Συνηθίζεται, και μάλλον είναι λογικό, στους επικήδειους λόγους οι αναφορές στον εκλιπόντα να είναι από θετικές έως διθυραμβικές. Είναι η απότιση ενός φόρου τιμής σε αυτόν που έφυγε. Άλλωστε η τιμή προς τον νεκρό στην Ελλάδα θεωρείτο επιβεβλημένη από τους αρχαίους κιόλας χρόνους, όταν οι πρόγονοί μας τιμούσαν τους νεκρούς, ίσως περισσότερο από εμάς σήμερα.

Θυμάμαι ότι ο μακαρίτης ειδικός σύμβουλος του Γεωργίου Ράλλη και μετέπειτα του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Χρίστος Μαχαιρίτσας, μου είχε πει τι εντύπωση είχε κάνει στον πρώην πρόεδρο της Δημοκρατίας της Γερμανίας Βαϊστσέκερ, όταν είχε έλθει στη χώρα μας και είχε επισκεφτεί το γερμανικό νεκροταφείο, πόσο εντυπωσιασμένος ήταν από την τάξη και την καθαριότητα που επικρατούσε, ενώ σε άλλες χώρες οι τάφοι ήταν κατεστραμμένοι. Και ο Μαχαιρίτσας τού είχε απαντήσει ότι στην Ελλάδα, από την αρχαιότητα, τιμούμε τους νεκρούς.

Επίκαιρο το θέμα των επικήδειων, με αφορμή τον θάνατο ενός πρώην πρωθυπουργού.

Η Ιστορία -και όχι η στήλη αυτήθα τον κρίνει, ειδικά μία ημέρα σαν και αυτήν όπου «χους ει και εις χουν απελεύσει». Μία Ιστορία που συνήθως είναι αμείλικτη, διότι η ζυγαριά της είναι ακριβοδίκαιη. Και τα όσα αποκρύπτονται, ενδεχομένως ακόμη και για λόγους σκοπιμότητας, ο πανδαμάτωρ χρόνος, που κατευνάζει τα πάθη, κάνει τη ματιά του ιστορικού να παραμερίζει τις σκοπιμότητες και να υπολογίζει τις συνέπειες των πράξεων του κάθε δημόσιου άνδρα.

Στην ιστορική διαδρομή της χώρας πολλές υπήρξαν οι προσωπικότητες του δημοσίου βίου, η παρουσία των οποίων επηρέασε τις τύχες του λαού θετικά ή αρνητικά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Και αυτές τις προσωπικότητες τις περιβάλλει τόσο η πραγματικότητα όσο και διάφοροι μύθοι που με την πάροδο των ετών είτε ξεθωριάζουν είτε τους διαψεύδει η ιστορική αλήθεια. Όσο είναι νωπή η ανάμνηση των εκλιπόντων, τόσο αντέχουν και οι μύθοι.

Αυτό που διαπιστώνει κανείς σήμερα από τις αντιδράσεις που έχουν εκδηλωθεί με την αφορμή του κηδευόμενου σήμερα μεταστάντος είναι ότι, περισσότερο απ’ ό,τι εν ζωή ευρισκόμενος, δίχασε θνήσκων. Και αυτό διότι ζώντος αυτού και ευρισκομένου στην πολιτική απομαχία, ο κόσμος δεν είχε αφορμή για να ασχοληθεί μαζί του. Άρκεσε όμως ο θάνατός του για να αναδυθούν από την μνήμη θύμισες, να αρχίσουν οι παλιές αξιολογήσεις πεπραγμένων, να ξεθαφτεί η ζυγαριά που κρίνει το πέρασμα κάποιου από τον δημόσιο βίο και να επιβεβαιωθεί ότι πράγματι στη χώρα μας είναι ελάχιστοι οι ηγέτες που ένωσαν και πολύ περισσότεροι αυτοί που δίχασαν.

Μπορεί η πορεία του κόμματος του οποίου ηγήθηκε ένας ηγέτης να είναι ένας πρόωρος κριτής και των δικών του πεπραγμένων, έναντι της ψύχραιμης ιστορικής ματιάς που θέλει τον χρόνο της; Ίσως…


*Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή