δεν κατέβαινε η άτιμη παρά μόνο με μία Μοέτ ε Σαντόν...
*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»