Οι αδιόρθωτοι Γερµανοί
Opinions
Αυτή η ιστορία που ακολουθεί δεν γράφτηκε σε κάποιο αμελητέο έντυπο αλλά στον «Monde Diplomatique» και δείχνει, βεβαίως, πέραν των ανωτέρω, τις διαχρονικές διαθέσεις των Γάλλων απέναντι στους Γερμανούς.
Υπάρχει μια αστεία ιστορία που δείχνει τη γερμανική νοοτροπία και η οποία σήμερα είναι ιδιαίτερα επίκαιρη με αυτά που τραβάει οικονομία της Γερμανίας - με επιπτώσεις και στον γερμανικό λαό. Αυτή η ιστορία που ακολουθεί δεν γράφτηκε σε κάποιο αμελητέο έντυπο αλλά στον «Monde Diplomatique» και δείχνει, βεβαίως, πέραν των ανωτέρω, τις διαχρονικές διαθέσεις των Γάλλων απέναντι στους Γερμανούς. Άλλωστε, ο περίφημος άξονάς τους έχει ραγίσει εδώ και καιρό.
Επιπλέον, η ιστορία που ακολουθεί ήθελε, τότε που γράφτηκε, να καυτηριάσει κυρίως την εμμονική στάση Μέρκελ και Σόιμπλε στην παγίωση ενός μηχανισμού δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρώπη, που παράγει ύφεση, «σκοτώνει» τις ευπαθέστερες ευρωπαϊκές οικονομίες και, το κυριότερο, θέτει σε κίνδυνο την επιβίωση του ευρώ. Την προτεσταντική αυτή πειθαρχία, βεβαίως, την πληρώνει σήμερα και η ίδια η Γερμανία. Είναι, τελικώς, μία κληρονομιά που άφησαν πίσω τους η Άνγκελα και ο μακαρίτης ο Βόλφγκανγκ, με τη μόνη διαφορά ότι η πρώην καγκελάριος τη βιώνει, ενώ ο άλλος την παρακολουθεί από ψηλά.
Όπως αναφέρεται στην ιστορία τoυ «Monde Diplomatique», στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης οι εξεγερμένοι κατά του Λουδοβίκου συνέλαβαν τρεις ευγενείς, προφανέστατα υπέρ της μοναρχίας. Οι ευγενείς -δεν κατάλαβα γιατί συνηθίζεται να λέγονται έτσι, λες και οι υπόλοιποι είμαστε αγενείς-, ήταν ένας Άγγλος, ένας Γάλλος και ένας Γερμανός. Τους πέρασαν από λαϊκό δικαστήριο και -όπως ήταν φυσικό από ανάλογα λαϊκά δικαστήρια-, τους καταδίκασαν σε θάνατο και τους έστειλαν στην γκιλοτίνα. Θέλοντας να τηρήσουν οι δήμιοι κάποιο στοιχειώδη ανθρωπισμό, λίγο πριν από τον αποκεφαλισμό ρώτησαν τον Άγγλο ποια είναι η τελευταία του επιθυμία. Αυτός, τότε, ζήτησε ένα μπουκάλι ουίσκι. Άγγλος ήταν, τι άλλο θα ζητούσε; Του πήγαν ένα μπουκάλι, το ήπιε και, μισομεθυσμένος, καθώς ήταν, αφού είχε αδειάσει όλο το περιεχόμενο του μπουκαλιού, έβαλε το κεφάλι του στη λαιμητόμο. Για καλή του τύχη, όμως, η λεπίδα της γκιλοτίνας σταμάτησε λίγα εκατοστά πάνω από τον σβέρκο του και οι επαναστάτες, τηρώντας τις σχετικές παραδόσεις για ανάλογα αναπάντεχα συμβάντα, του έδωσαν χάρη. Και ο Άγγλος ευγενής διασώθηκε.
Ήλθε μετά η σειρά του Γάλλου ευγενούς. Τον ρώτησαν κι εκείνον ποια είναι η τελευταία του επιθυμία και αυτός, τηρώντας τη γαλλική γαστριμαργική παράδοση, ζήτησε να του ετοιμάσουν ένα καλό γεύμα, με όλα τα καλά της γαλλικής κουζίνας, καθώς και ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί. Αφού έφαγε και ήπιε, έβαλε το κεφάλι του στην καρμανιόλα, αλλά, πάλι, ως εκ θαύματος, η λεπίδα μπλόκαρε. Οι επαναστάτες, μην έχοντας άλλη επιλογή, του χάρισαν και αυτού τη ζωή.
