Η συνάντηση του Γεραπετρίτη με τον Φιντάν και οι... παγίδες
Ας τα έχει όλα αυτά υπόψη του ο Γιώργος Γεραπετρίτης σε λίγες ημέρες που θα βρεθεί απέναντι στον πρώην αρχηγό της τουρκικής ΜΙΤ
Σε λίγες ημέρες ο Γιώργος Γεραπετρίτης θα πάει στην Άγκυρα για την έναρξη της ελληνοτουρκικής διαπραγμάτευσης με τον ομόλογό του, Χακάν Φιντάν.
Και μόνο το γεγονός ότι η Αθήνα αποδέχθηκε διαπραγμάτευση σε πολιτικό επίπεδο -και μάλιστα στο ανώτατο (υπουργοί Εξωτερικών και ηγέτες)- είναι ένα βήμα πίσω σε σύγκριση με την παλαιότερη πάγια θέση της για άτυπες διερευνητικές επαφές. Το κρίσιμο ζήτημα είναι η ατζέντα. Η ελληνική πλευρά επιμένει ότι μοναδικό θέμα θα είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ και για τον σκοπό αυτό θα διαπραγματευθεί με την τουρκική το περιεχόμενο του αναγκαίου συνυποσχετικού. Το να επιμείνει η Αθήνα σ’ αυτή τη θέση είναι ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι η Άγκυρα έχει καταστήσει σαφές πως επιδιώκει να παραπεμφθούν στη Χάγη και ακόμα δύο τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις: Πρώτον, η απαίτησή της για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, επειδή σ’ αυτό το ζήτημα η νομική θέση της Ελλάδας είναι σχετικά αδύναμη.
Ας τονιστεί ότι εάν τα νησιά αποστρατιωτικοποιηθούν (ολοσχερώς ή μερικώς) θα καταστούν απολύτως ευάλωτα, με αποτέλεσμα η Ελλάδα συνολικά να μετατραπεί σε όμηρο της Άγκυρας. Γι’ αυτό και η Αθήνα έχει εξαιρέσει από τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου τα ζητήματα άμυνας. Δεύτερον, οι «γκρίζες ζώνες», δηλαδή εάν 156 και πλέον ελληνικές νησίδες, μεταξύ αυτών και αρκετές κατοικημένες (Φούρνοι, Αγαθονήσι, Οινούσσες κ.ά.) θα παραμείνουν στην Ελλάδα ή θα δοθούν στην Τουρκία! Παρότι στο ζήτημα αυτό η ελληνική θέση είναι ισχυρή νομικά, είναι αδιανόητο για κάθε κυρίαρχο κράτος να εναποθέτει την εδαφική ακεραιότητά του στα χέρια ξένων δικαστών, οι οποίοι αναπόφευκτα επηρεάζονται και από τρίτες πολιτικές σκοπιμότητες. Από την παραπομπή στη Χάγη η Ελλάδα έχει μόνο να χάσει, ενώ η Τουρκία μόνο να κερδίσει, αφού στο τραπέζι προς «μοιρασιά» είναι μόνο ελληνικές νησίδες. Γι’ αυτό και η Ελλάδα έχει εξαιρέσει από τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου τα ζητήματα εθνικής κυριαρχίας.
Η επικείμενη συνάντηση Γεραπετρίτη - Φιντάν δεν αναμένεται να βγάλει κάτι σημαντικό, δεδομένου ότι είναι συνάντηση γνωριμίας, κατά τη διάρκεια της οποίας θα συζητηθούν κυρίως διαδικαστικά θέματα, όπως ο τρόπος διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων. Η απόφαση που ελήφθη στη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν στο Βίλνιους προβλέπει ότι οι διαπραγματεύσεις θα τρέξουν με ταχύ ρυθμό. Αυτό σημαίνει πως στη νέα συνάντηση των δύο ηγετών, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, θα υπάρχει τουλάχιστον ένας οδικός χάρτης. Αναφορικά με το συνυποσχετικό, κατ’ αρχάς να διευκρινίσουμε ότι συνυποσχετικό απαιτείται επειδή η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου. Να υπογραμμίσουμε πως η ελληνική πλευρά πρέπει να είναι ξεκάθαρη ότι το συνυποσχετικό δεν θα πρέπει να υπαγορεύει την κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου. Πολλοί συγκρούονται για το εάν πρέπει ή όχι η Ελλάδα να πάει στη Χάγη, ενώ το κρίσιμο ζήτημα είναι με ποιους όρους θα γίνει η παραπομπή. Το συνυποσχετικό πρέπει να ζητά από το Διεθνές Δικαστήριο να οριοθετήσει ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα χωρίς όρους και με βάση το ισχύον Διεθνές Δίκαιο.
