Ο... τραμπισμός διχάζει συγκρουσιακά τις ΗΠΑ
Στη «βαθιά Αμερική» (λευκή και συντηρητική) επικρατεί νοσταλγία για τις παλιές, καλές ημέρες και ένα κράμα απόγνωσης και οργής για το σήμερα
Σαν να μην έφθαναν οι μέχρι τώρα κατηγορίες για τις οποίες ήδη διώκεται ο Τραμπ, η αμερικανική Δικαιοσύνη τον διώκει και για συνωμοσία εναντίον του κράτους! Ο Τραμπ είναι πολιτικά τοξικός, αλλά τα όσα έχουν στήσει εναντίον του οι αντίπαλοί του δεν έχουν προηγούμενο για πρώην πρόεδρο. Στην πραγματικότητα, απέναντί του, εκτός από το Δημοκρατικό Κόμμα, είναι και η μεγάλη πλειονότητα του αμερικανικού κατεστημένου, μη εξαιρουμένης και της παραδοσιακής κομματικής ηγεσίας των Ρεπουμπλικανών. Η νέα ποινική δίωξη του Τραμπ, λοιπόν, ολοκληρώνει τη διαδικασία ενοχοποίησής του, που είχε αρχίσει με την έφοδο στη βίλα του στη Φλόριντα πριν από έναν χρόνο περίπου. Η πολιτική εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης, όμως, όλα δείχνουν πως θα φέρει το αντίθετο από το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Οι διώξεις έχουν εκτοξεύσει τα ποσοστά του Τραμπ στη μάχη για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Προηγείται με 30 μονάδες, γεγονός που ουσιαστικά έχει προκαθορίσει το αποτέλεσμα. Όσοι πίστευαν ότι με τις ποινικές διώξεις θα τον εξουδετέρωναν, διαψεύδονται. Εννοείται πως εάν ο Τραμπ ήταν πολιτικά νεκρός, κανείς εισαγγελέας δεν θα είχε ασχοληθεί μαζί του. Οι εναντίον του διώξεις ενισχύουν τη σχεδόν φανατική σχέση πολιτικής εκπροσώπησης που έχει οικοδομήσει με τη «βαθιά Αμερική». Ο τραμπισμός έχει αποκτήσει κοινωνικοοικονομικές ρίζες. Αποτυπώνει τον βαθύ διχασμό της αμερικανικής κοινωνίας, ο οποίος έχει προσλάβει διαστάσεις υφέρποντος εμφυλίου πολέμου. Οι ΗΠΑ δεν έφθασαν σ’ αυτό το σημείο χωρίς αιτία. Ήταν οι οικονομικές-κοινωνικές διαφοροποιήσεις της τελευταίας 20ετίας που γέννησαν τον τραμπισμό, ως αμερικανική εκδοχή ενός πολιτικού φαινομένου που σαρώνει και τη Γηραιά Ήπειρο. Το Brexit μπορεί να πάτησε στον παραδοσιακό βρετανικό ευρωσκεπτικισμό, αλλά πήγασε από τη μήτρα της αντισυστημικής ψήφου που αλλάζει τον πολιτικό χάρτη σε πολλές χώρες. Είναι γεγονός ότι η παραδοσιακή πολιτική ηγεμονία του διδύμου τής (νεο)φιλελεύθερης Κεντροδεξιάς και Κεντροαριστεράς αμφισβητείται εντόνως από τους πολίτες. Μικρομεσαία στρώματα στρέφουν μαζικά την πλάτη στις παραδοσιακά κυρίαρχες πολιτικές παρατάξεις.
Αυτό, βεβαίως, συμβαίνει όχι επειδή έχουν προσβληθεί από κάποιον ιδεολογικό ιό που τα ωθεί στα άκρα. Η κύρια αιτία που αμφισβητούν την κατεστημένη τάξη πραγμάτων είναι ότι αυτή, περισσότερο ή λιγότερο, ανατρέπει τις σταθερές του βίου τους, προωθώντας τις οικονομικές ανισότητες. Πρόκειται για τεκτονικές αλλαγές που συνεχίζει να προκαλεί στις δυτικές κοινωνίες η κρίση του 2008 και η οποία επιδεινώθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία στο επίπεδο της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού. Η οικονομική κρίση, όμως, δεν έπεσε από τον ουρανό. Είναι αυθεντικό προϊόν της απληστίας της ολιγαρχίας του χρήματος. Η ανισοκατανομή του πλούτου έχει προσλάβει τρομακτικές διαστάσεις. Σύμφωνα με τους «New York Times», στη δεκαετία του 1990 το 1% των Αμερικανών προσποριζόταν το 45% της αύξησης του ΑΕΠ. Στη οκταετία του Μπους (2000-08) προσποριζόταν το 65% και στην οκταετία του Ομπάμα το 93%!
Σοσιαλδημοκράτες και Χριστιανοδημοκράτες εδραίωσαν τη μακρόχρονη πολιτική ηγεμονία τους στο άρρητο κοινωνικό συμβόλαιο, με βάση το οποίο εξασφάλιζαν στα μικρομεσαία στρώματα ανάπτυξη, ευημερία και κοινωνικό κράτος, ή ένα συνδυασμό. Από ένα χρονικό σημείο και πέρα, όμως, συνέκλιναν και λειτούργησαν σαν όχημα της παγκοσμιοποίησης και εφαρμοστές της ατζέντας του (νεο)φιλελευθερισμού. Με τις επιλογές τους, όμως, ροκάνισαν το κλαδί που κάθονταν. Για μία περίοδο η ευημερία συντηρήθηκε με δημόσιο δανεισμό, αλλά στη συνέχεια ήλθε αναπόφευκτα η λιτότητα.
Με όργανο τις πολιτικές ελίτ, η ολιγαρχία του χρήματος αποδομεί τα αμορτισέρ που μεταπολεμικά όχι μόνο διατήρησαν την κοινωνική ειρήνη, αλλά και τροφοδότησαν την οικονομική ανάπτυξη. Αυτά στην Ευρώπη, αλλά κάτι αντίστοιχο συνέβη και στις ΗΠΑ. Αν και η κοινωνική πολιτική του Ομπάμα μετρίασε την κρίση, μεγάλο τμήμα του πληθυσμού δυσκολευόταν κι εκεί να επιβιώσει αξιοπρεπώς. Δεν πρόκειται μόνο για τις μειονότητες και τους παραδοσιακά περιθωριοποιημένους. Η παγκοσμιοποίηση πετάει έξω από το «τρένο» μικρομεσαίους άλλοτε νοικοκυραίους και ειδικά την παραδοσιακή λευκή εργατική τάξη της «βαθιάς Αμερικής», που έχει πληγεί καίρια από την αποβιομηχάνιση. Η εκλογή Τραμπ ήταν το προϊόν αυτής ακριβώς της κοινωνικής δυναμικής. Μία ματιά στον αμερικανικό εκλογικό χάρτη του 2016 δείχνει ότι η Χίλαρι ψηφίσθηκε κατά κανόνα από την ανώτερη τάξη και τα μεσαία στρώματα που έχουν ενσωματωθεί στο πλαίσιο του οικονομικού (νεο)φιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης. Επίσης, από τις μειονότητες (μαύροι, ισπανόφωνοι, μουσουλμάνοι κ.ά.) που φοβήθηκαν από την αντιμεταναστευτική ρητορική του Τραμπ.
Όταν ο -κόντρα στην κομματική ηγεσία- Ρεπουμπλικανός υποψήφιος υποσχόταν πως με την επιβολή δασμών θα φέρει πίσω μεγάλες εταιρείες και θέσεις εργασίας, άγγιζε ευαίσθητες χορδές εκατομμυρίων Αμερικανών. Το ίδιο και η ρητορική του εναντίον του μεταναστευτικού ρεύματος. Η είσοδος μεταναστών παροξύνει το ένστικτο αυτοσυντήρησης κοινωνιών που νιώθουν ότι απειλούνται με φτωχοποίηση. Στη «βαθιά Αμερική» (λευκή και συντηρητική) επικρατεί νοσταλγία για τις παλιές καλές ημέρες και ένα κράμα απόγνωσης και οργής για το σήμερα. Αυτά ακριβώς εξέφρασε ο Τραμπ, υποσχόμενος ότι θα καθαρίσει τον «βάλτο» της Ουάσινγκτον. Είναι ειρωνεία της ιστορίας ότι τον ρόλο αυτό τον έπαιξε ένας δισεκατομμυριούχος, δημιουργώντας κοινωνικοπολιτικό κίνημα, καθώς και ότι οι επαγγελίες Τραμπ απέκτησαν αξιοπιστία στα μάτια των οπαδών του περισσότερο από τον εχθρικό τρόπο που τον αντιμετώπισε το κατεστημένο.
