Ο µάγκας και η ΜAGA
Opinions
Είναι φανερό ότι η Ουάσινγκτον επιλέγει να συγκεντρώσει στο αµερικανικό έδαφος εταιρείες, εργοστάσια και επενδύσεις
Αναµφισβήτητα περνάµε εκόντες άκοντες σε µία νέα εποχή, στο µέτρο που µία υπερδύναµη µπορεί, ακριβώς λόγω της ισχύος της, να διαφεντεύει τον κόσµο. Και η νέα εποχή έχει να κάνει µε το πλαίσιο της πολιτικής που ευαγγελίζεται ο νέος πλανητάρχης, καθώς οι πολιτικές του έχουν επιπτώσεις και στις υπόλοιπες χώρες. Κανείς, βεβαίως, δεν µπορεί να αµφισβητήσει το δικαίωµα ενός Αµερικανού προέδρου να κάνει πάλι τη χώρα του µεγάλη (Make America Great Again-MAGA), διότι ο στόχος αυτός είναι αυτονόητος για κάθε ηγέτη. Από την άλλη, δεν µπορεί κανείς να παραγνωρίσει µία συγκεκριµένη σηµειολογία της τελετής ορκωµοσίας του Τραµπ αλλά και τη σηµειολογία συγκεκριµένων πολιτικών του, που ήδη τέθηκαν σε εφαρµογή µε τα διατάγµατα τα οποία υπέγραψε πάραυτα. Λόγου χάρη, το γεγονός ότι βασικά στελέχη της κυβέρνησής του φέρεται να έχουν περιουσία που αντιστοιχεί σε αξία στα 500 δισεκατοµµύρια δολάρια, αυτοµάτως, δεν προϊδεάζει για κοινωνικές ευαισθησίες, σε µία χώρα, µάλιστα, που αν δεν έχεις λεφτά ούτε να πεθάνεις ευπρεπώς µπορείς.
Βέβαια, ο στόχος να ξαναγίνει η Αµερική µεγάλη προοιωνίζεται µία εσωστρέφεια που… πριονίζει την αµερικανική συµµετοχή στη στήριξη χωρών του υπόλοιπου κόσµου οι οποίες στο παρελθόν προσέβλεπαν στη στήριξή της. Αυτό σηµαίνει, άραγε, ότι θα χάσουν συµµάχους οι Ηνωµένες Πολιτείες; Ή, αντιθέτως, δεν θα χαθούν οι συµµαχίες αυτές -επιλεκτικώς τουλάχιστον- επειδή η κυβέρνηση Τραµπ θα εφαρµόσει την τακτική της προηγούµενης διακυβέρνησής του; Όταν, δηλαδή, η Αµερική προτιµούσε τις διακρατικές συµφωνίες µε ένα ένα κράτος, ξεχωριστά, που θεωρούσε ότι εξυπηρετούσε τα συµφέροντά της;
Αυτή, βεβαίως, η τακτική, η οποία προφανώς και είναι αποδεκτή από τα κράτη στα οποία θα δείξει τη συµπάθειά της η κυβέρνηση Τραµπ -σίγουρα µε κάποιο συγκεκριµένο αντάλλαγµα-, είναι µία άλλη µορφή τού διαίρει και βασίλευε. Πράγµα που θέτει την αµήχανη Ευρώπη µε την έλλειψη ηγεσιών, όσον αφορά τις χήρες ηγεσίες της, προ συγκεκριµένων ευθυνών για την ενότητά της και µέσω αυτής για την ενίσχυση της θέσης της διεθνώς. ∆ιότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, διευρυνόµενη αφρόνως, δεν κατέστη ισχυρότερη αλλά η µεγέθυνσή της µάλλον τόνισε τις αδυναµίες της.
Οι ξένες εφηµερίδες -και έχει σηµασία µάλιστα πως το έγραψαν οι της αγγλοσαξονικής καταγωγής-, σχολίασαν την εκλογή Τραµπ ως εκδήλωση του νέου αµερικανικού ιµπεριαλισµού, καθώς και ότι στις ΗΠΑ δεν άλλαξε κυβέρνηση αλλά καθεστώς.