Δίνουμε έμφαση σ’ αυτό το σημείο, επειδή από τα πρακτικά των παλαιότερων διερευνητικών επαφών (επί κυβέρνησης Σημίτη) αποδεικνύεται ότι οι δύο πλευρές διαπραγματεύονταν όχι μόνο το Δίκαιο και τη μέθοδο, με βάση τα οποία θα οριοθετήσει το Διεθνές Δικαστήριο, αλλά ουσιαστικά και τον χάρτη της οριοθέτησης. Οι Τούρκοι ζητούν και τώρα η οριοθέτηση να γίνει από τις δύο χώρες στο πλαίσιο των διμερών διαπραγματεύσεων που ξεκινούν και το αποτέλεσμα να υποβληθεί στο Διεθνές Δικαστήριο για να βάλει τη σφραγίδα του! Ας σημειωθεί ότι εάν οι δύο πλευρές συμφωνούν, το Δικαστήριο δεν έχει πρόβλημα.
Και γιατί αυτό είναι κακό, θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης. Θεωρητικά δεν είναι. Πρακτικά, όμως, είναι, επειδή ο όρος που θέτει η Άγκυρα για να συνυπογράψει συνυποσχετικό είναι το συνυποσχετικό να παρακάμπτει τα δικαιώματα που το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας παρέχει στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά σε ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα. Αυτό τουλάχιστον έχει ξεκάθαρα φανεί από τις μέχρι τώρα ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις. Για την ακρίβεια, η Τουρκία είχε ζητήσει να της αναγνωριστεί υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ (23% των διεθνών υδάτων του Αιγαίου, ενώ δικαιούται πολύ πολύ λιγότερο) στο Βορειοκεντρικό Αιγαίο, δυτικά της Λήμνου, του Αγίου Ευστρατίου, της Λέσβου και της Χίου! Για την Ανατολική Μεσόγειο δεν γνωρίζουμε εάν θα επιμείνει στην παράνομη θέση της, ότι τα νησιά δεν διαθέτουν ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα, ή θα κάνει ένα βήμα πίσω, ζητώντας να μοιραστεί ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα που δυνητικά ανήκει στην Ελλάδα.
Ακόμα κι αν έπαιρναν όσα ζητάνε σε ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα, οι Τούρκοι δεν είναι επ’ ουδενί διατεθειμένοι να παραιτηθούν από τις άλλες επεκτατικές διεκδικήσεις τους και για τις «γκρίζες ζώνες» και για την αποστρατιωτικοποίηση. Το έχουν καταστήσει σαφές στις παλαιότερες διερευνητικές επαφές. Στην καλύτερη περίπτωση να τις βάλουν για ένα χρονικό διάστημα στο ράφι, μέχρι να τις επαναφέρουν. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ακόμα κι αν κάναμε βαρύτατες εθνικές υποχωρήσεις για να φθάσουμε σε μία συμφωνία, δεν θα είχαμε κλείσει το ελληνοτουρκικό μέτωπο. Στην καλύτερη περίπτωση θα είχαμε εξαγοράσει πανάκριβα μία προσωρινή ύφεση.
