H βουβή οδύνη ξεκουφαίνει
Κάπου «όπα». Κάπου «φτάνει». Κάπου «αρκεί».
«Δεν ξέρωεγώ παιδί μου τίποτα να σου πω. Τι να σου μιλήσω; Εγώ το παιδί μου το ξέρω». Από όλο τον οχετό που -δικαίως ή όχι, μένει να το δείξει ο καιρός- έχει ξεβραστεί στο πρόσωπο του Αλέξη Γεωργούλη κι από όλες τις κατηγορίες που -σωστά ή όχι- του έχουν αποδοθεί -κι αυτό ο καιρός θα το δείξει-, η παραπάνω φράση ειπωμένη από τα χείλη της ίδιας του της μάνας ήχησε μέσα μου σαν ραγισματιά.
Επειδή είμαι μάνα; Μπορεί. Επειδή έβαλα στη θέση της τη δική μου μάνα; Κι αυτό μπορεί. Επειδή η μάνα είναι πρόσωπο ιερό, που κανείς δεν έχει δικαίωμα να πονέσει ακόμα περισσότερο όταν ήδη πονά για τα λάθη, τα παραπτώματα, τα πταίσματα ή τα κακουργήματα του ίδιου της του παιδιού; Αυτό σίγουρα.
Ένας ενήλικας κατηγορείται. Χθες, σήμερα, αύριο. Ένας ενήλικας υπεύθυνος για τις πράξεις του. Όχι ένα παιδί. Όχι ένα μωρό. Τι δουλειά έχουμε να πιάνουμε τη μάνα του, να της τηλεφωνούμε, να ικετεύουμε για μία δήλωσή της, να της ζητάμε απεγνωσμένα τοποθετήσεις και συνεντεύξεις; Για να μας πει τι; Πώς αισθάνεται; Ότι κάπου έφταιξε κι αυτή; Πως μεγάλωσε ένα τέρας; Ότι γαλούχησε ένα σκουπίδι; Αυτό είναι το ζητούμενο; Αυτός είναι ο σκοπός; «Πουλάει», θα μου πεις. Χρυσά νούμερα σε σκουριασμένη από τον πόνο ψυχή. Θα χύσει δάκρυ η μάνα, θα ξεράσει παράπονο η μάνα, θα ξεβράσει στεναγμούς και αναφιλητά η μάνα, θα κάνουμε πως πολύ τη λυπόμαστε τη δύσμοιρη τη μάνα, ενώ, κατά βάθος, θα χαιρόμαστε για το αποκλειστικό στιγμιότυπο της δυστυχίας της.
Κάπου «όπα». Κάπου «φτάνει». Κάπου «αρκεί». Κάπου χειρόφρενο, κι ας μας έχει κάνει η ταχύτητα του ανταγωνισμού ραλίστες της απάθειας. Τίποτα δεν έχει να σου πει μια μάνα που υποφέρει για το παιδί της. Η οδύνη της ξεκουφαίνει, επειδή είναι βουβή. Και δεν είναι τίμιο, καθόλου τίμιο, να γινόμαστε από υπηρέτες της ενημέρωσης σκαλιστήρια του όποιου μαρτυρίου βιώνει μια μάνα. Είναι σαν να της λέμε «φταις κι εσύ». Είναι σαν να της φωνάζουμε «κάτι δεν έκανες σωστά». Είναι σαν να της προσάπτουμε κατηγορίες κι ενοχές, παρότι η ίδια είναι από κάθε άποψη αθώα. Είναι σαν να μην είμαστε άνθρωποι…
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 21/4
Επειδή είμαι μάνα; Μπορεί. Επειδή έβαλα στη θέση της τη δική μου μάνα; Κι αυτό μπορεί. Επειδή η μάνα είναι πρόσωπο ιερό, που κανείς δεν έχει δικαίωμα να πονέσει ακόμα περισσότερο όταν ήδη πονά για τα λάθη, τα παραπτώματα, τα πταίσματα ή τα κακουργήματα του ίδιου της του παιδιού; Αυτό σίγουρα.
Ένας ενήλικας κατηγορείται. Χθες, σήμερα, αύριο. Ένας ενήλικας υπεύθυνος για τις πράξεις του. Όχι ένα παιδί. Όχι ένα μωρό. Τι δουλειά έχουμε να πιάνουμε τη μάνα του, να της τηλεφωνούμε, να ικετεύουμε για μία δήλωσή της, να της ζητάμε απεγνωσμένα τοποθετήσεις και συνεντεύξεις; Για να μας πει τι; Πώς αισθάνεται; Ότι κάπου έφταιξε κι αυτή; Πως μεγάλωσε ένα τέρας; Ότι γαλούχησε ένα σκουπίδι; Αυτό είναι το ζητούμενο; Αυτός είναι ο σκοπός; «Πουλάει», θα μου πεις. Χρυσά νούμερα σε σκουριασμένη από τον πόνο ψυχή. Θα χύσει δάκρυ η μάνα, θα ξεράσει παράπονο η μάνα, θα ξεβράσει στεναγμούς και αναφιλητά η μάνα, θα κάνουμε πως πολύ τη λυπόμαστε τη δύσμοιρη τη μάνα, ενώ, κατά βάθος, θα χαιρόμαστε για το αποκλειστικό στιγμιότυπο της δυστυχίας της.
Κάπου «όπα». Κάπου «φτάνει». Κάπου «αρκεί». Κάπου χειρόφρενο, κι ας μας έχει κάνει η ταχύτητα του ανταγωνισμού ραλίστες της απάθειας. Τίποτα δεν έχει να σου πει μια μάνα που υποφέρει για το παιδί της. Η οδύνη της ξεκουφαίνει, επειδή είναι βουβή. Και δεν είναι τίμιο, καθόλου τίμιο, να γινόμαστε από υπηρέτες της ενημέρωσης σκαλιστήρια του όποιου μαρτυρίου βιώνει μια μάνα. Είναι σαν να της λέμε «φταις κι εσύ». Είναι σαν να της φωνάζουμε «κάτι δεν έκανες σωστά». Είναι σαν να της προσάπτουμε κατηγορίες κι ενοχές, παρότι η ίδια είναι από κάθε άποψη αθώα. Είναι σαν να μην είμαστε άνθρωποι…
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 21/4