Σύσσωμο σχεδόν το αμερικανικό και διεθνές κατεστημένο είχαν στηρίξει με πάθος τη Χίλαρι και ταυτοχρόνως είχαν προσπαθήσει με κάθε τρόπο να γελοιοποιήσουν τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο και στη συνέχεια πρόεδρο. Και τώρα, βεβαίως, το ίδιο κατεστημένο ασκεί ποινικές διώξεις στον Τραμπ, ελπίζοντας να τον «κάψει». Αναμφίβολα, ο Τραμπ είναι και λαϊκιστής και τοξικός. Ο κύριος λόγος, ωστόσο, που εξόργισε το φιλελεύθερο κατεστημένο ήταν ότι έθιξε -τουλάχιστον στα λόγια- τα ιερά και τα όσιά του, δηλαδή την παγκοσμιοποίηση. Από την άλλη, η περιφρόνηση των αρχουσών ελίτ προς τους «νεοπληβείους» έχει εξουδετερώσει τους παραδοσιακούς μηχανισμούς χειραγώγησης των μαζών. Όταν τα κατεστημένα μίντια επιτίθενται με πάθος στον Τραμπ, η «βαθιά Αμερική» αντανακλαστικά παίρνει το μέρος του και η ποινική δίωξη μετατρέπεται σε μπούμεραγκ. Ο τραμπισμός κατάφερε να μεταλλάξει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σε κάτι που δεν ήταν. Η ρητορική Τραμπ ολοκλήρωσε μία ιδιότυπα αντισυστημική και συχνά ανορθολογική ιδεολογική τάση που είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται στη βάση των Ρεπουμπλικανών. Ο τραμπισμός αποτελεί πλέον απτή πολιτική πραγματικότητα, που διχάζει συγκρουσιακά τις ΗΠΑ, με απροσδιόριστες επιπτώσεις.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»
Αυτό, βεβαίως, συμβαίνει όχι επειδή έχουν προσβληθεί από κάποιον ιδεολογικό ιό που τα ωθεί στα άκρα. Η κύρια αιτία που αμφισβητούν την κατεστημένη τάξη πραγμάτων είναι ότι αυτή, περισσότερο ή λιγότερο, ανατρέπει τις σταθερές του βίου τους, προωθώντας τις οικονομικές ανισότητες. Πρόκειται για τεκτονικές αλλαγές που συνεχίζει να προκαλεί στις δυτικές κοινωνίες η κρίση του 2008 και η οποία επιδεινώθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία στο επίπεδο της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού. Η οικονομική κρίση, όμως, δεν έπεσε από τον ουρανό. Είναι αυθεντικό προϊόν της απληστίας της ολιγαρχίας του χρήματος. Η ανισοκατανομή του πλούτου έχει προσλάβει τρομακτικές διαστάσεις. Σύμφωνα με τους «New York Times», στη δεκαετία του 1990 το 1% των Αμερικανών προσποριζόταν το 45% της αύξησης του ΑΕΠ. Στη οκταετία του Μπους (2000-08) προσποριζόταν το 65% και στην οκταετία του Ομπάμα το 93%!
Σοσιαλδημοκράτες και Χριστιανοδημοκράτες εδραίωσαν τη μακρόχρονη πολιτική ηγεμονία τους στο άρρητο κοινωνικό συμβόλαιο, με βάση το οποίο εξασφάλιζαν στα μικρομεσαία στρώματα ανάπτυξη, ευημερία και κοινωνικό κράτος, ή ένα συνδυασμό. Από ένα χρονικό σημείο και πέρα, όμως, συνέκλιναν και λειτούργησαν σαν όχημα της παγκοσμιοποίησης και εφαρμοστές της ατζέντας του (νεο)φιλελευθερισμού. Με τις επιλογές τους, όμως, ροκάνισαν το κλαδί που κάθονταν. Για μία περίοδο η ευημερία συντηρήθηκε με δημόσιο δανεισμό, αλλά στη συνέχεια ήλθε αναπόφευκτα η λιτότητα.
Με όργανο τις πολιτικές ελίτ, η ολιγαρχία του χρήματος αποδομεί τα αμορτισέρ που μεταπολεμικά όχι μόνο διατήρησαν την κοινωνική ειρήνη, αλλά και τροφοδότησαν την οικονομική ανάπτυξη. Αυτά στην Ευρώπη, αλλά κάτι αντίστοιχο συνέβη και στις ΗΠΑ. Αν και η κοινωνική πολιτική του Ομπάμα μετρίασε την κρίση, μεγάλο τμήμα του πληθυσμού δυσκολευόταν κι εκεί να επιβιώσει αξιοπρεπώς. Δεν πρόκειται μόνο για τις μειονότητες και τους παραδοσιακά περιθωριοποιημένους. Η παγκοσμιοποίηση πετάει έξω από το «τρένο» μικρομεσαίους άλλοτε νοικοκυραίους και ειδικά την παραδοσιακή λευκή εργατική τάξη της «βαθιάς Αμερικής», που έχει πληγεί καίρια από την αποβιομηχάνιση. Η εκλογή Τραμπ ήταν το προϊόν αυτής ακριβώς της κοινωνικής δυναμικής. Μία ματιά στον αμερικανικό εκλογικό χάρτη του 2016 δείχνει ότι η Χίλαρι ψηφίσθηκε κατά κανόνα από την ανώτερη τάξη και τα μεσαία στρώματα που έχουν ενσωματωθεί στο πλαίσιο του οικονομικού (νεο)φιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης. Επίσης, από τις μειονότητες (μαύροι, ισπανόφωνοι, μουσουλμάνοι κ.ά.) που φοβήθηκαν από την αντιμεταναστευτική ρητορική του Τραμπ.
Όταν ο -κόντρα στην κομματική ηγεσία- Ρεπουμπλικανός υποψήφιος υποσχόταν πως με την επιβολή δασμών θα φέρει πίσω μεγάλες εταιρείες και θέσεις εργασίας, άγγιζε ευαίσθητες χορδές εκατομμυρίων Αμερικανών. Το ίδιο και η ρητορική του εναντίον του μεταναστευτικού ρεύματος. Η είσοδος μεταναστών παροξύνει το ένστικτο αυτοσυντήρησης κοινωνιών που νιώθουν ότι απειλούνται με φτωχοποίηση. Στη «βαθιά Αμερική» (λευκή και συντηρητική) επικρατεί νοσταλγία για τις παλιές καλές ημέρες και ένα κράμα απόγνωσης και οργής για το σήμερα. Αυτά ακριβώς εξέφρασε ο Τραμπ, υποσχόμενος ότι θα καθαρίσει τον «βάλτο» της Ουάσινγκτον. Είναι ειρωνεία της ιστορίας ότι τον ρόλο αυτό τον έπαιξε ένας δισεκατομμυριούχος, δημιουργώντας κοινωνικοπολιτικό κίνημα, καθώς και ότι οι επαγγελίες Τραμπ απέκτησαν αξιοπιστία στα μάτια των οπαδών του περισσότερο από τον εχθρικό τρόπο που τον αντιμετώπισε το κατεστημένο.
Σύσσωμο σχεδόν το αμερικανικό και διεθνές κατεστημένο είχαν στηρίξει με πάθος τη Χίλαρι και ταυτοχρόνως είχαν προσπαθήσει με κάθε τρόπο να γελοιοποιήσουν τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο και στη συνέχεια πρόεδρο. Και τώρα, βεβαίως, το ίδιο κατεστημένο ασκεί ποινικές διώξεις στον Τραμπ, ελπίζοντας να τον «κάψει». Αναμφίβολα, ο Τραμπ είναι και λαϊκιστής και τοξικός. Ο κύριος λόγος, ωστόσο, που εξόργισε το φιλελεύθερο κατεστημένο ήταν ότι έθιξε -τουλάχιστον στα λόγια- τα ιερά και τα όσιά του, δηλαδή την παγκοσμιοποίηση. Από την άλλη, η περιφρόνηση των αρχουσών ελίτ προς τους «νεοπληβείους» έχει εξουδετερώσει τους παραδοσιακούς μηχανισμούς χειραγώγησης των μαζών. Όταν τα κατεστημένα μίντια επιτίθενται με πάθος στον Τραμπ, η «βαθιά Αμερική» αντανακλαστικά παίρνει το μέρος του και η ποινική δίωξη μετατρέπεται σε μπούμεραγκ. Ο τραμπισμός κατάφερε να μεταλλάξει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σε κάτι που δεν ήταν. Η ρητορική Τραμπ ολοκλήρωσε μία ιδιότυπα αντισυστημική και συχνά ανορθολογική ιδεολογική τάση που είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται στη βάση των Ρεπουμπλικανών. Ο τραμπισμός αποτελεί πλέον απτή πολιτική πραγματικότητα, που διχάζει συγκρουσιακά τις ΗΠΑ, με απροσδιόριστες επιπτώσεις.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»