Όµως, από την άλλη πλευρά, δεν είναι βέβαιο ότι η αποξένωση και η αυτοαποµόνωση της Αµερικής θα είναι προς το συµφέρον της, τη στιγµή που υπάρχουν πλέον άλλοι διεθνείς ανταγωνιστές των ΗΠΑ στο διεθνές στερέωµα. Με πρώτη και καλύτερη την Κίνα. Εκτός κι αν ο Τραµπ πιστεύει ότι η ισχύς δεν είναι εν τη ενώσει αλλά… εν τη αποµονώσει. Έτσι ερµηνεύεται σήµερα σε διεθνές πλαίσιο η ανάδειξη Τραµπ και πάλι στην ηγεσία της Αµερικής.
Υπάρχει, βεβαίως, και το ελληνικό ενδιαφέρον το οποίο είχε κορυφωθεί πριν από τις αµερικανικές εκλογές, καθώς, καλώς ή κακώς, στο παρελθόν είχαµε προσδεθεί στο αµερικανικό άρµα -τελι κώς µάλλον καλώς-, το οποίο υπήρξε και µία παγίδα για τη χώρα. Ότι περιµέναµε να λύσει τις όποιες εκκρεµότητες είχαµε, ειδικότερα στα θέµατα της εξωτερικής πολιτικής, η προστάτιδα δύναµη. Eνώ η όποια λύση πρέπει να προέρχεται από εµάς. Ίσως ήταν και βολικό για το πολιτικό σύστηµα, καθώς τυχόν λύσεις επιβεβληµένες από τον διεθνή παράγοντα απάλλασσαν από τις ευθύνες αυτόν, στο εσωτερικό, που θα επέλεγε την άλφα ή τη βήτα λύση. Βολικό, αν λάβουµε υπόψη ότι ο χαρακτηρισµός «µειοδότης» είναι πάντοτε η επιπόλαιη κατηγορία στη φαρέτρα των πολιτικών κοµµάτων, ιδίως εκείνων που δεν κυβερνούν και εποµένως δεν αναλαµβάνουν και τις σχετικές ευθύνες.
Τώρα, αναφορικά µε τις ελληνοαµερικανικές σχέσεις µπορεί να βολεύει στα καθ΄ ηµάς η προαναφερθείσα επιλογή του Τραµπ στην προηγούµενη θητεία του, αυτή των διµερών συµφωνιών. Άλλωστε, τουλάχιστον στο αµυντικό κοµµάτι η συνεργασία των δύο χωρών έχει διευρυνθεί σε επίπεδα πολύ ευρύτερα της ανάλογης συνεργασίας κατά το παρελθόν. Αυτή η διεύρυνση µπορεί να ερµηνευθεί ως κάποιου είδους εγγύηση για τη χώρα από εξωτερικές επιβουλές, αλλά από την άλλη δεν προοιωνίζεται και λύσεις στις δικές µας εκκρεµότητες. Εξάλλου, όπως έχουµε αναφέρει και άλλοτε από αυτήν εδώ τη θέση, αν ήταν διαφορετικά τα πράγµατα και δεν υπήρχε µια παραδοσιακή ελληνική αφέλεια, τότε θα είχαν επιλυθεί, εδώ και χρόνια, όλες οι εκκρεµότητες που αφορούν τα εθνικά ζητήµατα.
*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Βέβαια, ο στόχος να ξαναγίνει η Αµερική µεγάλη προοιωνίζεται µία εσωστρέφεια που… πριονίζει την αµερικανική συµµετοχή στη στήριξη χωρών του υπόλοιπου κόσµου οι οποίες στο παρελθόν προσέβλεπαν στη στήριξή της. Αυτό σηµαίνει, άραγε, ότι θα χάσουν συµµάχους οι Ηνωµένες Πολιτείες; Ή, αντιθέτως, δεν θα χαθούν οι συµµαχίες αυτές -επιλεκτικώς τουλάχιστον- επειδή η κυβέρνηση Τραµπ θα εφαρµόσει την τακτική της προηγούµενης διακυβέρνησής του; Όταν, δηλαδή, η Αµερική προτιµούσε τις διακρατικές συµφωνίες µε ένα ένα κράτος, ξεχωριστά, που θεωρούσε ότι εξυπηρετούσε τα συµφέροντά της;
Αυτή, βεβαίως, η τακτική, η οποία προφανώς και είναι αποδεκτή από τα κράτη στα οποία θα δείξει τη συµπάθειά της η κυβέρνηση Τραµπ -σίγουρα µε κάποιο συγκεκριµένο αντάλλαγµα-, είναι µία άλλη µορφή τού διαίρει και βασίλευε. Πράγµα που θέτει την αµήχανη Ευρώπη µε την έλλειψη ηγεσιών, όσον αφορά τις χήρες ηγεσίες της, προ συγκεκριµένων ευθυνών για την ενότητά της και µέσω αυτής για την ενίσχυση της θέσης της διεθνώς. ∆ιότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, διευρυνόµενη αφρόνως, δεν κατέστη ισχυρότερη αλλά η µεγέθυνσή της µάλλον τόνισε τις αδυναµίες της.
