Όπως έχω αναφέρει και στο παρελθόν από αυτήν εδώ τη στήλη, ένα από τα επιχειρήματα που είχε προβάλει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, για τη μη εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας απ’ ευθείας από τον λαό -πέραν βεβαίως ότι σε μία τέτοια περίπτωση το Πολίτευμα θα εκαλείτο Προεδρική Δημοκρατία- ήταν ότι ο Θεσμός θα γινόταν αντικείμενο κομματικών διαγκωνισμών και θα οδηγούσε έτσι και σε διχασμό του λαού.

Η πολιτική πραγματικότητα στη χώρα μας έχει διαψεύσει σε πολλές ανάλογες περιπτώσεις τον Καραμανλή όσον αφορά τις κομματικές αντιπαραθέσεις ως προς το πρόσωπο του Προέδρου.

Οπότε, παύει και να ισχύει ότι, με την εκλογή από τη Βουλή και τα μέλη της, παραμένει αλώβητο το ύψιστο πολιτειακό αξίωμα. Με αποτέλεσμα, με ευθύνη των κομμάτων, να υπονομεύεται στα μάτια της κοινωνίας ο ενωτικός ρόλος του εκάστοτε Προέδρου.

Κατά την ορκωμοσία του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, του Κωνσταντίνου Τασούλα, δεν παρέστησαν δύο κόμματα και οι αρχηγοί τους και κάποιοι ανεξάρτητοι βουλευτές, διότι δήθεν δεν θα ήθελαν να νομιμοποιήσουν τη διαδικασία ανάδειξης του νέου Προέδρου.

Μάλιστα, εκπροσωπούν οι αντιρρησίες και τη Δεξιά, την άκρα, και την Αριστερά, στο μέτρο που θα μπορούσαν οι υπόλοιποι να χαρακτηριστούν ως ανήκοντες στην Αριστερά, απλώς και μόνο επειδή το λένε. Υπό μία έννοια ακραίο είναι και το κόμμα που υποτίθεται εκπροσωπεί αριστερή ιδεολογία.

Άλλωστε, δεν λείπουν τα παραδείγματα αυταρχικής συμπεριφοράς των αρχηγών αυτών μέσα στα κόμματά τους - χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η Αριστερά διακρίνεται για τις δημοκρατικές της διαδικασίες. Ενίοτε, ιστορικά κρίνοντάς την, διακρίνεται και για τις φασίζουσες μεθόδους της.

Η άρνηση αυτή της δήθεν νομιμοποίησης του σημερινού Προέδρου είναι εύλογο να προκαλεί την απορία σε σχέση με μία κατά τα άλλα φανταστική προοπτική, αφού στόχος γενικότερα της αντιπολίτευσης είναι να εκθρονίσει τον Μητσοτάκη και να καταλάβει την εξουσία.

Αν, στη φανταστική, λοιπόν, περίπτωση, οι πέραν της ΝΔ συγκροτούσαν ένα είδος συμμαχικής κυβέρνησης και οι αρνητές του Κώστα Τασούλα θα έπρεπε να αναλάβουν κυβερνητικό αξίωμα, δεν θα δέχονταν να ορκιστούν ενώπιον του νέου Προέδρου;

Οπότε, βάσει της καθιερωμένης και νομίμου διαδικασίας λογικό δεν είναι να μη νομιμοποιούνται να αναλάβουν το αξίωμά τους; Πρόκειται για αστειότητες που έχουν δυστυχώς ως στόχο τον Θεσμό της Προεδρευομένης Ελληνικής Δημοκρατίας. Και είναι αστειότητες όλα αυτά διότι οι αρνητές απλώς επιδίωξαν, όπως άλλωστε και όσοι δεν ψήφισαν τον υποψήφιο της Νέας Δημοκρατίας, να επιβάλουν τον δικό τους υποψήφιο. Ο οποίος κατά την άποψή τους θα ήταν υπερκομματικός και όχι κομματικός, αν και θα ήταν ο εκλεκτός τους. Η υποκρισία στην ελληνική πολιτική σκηνή δεν έχει όρια. Κρατείστε αυτήν την πρόβλεψη. Ακόμη δεν έχουμε δει τίποτε…

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 17/03/2025