Υπάρχει µία λέξη στις δηλώσεις του Τούρκου υπουργού των Εξωτερικών, µετά τη συνάντησή του µε τον Ελληνα οµόλογό του, που σε αυτήν συµπυκνώνεται όλη η πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα.

Σε µία αποστροφή των όσων ανακοίνωσε, µιλά και για την προσφυγή, αν οι χώρες δεν τα βρουν µέσω των διαπραγµατεύσεων, στο ∆ιεθνές ∆ικαστήριο, µε µία «ολιστική» προσέγγιση. Νεολογισµός και αυτός όπως και τόσοι άλλοι που δεν απαντάται σε κανένα λεξικό εγγραµµάτων, αλλά χρησιµοποιείται συχνά πλέον στην ιατρική, προκειµένου να υποδείξει κάποιες θεραπείες που λαµβάνουν υπόψη περισσότερα στοιχεία και όχι µόνο τα συµπτώµατα συγκεκριµένης ασθένειας.

Εποµένως, µε τη λέξη ολιστική ο κ. Φιντάν βάζει µέσα στα «προβλήµατα», που τα έχουν διευρύνει οι τουρκικές διεκδικήσεις, ακόµη και απαιτήσεις που δεν αναγνωρίζει, διαχρονικώς και καλώς, η ελληνική πλευρά. Με άλλα λόγια, µε αυτές τις προϋποθέσεις δέχεται η Τουρκία να πάει στο ∆ιεθνές ∆ικαστήριο και όχι µόνο για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.

Παρά την αποδοχή από την Ελλάδα του περιεχοµένου των προ ετών Συµφωνιών Ελσίνκι και Μαδρίτης, που συνιστούν ελληνικές υποχωρήσεις, δεν είδαµε κάποιο συγκεκριµένο όφελος για τα ελληνικά συµφέροντα.

Κατόπιν αυτής της κατάστασης, που δεν έχει µεταβληθεί µε τα χρόνια, είναι εύλογο το ερώτηµα πώς και ο γειτονικός λαός αντιµετωπίζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, διότι παλαιότερες δηµοσκοπήσεις έδειχναν διχασµένη την τουρκική γνώµη -και έκτοτε δεν έχουν αλλάξει οι διαθέσεις του τουρκικού λαού. Αυτονόητο ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν µπορεί να παραβλέψει αυτή τη µεγάλη µερίδα της κοινής γνώµης που αρνείται υποχωρήσεις της χώρας της έναντι της Ελλάδας.

Το ποσοστό των αντιτιθεµένων είναι υψηλότατο και δηµιουργεί όντως προβλήµατα στην άσκηση µιας διαλλακτικότερης πολιτικής, εκ µέρους της Αγκυρας απέναντι στην Ελλάδα, αν µάλιστα λάβει κανείς υπόψη ότι η εκάστοτε τουρκική ηγεσία αλλά και τα άλλα κόµµατα φανατίζουν τον τουρκικό λαό!

Εφόσον εποµένως το -θεωρητικώς τουλάχιστον- ήµισυ του τουρκικού λαού επιµένει να συνεχίσει η Αγκυρα να αµφισβητεί κυριαρχικά δικαιώµατα της Ελλάδας, είναι λογικό και η Αγκυρα να µην µπορεί -και, κυρίως, να βρίσκει άλλοθινα ανταποκριθεί στις διαθέσεις της Ελλάδας για καλή γειτονία ή στα διαχρονικά ανοίγµατα που ελληνικές κυβερνήσεις έχουν κάνει προς τους Τούρκους.

Η συντριπτική, τέλος, πλειοψηφία των Τούρκων ουσιαστικά τάσσεται υπέρ της σηµερινής πολιτικής της Αγκυρας στο Κυπριακό, που δεν είναι άλλη από την προσπάθεια της επιβεβαίωσης και της de jure διχοτόµησης της Κύπρου.

Τι διαφορετική πολιτική εποµένως θα ήταν δυνατόν να ακολουθήσει η Αγκυρα σε ένα θέµα το οποίο µπορεί θεωρητικώς να είναι διεθνές, αλλά δηλητηριάζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και επηρεάζει καταλυτικά τη στάση της µιας χώρας έναντι της άλλης; Ολιστικά τα πράγµατα για την Τουρκία...


*Δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»