Ο δηµόσιος τοµέας αποτελεί τη ραχοκοκαλιά κάθε κράτους και της «µηχανής» του. Περί αυτού δεν υπάρχει αµφιβολία. Οι ενστάσεις αρχίζουν από τη στιγµή που, για χώρες όπως η δική µας, ο δηµόσιος τοµέας είναι δυσανάλογα µεγάλος σε σχέση µε τις πραγµατικές ανάγκες του κράτους για τη λειτουργία του. Βεβαίως και τα κόµµατα που έχουν περάσει από την εξουσία, διαχρονικά, ενδεχοµένως να διευρύνουν τις ανάγκες προκειµένου να απαιτούνται όλο και περισσότεροι για να στελεχώνουν τον δηµόσιο τοµέα, ώστε να έχουν και το άλλοθι των διορισµών που φέρνουν ψήφους. Επίσης στα καθ’ ηµάς, ακριβώς λόγω της προαναφερθείσας µικροκοµµατικής πονηριάς, διορίζεται προσωπικό στην κρατική µηχανή σε τοµείς όπου δεν χρειάζεται πλεονάζον προσωπικό, το οποίο ελλείπει από άλλους νευραλγικούς και κρίσιµους τοµείς

Όπως λόγου χάρη είναι η Εκπαίδευση σε όλες τις βαθµίδες ή η δηµόσια Υγεία. Πέρα όµως από τον άνισο αυτόν υδροκεφαλισµό στο ∆ηµόσιο, έχουµε και το φαινόµενο των διορισµών προσώπων µε µειωµένα ή και καθόλου προσόντα, είτε προσώπων που αποδεικνύονται ανεπαρκή κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Πρόσφατα µάλιστα από επίσηµα χείλη οµολογήθηκε ότι κατά τις αξιολογήσεις βρέθηκαν 1.300 ανεπαρκέστατοι υπάλληλοι, των οποίων θα καθυστερήσει για δύο χρόνια η προαγωγή και αν συνεχίσουν να είναι ανεπαρκείς θα περάσουν από υπηρεσιακό συµβούλιο - στο οποίο µάλλον θα τους κρίνουν συνάδελφοί τους ή και συνδικαλιστές, µε κριτήριο προφανώς ότι κόρακας κοράκου µάτι δεν βγάζει. Οπότε οι ανεπαρκείς δεν θα απολυθούν, καθώς η µονιµότητα καλά κρατεί και απλώς αυτοί θα βάλουν, όπως έλεγαν παλιά, τη γάτα τους να κλαίει…

Μία ρύθµιση-ταµπού για τα ελληνικά δεδοµένα είναι η άρση της µονιµότητας των δηµοσίων υπαλλήλων. Ένας θεσµός τον οποίο επέβαλαν οι πολιτικοί, πριν από έναν αιώνα και πλέον, προκειµένου να προστατεύσουν τους δηµοσίους υπαλλήλους από δικές τους αυθαιρεσίες, θεωρώντας προφανώς ότι αυτές δεν επρόκειτο να σταµατήσουν ποτέ! Οµολογούσαν, µε άλλα λόγια, την τάση τους για παρανοµίες, απάνθρωπες συµπεριφορές (διότι περί αυτού πρόκειται) και για κοµµατισµό ρατσισµό.

Η άποψη που έχει διατυπωθεί ότι η µονιµότητα επιτρέπει στον δηµόσιο υπάλληλο να ασκήσει απερίσπαστος τα καθήκοντά του, προσηλωµένος στο δηµόσιο συµφέρον και χωρίς να εξαρτάται από οιεσδήποτε πολιτικές µεταβολές ή άλλες πολιτικές επιπτώσεις (!), σηκώνει πολύ νερό και ερεθίζει τους κακόµοιρους υπαλλήλους του ιδιωτικού τοµέα. Και µόνον αυτή η δικαιολόγηση της µονιµότητας, την οποία, δυστυχώς, συνυπογράφει (ακόµη;) η µεγάλη πλειοψηφία του πολιτικού κόσµου πρωτοστατούντων των αριστερών, παρέχει την ευκαιρία και προκαλεί έναν οργισµένο αντίλογο, τον οποίο αντιστοίχως προσυπογράφει η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών:

Πρώτον, το ίδιο το Σύνταγµα αντιφάσκει, κατοχυρώνοντας αφενός την ισότητα των πολιτών (άρθρο 4) και αφετέρου τη µονιµότητα στο ∆ηµόσιο (άρθρο 103). ∆ιότι πώς µπορεί να υπάρχει ισότητα όλων όταν ορισµένων κατοχυρώνεται η εργασία ώστε να µη µείνουν ποτέ χωρίς δουλειά και επί άλλων επικρέµαται µια ζωή η δαµόκλειος σπάθη της ανά πάσα στιγµήν απόλυσης!

∆εύτερον, εάν δεν µπορεί ο εργαζόµενος στο ∆ηµόσιο να ασκήσει απερίσπαστος τα καθήκοντά του, είναι επειδή, όπως έχουν οµολογήσει στο παρελθόν ακόµη και υπουργικά χείλη, εξαρτάται από πολιτικές µεταβολές ή άλλες πολιτικές επιπτώσεις! Εποµένως για τον φόβο αυτό των δηµοσίων υπαλλήλων υπεύθυνα είναι τα κόµµατα, οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί, που οφείλουν να κάνουν την αυτοκριτική τους, διότι «το µάρµαρο» (το οικονοµικό) το πληρώνει τελικώς ο κοσµάκης. Αλλά και διότι διατηρούν µία παγκόσµια πρωτοτυπία, επειδή αυτοί δεν µπορούν να αλλάξουν αντιλήψεις και να παγιώσουν µία συγκεκριµένη πολιτική ηθική! Κοινώς, µεροληπτούµε και αδικούµε µε τη συµπεριφορά µας επί έναν αιώνα και πλέον και για αυτό προστατεύουµε τα θύµατά της!

Ας µην απαλλαγούµε λοιπόν ποτέ από τη µονιµότητα, αφού πρέπει «όλα τα ζώα να είναι ίσα, αλλά ορισµένα να είναι πιο ίσα από τα άλλα»…

Όπως έχω αναφέρει και µε άλλη αφορµή, παραδείγµατα ευτράπελα που αφορούν το ∆ηµόσιο και δείχνουν µία κατάσταση που δεν θα έπρεπε να ισχύει περιλαµβάνει στο βιβλίο του «Με τον Ανδρέα στην Ευρώπη» ο Θόδωρος Πάγκαλος. Και αποκαλύπτει αυτή την ευθύνη των κοµµάτων που πέρασαν από την εξουσία, καθώς επέτρεπαν να επικρατούν συνθήκες που ευνοούσαν σε πρώτη φάση την τεµπελιά και σε δεύτερη και την εκµετάλλευση της θέσης προς ίδιον όφελος. Και βεβαίως και του δικού του. Μερικά παραδείγµατα για γέλια και για κλάµατα:

«...Κατά την διάρκεια του ωραρίου πολλοί υπάλληλοι εγκατέλειπαν το κτίριο του υπουργείου (του οποίου ήταν επικεφαλής) και πήγαιναν να κάνουν διάφορες άλλες δουλειές στα πέριξ. Είδα µια µέρα κάποιον ο οποίος στις 11 το πρωί πουλούσε ψωµί σ’ ένα πρατήριο που τυπικά ανήκε στη γυναίκα του και βρισκόταν κάπου στην οδό Βερανζέρου…».

Επανερχόµενοι στην αρχική διαπίστωση που υπάρχει στον πρόλογο του σηµειώµατος αυτού περί του δηµοσίου τοµέα ως ραχοκοκαλιάς του κράτους, η διαπίστωση είναι µία. Καµία µεταρρύθµιση δεν έχει σηµασία όσο οι πραγµατικές αλλαγές στη στελέχωση του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης συµπεριλαµβανοµένης. Οτιδήποτε άλλο είναι έργο βιτρίνας…