Το διαρκές έγκλημα με τις φωτιές
Οι καταστροφικές πυρκαγιές είναι εδώ και πολλά χρόνια ενδημικό φαινόμενο, το οποίο θα έπρεπε προ πολλού να έχει ξυπνήσει τις διαδοχικές κυβερνήσεις αλλά και τους αρμόδιους κρατικούς μηχανισμούς.
Κάθε χρόνο θρηνούμε εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα δάσους, περιουσίες και πολύ συχνά ανθρώπινες απώλειες. Είναι σαφές πως αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Κάθε ολιγωρία είναι εγκληματική και δεν θα πρέπει να γίνει ανεκτή από την κοινωνία. Προφανώς, οι πυρκαγιές δεν πρόκειται να μηδενιστούν. Πάντα υπήρχαν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν.
Γιατί, όμως, η Ελλάδα κάνει πρωταθλητισμό; Μια σύγκριση των πυρκαγιών στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στην Ιταλία, στη Νότια Γαλλία, στην Ισπανία και την Πορτογαλία, δηλαδή σε χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, όπου οι κλιματολογικές συνθήκες είναι παρεμφερείς, επιβεβαιώνει ότι έχουμε το αρνητικό ρεκόρ. Αυτό σημαίνει πως κάνουμε κάτι λάθος ή δεν κάνουμε όσα πρέπει και στο επίπεδο της πρόληψης και στο επίπεδο της πυρόσβεσης για να περιορίσουμε τις καταστροφικές επιπτώσεις.
Επειδή η κλιματική αλλαγή χρησιμοποιείται σαν φύλλο συκής -δυστυχώς και από τον σημερινό πρωθυπουργό- είναι σκόπιμο να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα. Κλιματική αλλαγή υπήρχε και πριν από το 2019, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέρριπτε όλες τις ευθύνες στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Και, βεβαίως, η κλιματική αλλαγή πλήττει και τις προαναφερθείσες όμορες χώρες, όχι μόνο την Ελλάδα. Όποιες κι αν είναι οι αιτίες που έχουν μετατρέψει τη χώρα μας σε αρνητικό πρωταθλητή, είναι καθήκον της εκάστοτε κυβέρνησης να τις αντιμετωπίσει, λαμβάνοντας όλα τα αναγκαία μέτρα.
Δεν μιλάω ως εμπειρογνώμονας, που δεν είμαι. Μιλάω ως πολίτης που διαθέτει κοινή λογική. Κανείς δεν ζητάει από τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του να γίνουν αρχιπυροσβέστες. Αυτό που κάθε νουνεχής απαιτεί είναι να μη θρηνούμε όταν συντελείται η καταστροφή και να την ξεχνάμε, όταν αναπόφευκτα αυτή επικαλυφθεί από άλλα γεγονότα, όπως πάντα συμβαίνει. Κι αυτό, επειδή αυτή η τακτική είναι μαθηματικά βέβαιο ότι οδηγεί στην επανάληψη των καταστροφικών πυρκαγιών σε άλλες περιοχές και με διαφοροποιημένο θλιβερό απολογισμό.
Το πρώτο ζήτημα είναι ο στόλος των εναέριων πυροσβεστικών μέσων. Η πτώση του Καναντέρ πριν από έναν περίπου μήνα κατέδειξε την οξύτητα του προβλήματος. Τα γηρασμένα πυροσβεστικά πρέπει να ανανεωθούν το ταχύτερο δυνατόν. Δεν είμαι ειδικός για να προτείνω ποια αεροσκάφη πρέπει να αγοραστούν, αλλά είναι δεδομένο πως πρέπει να επιλεγούν τα πιο κατάλληλα και όχι αυτή η προμήθεια να προσεγγιστεί ως ευκαιρία για μία ακόμα «μίζα», όπως δυστυχώς συμβαίνει διαχρονικά με τις κρατικές προμήθειες.
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να αναφέρω μια προσωπική εμπειρία. Πριν από λίγα χρόνια ήμουν αυτόπτης μάρτυρας του τρόπου που το νοικιασμένο γιγαντιαίο ρωσικό πυροσβεστικό (αν θυμάμαι καλά ονομαζόταν Beriev) επενέβη σε μεγάλη πυρκαγιά στη Νοτιοανατολική Αττική. Ρίχνοντας μια τεράστια ποσότητα νερού στον πυρήνα της πυρκαγιάς την απονεύρωσε, επιτρέποντας στις επίγειες δυνάμεις και σε ένα ελικόπτερο να τη σβήσουν γρήγορα.