Ας τα έχει όλα αυτά υπόψη του ο Γιώργος Γεραπετρίτης σε λίγες ημέρες που θα βρεθεί απέναντι στον πρώην αρχηγό της τουρκικής ΜΙΤ. Η ύφεση στο ελληνοτουρκικό μέτωπο δεν εξαγοράζεται με εθνικές παραχωρήσεις. Είναι άλλο η Ελλάδα να αποδεχθεί μία απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου, η οποία π.χ. δεν θα οριοθετεί αποκλειστικά με βάση την αρχή της μέσης γραμμής, αλλά θα την προσαρμόζει με βάση την αρχή της αναλογικότητας, κι άλλο να προβούμε σε εθνικές παραχωρήσεις για να εξασφαλίσουμε τη συνυπογραφή του συνυποσχετικού από την Τουρκία. Αν αυτή θεωρεί ότι αδικείται από το σημερινό εδαφικό καθεστώς και πιστεύει ότι το Αιγαίο είναι μία ειδική θάλασσα, για την οποία πρέπει να μην ισχύσουν οι γενικοί κανόνες του Δικαίου της Θάλασσας, ας αναγνωρίσει και η Άγκυρα τη γενική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου κι ας παραπέμψει τις διεκδικήσεις της εκεί.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ
Και μόνο το γεγονός ότι η Αθήνα αποδέχθηκε διαπραγμάτευση σε πολιτικό επίπεδο -και μάλιστα στο ανώτατο (υπουργοί Εξωτερικών και ηγέτες)- είναι ένα βήμα πίσω σε σύγκριση με την παλαιότερη πάγια θέση της για άτυπες διερευνητικές επαφές. Το κρίσιμο ζήτημα είναι η ατζέντα. Η ελληνική πλευρά επιμένει ότι μοναδικό θέμα θα είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ και για τον σκοπό αυτό θα διαπραγματευθεί με την τουρκική το περιεχόμενο του αναγκαίου συνυποσχετικού. Το να επιμείνει η Αθήνα σ’ αυτή τη θέση είναι ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι η Άγκυρα έχει καταστήσει σαφές πως επιδιώκει να παραπεμφθούν στη Χάγη και ακόμα δύο τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις: Πρώτον, η απαίτησή της για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, επειδή σ’ αυτό το ζήτημα η νομική θέση της Ελλάδας είναι σχετικά αδύναμη.
Ας τονιστεί ότι εάν τα νησιά αποστρατιωτικοποιηθούν (ολοσχερώς ή μερικώς) θα καταστούν απολύτως ευάλωτα, με αποτέλεσμα η Ελλάδα συνολικά να μετατραπεί σε όμηρο της Άγκυρας. Γι’ αυτό και η Αθήνα έχει εξαιρέσει από τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου τα ζητήματα άμυνας. Δεύτερον, οι «γκρίζες ζώνες», δηλαδή εάν 156 και πλέον ελληνικές νησίδες, μεταξύ αυτών και αρκετές κατοικημένες (Φούρνοι, Αγαθονήσι, Οινούσσες κ.ά.) θα παραμείνουν στην Ελλάδα ή θα δοθούν στην Τουρκία! Παρότι στο ζήτημα αυτό η ελληνική θέση είναι ισχυρή νομικά, είναι αδιανόητο για κάθε κυρίαρχο κράτος να εναποθέτει την εδαφική ακεραιότητά του στα χέρια ξένων δικαστών, οι οποίοι αναπόφευκτα επηρεάζονται και από τρίτες πολιτικές σκοπιμότητες. Από την παραπομπή στη Χάγη η Ελλάδα έχει μόνο να χάσει, ενώ η Τουρκία μόνο να κερδίσει, αφού στο τραπέζι προς «μοιρασιά» είναι μόνο ελληνικές νησίδες. Γι’ αυτό και η Ελλάδα έχει εξαιρέσει από τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου τα ζητήματα εθνικής κυριαρχίας.
Η επικείμενη συνάντηση Γεραπετρίτη - Φιντάν δεν αναμένεται να βγάλει κάτι σημαντικό, δεδομένου ότι είναι συνάντηση γνωριμίας, κατά τη διάρκεια της οποίας θα συζητηθούν κυρίως διαδικαστικά θέματα, όπως ο τρόπος διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων. Η απόφαση που ελήφθη στη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν στο Βίλνιους προβλέπει ότι οι διαπραγματεύσεις θα τρέξουν με ταχύ ρυθμό. Αυτό σημαίνει πως στη νέα συνάντηση των δύο ηγετών, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, θα υπάρχει τουλάχιστον ένας οδικός χάρτης. Αναφορικά με το συνυποσχετικό, κατ’ αρχάς να διευκρινίσουμε ότι συνυποσχετικό απαιτείται επειδή η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου. Να υπογραμμίσουμε πως η ελληνική πλευρά πρέπει να είναι ξεκάθαρη ότι το συνυποσχετικό δεν θα πρέπει να υπαγορεύει την κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου. Πολλοί συγκρούονται για το εάν πρέπει ή όχι η Ελλάδα να πάει στη Χάγη, ενώ το κρίσιμο ζήτημα είναι με ποιους όρους θα γίνει η παραπομπή. Το συνυποσχετικό πρέπει να ζητά από το Διεθνές Δικαστήριο να οριοθετήσει ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα χωρίς όρους και με βάση το ισχύον Διεθνές Δίκαιο.