Οι ξένες εφηµερίδες -και έχει σηµασία µάλιστα πως το έγραψαν οι της αγγλοσαξονικής καταγωγής-, σχολίασαν την εκλογή Τραµπ ως εκδήλωση του νέου αµερικανικού ιµπεριαλισµού, καθώς και ότι στις ΗΠΑ δεν άλλαξε κυβέρνηση αλλά καθεστώς.
Όµως, από την άλλη πλευρά, δεν είναι βέβαιο ότι η αποξένωση και η αυτοαποµόνωση της Αµερικής θα είναι προς το συµφέρον της, τη στιγµή που υπάρχουν πλέον άλλοι διεθνείς ανταγωνιστές των ΗΠΑ στο διεθνές στερέωµα. Με πρώτη και καλύτερη την Κίνα. Εκτός κι αν ο Τραµπ πιστεύει ότι η ισχύς δεν είναι εν τη ενώσει αλλά… εν τη αποµονώσει. Έτσι ερµηνεύεται σήµερα σε διεθνές πλαίσιο η ανάδειξη Τραµπ και πάλι στην ηγεσία της Αµερικής.
Υπάρχει, βεβαίως, και το ελληνικό ενδιαφέρον το οποίο είχε κορυφωθεί πριν από τις αµερικανικές εκλογές, καθώς, καλώς ή κακώς, στο παρελθόν είχαµε προσδεθεί στο αµερικανικό άρµα -τελι κώς µάλλον καλώς-, το οποίο υπήρξε και µία παγίδα για τη χώρα. Ότι περιµέναµε να λύσει τις όποιες εκκρεµότητες είχαµε, ειδικότερα στα θέµατα της εξωτερικής πολιτικής, η προστάτιδα δύναµη. Eνώ η όποια λύση πρέπει να προέρχεται από εµάς. Ίσως ήταν και βολικό για το πολιτικό σύστηµα, καθώς τυχόν λύσεις επιβεβληµένες από τον διεθνή παράγοντα απάλλασσαν από τις ευθύνες αυτόν, στο εσωτερικό, που θα επέλεγε την άλφα ή τη βήτα λύση. Βολικό, αν λάβουµε υπόψη ότι ο χαρακτηρισµός «µειοδότης» είναι πάντοτε η επιπόλαιη κατηγορία στη φαρέτρα των πολιτικών κοµµάτων, ιδίως εκείνων που δεν κυβερνούν και εποµένως δεν αναλαµβάνουν και τις σχετικές ευθύνες.
Τώρα, αναφορικά µε τις ελληνοαµερικανικές σχέσεις µπορεί να βολεύει στα καθ΄ ηµάς η προαναφερθείσα επιλογή του Τραµπ στην προηγούµενη θητεία του, αυτή των διµερών συµφωνιών. Άλλωστε, τουλάχιστον στο αµυντικό κοµµάτι η συνεργασία των δύο χωρών έχει διευρυνθεί σε επίπεδα πολύ ευρύτερα της ανάλογης συνεργασίας κατά το παρελθόν. Αυτή η διεύρυνση µπορεί να ερµηνευθεί ως κάποιου είδους εγγύηση για τη χώρα από εξωτερικές επιβουλές, αλλά από την άλλη δεν προοιωνίζεται και λύσεις στις δικές µας εκκρεµότητες. Εξάλλου, όπως έχουµε αναφέρει και άλλοτε από αυτήν εδώ τη θέση, αν ήταν διαφορετικά τα πράγµατα και δεν υπήρχε µια παραδοσιακή ελληνική αφέλεια, τότε θα είχαν επιλυθεί, εδώ και χρόνια, όλες οι εκκρεµότητες που αφορούν τα εθνικά ζητήµατα.
*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή