Το αίτημα μιας γενιάς
Όλων αυτών που την επόμενη μέρα θα εργαστούμε για να ξανακάνουμε την Ελλάδα μια κανονική χώρα
Αν κάποιος έκανε μια δημοσκόπηση σε έναν κεντρικό δρόμο ρωτώντας τους περαστικούς ποιοι αριθμοί τους έρχονται στο μυαλό όταν ακούν για συνταγματική αναθεώρηση, είναι βέβαιο ότι το 16 θα ήταν στις πιο συχνές, αν όχι η συχνότερη, απάντηση. Και αυτό γιατί όποτε ακούγεται δημόσια το αίτημα τροποποίησής του, κάθε φορά οι δυνάμεις της αντίδρασης φωνάζουν περισσότερο, αλλά επίσης κάθε φορά η πραγματικότητα επαναφέρει το αίτημα αυτό ακόμα πιο επίκαιρο, ακόμα πιο αναγκαίο, ακόμα πιο πλειοψηφικό στην κοινωνία.
Ήταν στα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν μια φοιτητική οργάνωση «τόλμησε» να αμφισβητήσει ανοιχτά το «ευαγγέλιο» της αριστεράς, το κρατικό μονοπώλιο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αντίθετα με τις προβλέψεις (και τις επιθέσεις), η φοιτητική αυτή οργάνωση, η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, κέρδισε μέσα σε λίγα μόλις χρόνια την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας των φοιτητών, την οποία και διατηρεί ακέραια και χωρίς καμία διακοπή μέχρι σήμερα.
Τα χρόνια πέρασαν, μαζί με τις ευκαιρίες για τη χώρα, για να φτάσουμε στα μέσα της δεκαετίας του 2000, όταν η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έθεσε σε ψηφοφορία προς αναθεώρηση το άρθρο 16. Εκεί κάπου εμφανίζεται μια γενιά: Η γενιά που μπήκε στο πανεπιστήμιο κάπου στο 2005 - λίγο πριν, λίγο μετά. Η γενιά που συντάχθηκε μαζικά με τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, αλλά είδε τους «προοδευτικούς μεταρρυθμιστές» να συμπράττουν με τις αντιδημοκρατικές αριστερές μειοψηφίες κλείνοντας σχολές, καθυστερώντας πτυχία, απειλώντας και χτυπώντας φοιτητές, βανδαλίζοντας σχολές και δημόσια περιουσία. Δυστυχώς, αυτή η σύμπραξη οδήγησε στην ακύρωση αυτής της αναγκαίας και πλειοψηφικής από τότε μεταρρύθμισης.
Το 2015 έρχονται στην εξουσία οι καθοδηγητές των αντιδημοκρατικών μειοψηφιών στα πανεπιστήμια. Εκείνοι που έκαναν καριέρα χωρίς να δουλέψουν ποτέ, «αγωνιζόμενοι» κατά της αναθεώρησης του άρθρου 16 - τελικά όμως αγωνιζόμενοι ενάντια στα συμφέροντα των πολλών, κατά του υγιούς ανταγωνισμού που θα βελτίωνε τα δημόσια πανεπιστήμια και θα προσέλκυε επενδύσεις προς όφελος όλων. Οι καταληψίες του χθες είναι αυτοί που θέλουν να επεκτείνουν τις παθογένειες του άρθρου - τοτέμ στο σύνολο του Συντάγματος.
Η γενιά του 2005 μεγάλωσε, αποφοίτησε, βγήκε στην αγορά εργασίας στην αρχή της κρίσης. Μια αγορά εργασίας που είχε την ίδια ιδεολογική ρίζα στρεβλώσεων με τα πανεπιστήμια. Παγιδευμένη ανάμεσα στις χαμηλές αμοιβές και τον στενό ορίζοντα προοπτικών, αυτή η γενιά παλεύει να ανασάνει. Όμως πολλά μέλη της είναι ακόμα εδώ, έχουν μνήμη και πείσμα, θυμούνται ποιοι τους κράτησαν πίσω και ξέρουν πού θέλουν να φτάσουν ατομικά και συλλογικά - και, κυρίως, πώς θα φτάσουν εκεί. Και έχουν μαζί τους τις κοντινές γενιές, εκείνες που έζησαν και πάλεψαν τον ίδιο παραλογισμό.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε για την αναγκαιότητα πλέον της αναθεώρησης του άρθρου 16 ως κάτι απολύτως αυτονόητο. Σήμερα, δεν εκφράζει απλώς το αίτημα ενός κόμματος, ούτε καν ενός ευρύτερου πολιτικού ή ιδεολογικού χώρου. Εκφράζει το αίτημα μιας γενιάς ανθρώπων που δεν συμβιβάστηκαν με ιδεοληψίες, που δεν φοβήθηκαν τις απειλές και τις χαμένες τους εξεταστικές, που έδωσαν μάχες βλέποντας δεκαετίες μπροστά. Αυτών που σκέφτονταν τις επόμενες γενιές και δεν ζητούσαν ρεβάνς για προηγούμενες δεκαετίες. Ένα αίτημα όλων αυτών που την επόμενη μέρα θα εργαστούμε για να ξανακάνουμε την Ελλάδα μια κανονική χώρα.
* Ο Παύλος Μαρινάκης είναι δικηγόρος και αντιπρόεδρος της ΟΝΝΕΔ