Στη συνέχεια, οδηγήθηκε για εκτέλεση ο Γερμανός, ο οποίος, όταν ρωτήθηκε για την τελευταία του επιθυμία, είπε στους επαναστάτες με αυστηρό ύφος: «Να φτιάξετε αυτό το μηχάνημα...»!
*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Επιπλέον, η ιστορία που ακολουθεί ήθελε, τότε που γράφτηκε, να καυτηριάσει κυρίως την εμμονική στάση Μέρκελ και Σόιμπλε στην παγίωση ενός μηχανισμού δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρώπη, που παράγει ύφεση, «σκοτώνει» τις ευπαθέστερες ευρωπαϊκές οικονομίες και, το κυριότερο, θέτει σε κίνδυνο την επιβίωση του ευρώ. Την προτεσταντική αυτή πειθαρχία, βεβαίως, την πληρώνει σήμερα και η ίδια η Γερμανία. Είναι, τελικώς, μία κληρονομιά που άφησαν πίσω τους η Άνγκελα και ο μακαρίτης ο Βόλφγκανγκ, με τη μόνη διαφορά ότι η πρώην καγκελάριος τη βιώνει, ενώ ο άλλος την παρακολουθεί από ψηλά.
Όπως αναφέρεται στην ιστορία τoυ «Monde Diplomatique», στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης οι εξεγερμένοι κατά του Λουδοβίκου συνέλαβαν τρεις ευγενείς, προφανέστατα υπέρ της μοναρχίας. Οι ευγενείς -δεν κατάλαβα γιατί συνηθίζεται να λέγονται έτσι, λες και οι υπόλοιποι είμαστε αγενείς-, ήταν ένας Άγγλος, ένας Γάλλος και ένας Γερμανός. Τους πέρασαν από λαϊκό δικαστήριο και -όπως ήταν φυσικό από ανάλογα λαϊκά δικαστήρια-, τους καταδίκασαν σε θάνατο και τους έστειλαν στην γκιλοτίνα. Θέλοντας να τηρήσουν οι δήμιοι κάποιο στοιχειώδη ανθρωπισμό, λίγο πριν από τον αποκεφαλισμό ρώτησαν τον Άγγλο ποια είναι η τελευταία του επιθυμία. Αυτός, τότε, ζήτησε ένα μπουκάλι ουίσκι. Άγγλος ήταν, τι άλλο θα ζητούσε; Του πήγαν ένα μπουκάλι, το ήπιε και, μισομεθυσμένος, καθώς ήταν, αφού είχε αδειάσει όλο το περιεχόμενο του μπουκαλιού, έβαλε το κεφάλι του στη λαιμητόμο. Για καλή του τύχη, όμως, η λεπίδα της γκιλοτίνας σταμάτησε λίγα εκατοστά πάνω από τον σβέρκο του και οι επαναστάτες, τηρώντας τις σχετικές παραδόσεις για ανάλογα αναπάντεχα συμβάντα, του έδωσαν χάρη. Και ο Άγγλος ευγενής διασώθηκε.
Ήλθε μετά η σειρά του Γάλλου ευγενούς. Τον ρώτησαν κι εκείνον ποια είναι η τελευταία του επιθυμία και αυτός, τηρώντας τη γαλλική γαστριμαργική παράδοση, ζήτησε να του ετοιμάσουν ένα καλό γεύμα, με όλα τα καλά της γαλλικής κουζίνας, καθώς και ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί. Αφού έφαγε και ήπιε, έβαλε το κεφάλι του στην καρμανιόλα, αλλά, πάλι, ως εκ θαύματος, η λεπίδα μπλόκαρε. Οι επαναστάτες, μην έχοντας άλλη επιλογή, του χάρισαν και αυτού τη ζωή.
Στη συνέχεια, οδηγήθηκε για εκτέλεση ο Γερμανός, ο οποίος, όταν ρωτήθηκε για την τελευταία του επιθυμία, είπε στους επαναστάτες με αυστηρό ύφος: «Να φτιάξετε αυτό το μηχάνημα...»!
*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή