Σαλιαρίσµατα στον Ταγίπ
Γύρω γύρω όλοι
Ανεξαρτήτως τού αν θεωρεί έξυπνο τύπο τον Ερντογάν ο Αμερικανός ομόλογός του, η ουσία βρίσκεται στην αποκάλυψη από τον Τραμπ ότι πίσω από τη νέα κυβέρνηση στη Συρία βρίσκεται η Τουρκία, η οποία κρατάει και το κλειδί της χώρας
Μπορεί η νέα επικεφαλής της αμερικανικής πρεσβείας στη χώρα μας να δήλωσε ότι την τοποθέτησε ο Τραμπ, επειδή αγαπάει την Ελλάδα, αλλά οι τελευταίες δηλώσεις του εν αναμονή Αμερικανού προέδρου υπέρ της Τουρκίας, και για τον ίδιο τον Ερντογάν του οποίου εξήρε τα προσόντα και τον ρόλο στη Μέση Ανατολή, έχουν ασφαλώς μεγαλύτερη σημασία από τις αγάπες.
Ανεξαρτήτως τού αν θεωρεί έξυπνο τύπο τον πρόεδρο της Τουρκίας ο Αμερικανός ομόλογός του, η ουσία βρίσκεται στην αποκάλυψη από τον Τραμπ ότι πίσω από τη νέα κυβέρνηση στη Συρία βρίσκεται η Τουρκία, η οποία κρατάει και το κλειδί της χώρας.
Βεβαίως, υπάρχει και η εκδοχή ότι πίσω από όλα όσα συνέβησαν βρίσκονται οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες και για να μη φανεί αυτό βάζουν μπροστάρη την Τουρκία και τον πρόεδρό της.
Είτε όμως ισχύει η εκδοχή αυτή είτε όχι, το ζήτημα είναι ότι από μία υπερδύναμη αναγνωρίζεται ένας κομβικός ρόλος σε μία χώρα που έχει αναθεωρητική εξωτερική πολιτική, έχει βλέψεις επεκτατισμού στο πλαίσιο της δικής της «μεγάλης ιδέας» και, βεβαίως, όλες αυτές οι αντιλήψεις διαμορφώνονται από το γεγονός ότι η Τουρκία υπήρξε μια αυτοκρατορία που εκκινούσε από τις παρυφές της Βιέννης και έφτανε πέρα από το Ιράν.
Επομένως, είναι μάλλον μία άφρων από αμερικανικής πλευράς τακτική, σε σχέση με την ομαλότητα στην ευρύτερη περιοχή, το να φουσκώνει τα ήδη φουσκωμένα μυαλά ενός ηγέτη με τους παραπάνω στόχους. Μακροπρόθεσμους ίσως, αλλά, πάντως, στόχους.
Αν αναγνωρίζεται στην Τουρκία κομβικός ρόλος στη Μέση Ανατολή και το μέλλον της Συρίας, σε μία Τουρκία δηλαδή που έχει κάνει σαφείς τις βλέψεις της και όσον αφορά την Ελλάδα, αυτή, ασφαλώς, η αναγνώριση της ιδιότητας του ισχυρού παράγοντος στη συγκεκριμένη περιοχή είναι, από την άλλη, μια πρακτική που τονώνει την τουρκική αυτοπεποίθηση. Και που είναι βέβαιο ότι δυσχεραίνει όχι τον διάλογο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αλλά την όποια προοπτική μπορεί να έχει ένας τέτοιος διάλογος, υπό την έννοια ότι θα πρέπει να καταλήξει κάπου.
Βεβαίως, αν λάβουμε υπ’ όψιν πως στην προηγούμενη θητεία Τραμπ είχαν ψυχρανθεί οι σχέσεις με τον Τούρκο πρόεδρο εξαιτίας του κουρδικού ζητήματος και δεδομένου ότι υποτίθεται πως επί του θέματος της δημιουργίας κουρδικού κράτους δεν φαίνεται να έχει αλλάξει η αμερικανική πολιτική, αυτό είναι μια προοπτική που θα δείξει αν θα εξακολουθήσει ο Τραμπ να θεωρεί τον Ερντογάν έξυπνο τύπο.
Εν πάση περιπτώσει, προσώρας, τουλάχιστον, τέτοιου είδους επιδαψιλεύσεις επαίνων προς έναν επιθετικό παίκτη της περιοχής δεν προοιωνίζονται κάτι το θετικό όσον αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μάλλον ερεθίζουν τον παίκτη που εξακολουθεί να διατηρεί το casus belli, αν δεν το επισείει κιόλας ως σταθερή απειλή…
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 18/12/2024
Ανεξαρτήτως τού αν θεωρεί έξυπνο τύπο τον πρόεδρο της Τουρκίας ο Αμερικανός ομόλογός του, η ουσία βρίσκεται στην αποκάλυψη από τον Τραμπ ότι πίσω από τη νέα κυβέρνηση στη Συρία βρίσκεται η Τουρκία, η οποία κρατάει και το κλειδί της χώρας.
Βεβαίως, υπάρχει και η εκδοχή ότι πίσω από όλα όσα συνέβησαν βρίσκονται οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες και για να μη φανεί αυτό βάζουν μπροστάρη την Τουρκία και τον πρόεδρό της.
Είτε όμως ισχύει η εκδοχή αυτή είτε όχι, το ζήτημα είναι ότι από μία υπερδύναμη αναγνωρίζεται ένας κομβικός ρόλος σε μία χώρα που έχει αναθεωρητική εξωτερική πολιτική, έχει βλέψεις επεκτατισμού στο πλαίσιο της δικής της «μεγάλης ιδέας» και, βεβαίως, όλες αυτές οι αντιλήψεις διαμορφώνονται από το γεγονός ότι η Τουρκία υπήρξε μια αυτοκρατορία που εκκινούσε από τις παρυφές της Βιέννης και έφτανε πέρα από το Ιράν.
Επομένως, είναι μάλλον μία άφρων από αμερικανικής πλευράς τακτική, σε σχέση με την ομαλότητα στην ευρύτερη περιοχή, το να φουσκώνει τα ήδη φουσκωμένα μυαλά ενός ηγέτη με τους παραπάνω στόχους. Μακροπρόθεσμους ίσως, αλλά, πάντως, στόχους.
Αν αναγνωρίζεται στην Τουρκία κομβικός ρόλος στη Μέση Ανατολή και το μέλλον της Συρίας, σε μία Τουρκία δηλαδή που έχει κάνει σαφείς τις βλέψεις της και όσον αφορά την Ελλάδα, αυτή, ασφαλώς, η αναγνώριση της ιδιότητας του ισχυρού παράγοντος στη συγκεκριμένη περιοχή είναι, από την άλλη, μια πρακτική που τονώνει την τουρκική αυτοπεποίθηση. Και που είναι βέβαιο ότι δυσχεραίνει όχι τον διάλογο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αλλά την όποια προοπτική μπορεί να έχει ένας τέτοιος διάλογος, υπό την έννοια ότι θα πρέπει να καταλήξει κάπου.
Βεβαίως, αν λάβουμε υπ’ όψιν πως στην προηγούμενη θητεία Τραμπ είχαν ψυχρανθεί οι σχέσεις με τον Τούρκο πρόεδρο εξαιτίας του κουρδικού ζητήματος και δεδομένου ότι υποτίθεται πως επί του θέματος της δημιουργίας κουρδικού κράτους δεν φαίνεται να έχει αλλάξει η αμερικανική πολιτική, αυτό είναι μια προοπτική που θα δείξει αν θα εξακολουθήσει ο Τραμπ να θεωρεί τον Ερντογάν έξυπνο τύπο.
Εν πάση περιπτώσει, προσώρας, τουλάχιστον, τέτοιου είδους επιδαψιλεύσεις επαίνων προς έναν επιθετικό παίκτη της περιοχής δεν προοιωνίζονται κάτι το θετικό όσον αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μάλλον ερεθίζουν τον παίκτη που εξακολουθεί να διατηρεί το casus belli, αν δεν το επισείει κιόλας ως σταθερή απειλή…
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 18/12/2024