Δίνουμε έμφαση σ’ αυτό το σημείο, επειδή από τα πρακτικά των παλαιότερων διερευνητικών επαφών (επί κυβέρνησης Σημίτη) αποδεικνύεται ότι οι δύο πλευρές διαπραγματεύονταν όχι μόνο το Δίκαιο και τη μέθοδο, με βάση τα οποία θα οριοθετήσει το Διεθνές Δικαστήριο, αλλά ουσιαστικά και τον χάρτη της οριοθέτησης. Οι Τούρκοι ζητούν και τώρα η οριοθέτηση να γίνει από τις δύο χώρες στο πλαίσιο των διμερών διαπραγματεύσεων που ξεκινούν και το αποτέλεσμα να υποβληθεί στο Διεθνές Δικαστήριο για να βάλει τη σφραγίδα του! Ας σημειωθεί ότι εάν οι δύο πλευρές συμφωνούν, το Δικαστήριο δεν έχει πρόβλημα.
Και γιατί αυτό είναι κακό, θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης. Θεωρητικά δεν είναι. Πρακτικά, όμως, είναι, επειδή ο όρος που θέτει η Άγκυρα για να συνυπογράψει συνυποσχετικό είναι το συνυποσχετικό να παρακάμπτει τα δικαιώματα που το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας παρέχει στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά σε ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα. Αυτό τουλάχιστον έχει ξεκάθαρα φανεί από τις μέχρι τώρα ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις. Για την ακρίβεια, η Τουρκία είχε ζητήσει να της αναγνωριστεί υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ (23% των διεθνών υδάτων του Αιγαίου, ενώ δικαιούται πολύ πολύ λιγότερο) στο Βορειοκεντρικό Αιγαίο, δυτικά της Λήμνου, του Αγίου Ευστρατίου, της Λέσβου και της Χίου! Για την Ανατολική Μεσόγειο δεν γνωρίζουμε εάν θα επιμείνει στην παράνομη θέση της, ότι τα νησιά δεν διαθέτουν ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα, ή θα κάνει ένα βήμα πίσω, ζητώντας να μοιραστεί ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα που δυνητικά ανήκει στην Ελλάδα.
Ακόμα κι αν έπαιρναν όσα ζητάνε σε ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα, οι Τούρκοι δεν είναι επ’ ουδενί διατεθειμένοι να παραιτηθούν από τις άλλες επεκτατικές διεκδικήσεις τους και για τις «γκρίζες ζώνες» και για την αποστρατιωτικοποίηση. Το έχουν καταστήσει σαφές στις παλαιότερες διερευνητικές επαφές. Στην καλύτερη περίπτωση να τις βάλουν για ένα χρονικό διάστημα στο ράφι, μέχρι να τις επαναφέρουν. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ακόμα κι αν κάναμε βαρύτατες εθνικές υποχωρήσεις για να φθάσουμε σε μία συμφωνία, δεν θα είχαμε κλείσει το ελληνοτουρκικό μέτωπο. Στην καλύτερη περίπτωση θα είχαμε εξαγοράσει πανάκριβα μία προσωρινή ύφεση.
Ας τα έχει όλα αυτά υπόψη του ο Γιώργος Γεραπετρίτης σε λίγες ημέρες που θα βρεθεί απέναντι στον πρώην αρχηγό της τουρκικής ΜΙΤ. Η ύφεση στο ελληνοτουρκικό μέτωπο δεν εξαγοράζεται με εθνικές παραχωρήσεις. Είναι άλλο η Ελλάδα να αποδεχθεί μία απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου, η οποία π.χ. δεν θα οριοθετεί αποκλειστικά με βάση την αρχή της μέσης γραμμής, αλλά θα την προσαρμόζει με βάση την αρχή της αναλογικότητας, κι άλλο να προβούμε σε εθνικές παραχωρήσεις για να εξασφαλίσουμε τη συνυπογραφή του συνυποσχετικού από την Τουρκία. Αν αυτή θεωρεί ότι αδικείται από το σημερινό εδαφικό καθεστώς και πιστεύει ότι το Αιγαίο είναι μία ειδική θάλασσα, για την οποία πρέπει να μην ισχύσουν οι γενικοί κανόνες του Δικαίου της Θάλασσας, ας αναγνωρίσει και η Άγκυρα τη γενική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου κι ας παραπέμψει τις διεκδικήσεις της εκεί.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