Μπορεί ο πόλεμος στην Ουκρανία να έχει φέρει τις ελληνορωσικές σχέσεις στο ναδίρ, αλλά αυτό δεν ήταν λόγος να μη νοικιαστεί ένα Beriev, το οποίο και οι ειδικοί θεωρούν πως θα είχε αποτρέψει την εξάπλωση πολλών πυρκαγιών. Μια τέτοια ενοικίαση είναι εμπορική και όχι πολιτική πράξη και, επιτέλους, το είχαμε ζωτική ανάγκη. Και αν, επιτέλους, δεν ήθελαν να νοικιάσουν το ρωσικό υπερ-πυροσβεστικό, ας νοίκιαζαν κάποιο αντίστοιχο δυτικό. Θα υπάρχει μάλλον κάτι σχετικό
Το δεύτερο ζήτημα είναι η επαρκής προετοιμασία. Προφανώς, οι κυβερνήσεις δεν είναι υπεύθυνες ούτε για τους καύσωνες ούτε για τα πολλά μποφόρ, αλλά το έγκλημά τους είναι διαρκές και διά παραλείψεως. Το κεντρικό κράτος, η Τοπική Αυτοδιοίκηση, αλλά και οι πολίτες πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν, να εξαντλούν όλα τα μέσα πρόληψης. Σ’ αυτό το επίπεδο είναι πάρα πολλά αυτά που μπορούν να γίνουν και δεν γίνονται. Και δεν γίνονται όχι μόνο λόγω έλλειψης πόρων.
Δηλώσεις του τύπου «μάθαμε από τα λάθη μας» αποδεικνύονται χωρίς αντίκρισμα, γιατί οι τωρινές πυρκαγιές αποδεικνύουν ότι οι κυβερνήσεις δεν μάθανε από τα λάθη τους.
Στο επίπεδο της πρόληψης ο καθαρισμός οικοπέδων και αγροτεμαχίων δεν πρέπει να επαφίεται στην καλή προαίρεση των ιδιοκτητών. Πρέπει να προβλέπονται βαριά πρόστιμα και κυρίως να γίνονται συνεχείς έλεγχοι. Επίσης, επιβάλλεται η δασική νομοθεσία να προσαρμοστεί, απομακρυνόμενη από τον δογματισμό «είναι έγκλημα να κοπεί και ένα δένδρο». Αυτό αφορά και αγροτεμάχια αλλά και δάση. Η έννοια του πυκνού ενιαίου δάσους που εκτείνεται σε δεκάδες χλμ. ίσως πρέπει να αναθεωρηθεί. Είναι προφανές ότι εάν πιάσει φωτιά, ένα τέτοιο δάσος θα καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς. Ίσως τέτοια δάση πρέπει να κοπούν σε κομμάτια με αντιπυρικές ζώνες πλάτους 500-1.000 μέτρων αλλά και δρόμους σ’ αυτές, οι οποίοι να επιτρέπουν την άμεση πρόσβαση επίγειων δυνάμεων. Προφανώς, μια τέτοια λύση δεν είναι ό,τι καλύτερο από αισθητικής απόψεως, αλλά στο σημείο που έχουμε φτάσει πρέπει να επιλέξουμε το μικρότερο κακό.
Το τρίτο ζήτημα είναι η αποτελεσματική επιτήρηση. Μία πυρκαγιά στα πρώτα της βήματα σβήνεται εύκολα, αλλά όταν πάρει διαστάσεις πολύ δύσκολα. Σήμερα μπορεί ακόμα και το πιο μεγάλο δάσος να επιτηρείται με τη χρήση φτηνών drones. Εάν υπήρχαν και περιπολίες, η πλειονότητα των πυρκαγιών θα είχαν σβήσει πριν πάρουν διαστάσεις. Επειδή δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να έχει μεγάλες πυροσβεστικές δυνάμεις αποκλειστικά για εποχική χρήση, πρέπει να υιοθετήσουμε τους πολλαπλούς ρόλους.
Αυτό αφορά πρωτίστως τον Στρατό. Είναι ακατανόητο να τον αφήνουμε εκτός του δυναμικού πυρόσβεσης. Οι νεοσύλλεκτοι, παραλλήλως με τη στρατιωτική εκπαίδευσή τους, πρέπει να εκπαιδεύονται και στην πυρόσβεση και την πρόληψη. Στη διάρκεια, δε, της θητείας τους να πραγματοποιούν κοινές ασκήσεις με την Πυροσβεστική υπό την ηγεσία αξιωματικών της. Το ίδιο πρέπει να ισχύσει και για τους κατοίκους. Εάν υπάρξει οργάνωση και υποχρεωτική εκπαίδευση των ικανών πολιτών σε κάθε δήμο από την Πυροσβεστική, το δυναμικό πυρόσβεσης θα πολλαπλασιαστεί με ευεργετικά αποτελέσματα και χωρίς πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος. Είναι πολύ διαφορετικό οι πυροσβέστες να καθοδηγούν εκπαιδευμένους πολίτες, με τους οποίους έχουν συνασκηθεί, από το να επικουρούνται από ανεκπαίδευτους ευκαιριακούς εθελοντές ή κατοίκους που αυτοσχεδιάζουν. Δεν θα ασχοληθώ σήμερα με το ενδεχόμενο πολλές πυρκαγιές να οφείλονται σε εμπρησμούς ακούσιους ή εκούσιους.
Όλα, όμως, τα παραπάνω ισχύουν και για τους εμπρησμούς. Δεν αρκεί η κυβέρνηση να μιλάει για «υβριδικό πόλεμο». Ακόμα και αν συμβαίνει, είναι δικό της καθήκον να προστατεύσει τη χώρα.