Στην ελέω Θεού µοναρχία ο λαός, αν πηγαίνει κάτι στραβά, παρηγοριέται µε το ότι έτσι πιθανόν να ήταν το θέληµα του Θεού. Στις προεδρικές δηµοκρατίες το µάρµαρο το πληρώνει ο Πρόεδρος, όπως λ.χ. ο Μανωλάκης ο Μακρόν.

Στις προεδρευόµενες, ειδικά σε αυτές µάλιστα, όπως η δική µας, που έχουν αφαιρεθεί προνοµίες από τον Πρόεδρο, τα παράπονα δεν πάνε στον δήµαρχο, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι, αλλά στην κυβέρνηση. Γιατί στις δηµοκρατίες η ψήφος είναι ένα γραµµάτιο που αυτός που το εκδίδει, δηλαδή ο κόσµος, έχει συνεχώς την απαίτηση να εξοφλείται ίσως και πριν από τη λήξη του.

Εποµένως, για ό,τι στραβό γίνεται η κοινωνία θεωρεί κάποιον συγκεκριµένο ως υπόλογο. Σε ψήφισα, κύριε, σου λέει... Οφείλεις να µου παρέχεις κάθε ασφάλεια και άνεση. Ακόµη και... νύφη. Και δεν κάνω πλάκα. Εχει συµβεί αυτό σε βουλευτή της επαρχίας, όταν έµεινε εµβρόντητος από το αίτηµα ψηφοφόρου του, που του ζητούσε, επειδή ο βουλευτής είχε γνωριµίες στην τοπική κοινωνία, να του βρει µία καλή κοπέλα για να νυµφευθεί!

Όλα αυτά γράφονται µε αφορµή βεβαίως την τραγική υπόθεση των Τεµπών. Και σε κανενός το µυαλό δεν περνάει πως µπορείς να πεις για παρηγοριά, στον γονιό που έχασε το παιδί του: «Ξέρεις πόσα θανατηφόρα δυστυχήµατα τρένων γίνονται στην Ευρώπη;». Αυτό κι αν θα ήταν ύβρις. Ενα από τα λάθη που έγιναν ευθύς εξαρχής ήταν ότι δεν ελέγχθηκε σε κάθε λεπτοµέρειά της η σύµβαση µε τους Ιταλούς, δεδοµένου µάλιστα ότι είχε υπογραφεί από ελληνικής πλευράς από εγνωσµένους τσαπατσούληδες.

Από την άλλη πλευρά, µε Ιταλούς έχεις να κάνεις, οπότε, δεδοµένου ότι παλαιόθεν είµαστε ούνα ράτσα, ούνα φάτσα και επίσης ότι στο παρελθόν είχαν πιαστεί ο ΟΣΕ και οι άνθρωποί του µε τη γίδα στην πλάτη -όπου γίδα ήταν τα λαθραία βαγόνια που προσετίθεντο στα κανονικά-, θα έπρεπε κάθε σύµβαση µε αυτούς να ήταν ιδιαιτέρως προσεγµένη.

Όλα αυτά όµως είναι παρελθόν που δεν διορθώνεται, ούτε φτάνει ούτε µπορεί να παρηγορεί για τόσους θανάτους.

Όλοι περιµένουν τη Νέµεσι και δικαιολογηµένα. Για όλους τους υπεύθυνους ή και για όσους θεωρηθούν, κατά τη ∆ικαιοσύνη, ηθικοί αυτουργοί. Αλλωστε, ο πελάτης, δηλαδή ένας ολόκληρος λαός, που ψηφίζει και, όπως προείπαµε, πάντα θα έχει απαιτήσεις, διότι θεωρεί ακριβή την ψήφο του, έχει πάντα δίκιο. Και στην περίπτωσή του, µάλιστα, δεν ισχύει το περιεχόµενο της ταµπέλας που ήταν αναρτηµένη παλιά στα µαγαζιά, πάνω από το ταµείο: «Μετά την αποµάκρυνσιν εκ του ταµείου ουδέν λάθος αναγνωρίζεται». ∆ιότι στον χώρο της πολιτικής, έτσι και ο πελάτης αποµακρυνθεί από το ταµείο, τον έχασες. Και είναι δύσκολο να τον ξανακερδίσεις, ακόµα και όταν δεν υπάρχουν άλλα µαγαζιά για να πάει.

*Δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή» στις 9/02/2025