Θα ρισκάρει δεύτερη "πολιτική έρημο" ο πρώην;
Άρθρο γνώμης
∆εν υπήρξε ούτε ένα από τα στελέχη της παράταξης που να τον υπερασπίστηκε δηµοσίως
Tο μεσημέρι του περασμένου Σαββάτου, όταν έγιναν γνωστά το περιεχόμενο της πολυσυζητημένης συνέντευξης του Αντώνη Σαμαρά και λίγο αργότερα η είδηση της διαγραφής του από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, πολλοί ήταν αυτοί που εξεπλάγησαν.
Όχι γιατί ο πρώην πρωθυπουργός δεν είχε δείξει σχεδόν έναν χρόνο τώρα τις προθέσεις του απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο επειδή πρώτη φορά τις κατέθετε δημοσίως με τόσο έντονο και εφ’ όλης της ύλης τρόπο. Αφού προηγουμένως είχε επιδεικτικά απορρίψει -μαζί με τον Κώστα Καραμανλή- την προσωπική πρόσκληση του πρωθυπουργού να δώσει το «παρών» στην εκδήλωση για τα πενήντα χρόνια της Νέας Δημοκρατίας. Και μάλιστα σε έναν τόπο που είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τους νεοδημοκράτες των δύσκολων χρόνων της δεκαετίας του ’80 με το ΠΑΣΟΚ στο πρώτο διάστημα της παντοδυναμίας του.
Όσο κι αν ο κ. Σαμαράς αναρωτιέται «πού είναι το λάθος» σε όσα είπε κι όσο κι αν οι άνθρωποί του ισχυρίζονται δημοσίως ότι το μόνο που έκανε στη συγκεκριμένη του συνέντευξη ήταν να προτείνει για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας τον Κώστα Καραμανλή, άπαντες αντιλαμβάνονται ότι ο εμπειρότατος πρώην πρωθυπουργός απλώς δοκίμαζε τις αντοχές του κ. Μητσοτάκη. Που μέχρι την περασμένη εβδομάδα πολλοί τού έλεγαν ότι ήταν ήδη αρκετές και δημιουργούσαν πλέον κλίμα πολύ μεγάλης εσωστρέφειας στο κυβερνών κόμμα.
Ακριβώς επειδή κι ο ίδιος ο κ. Σαμαράς έχει διατελέσει πρωθυπουργός, και σε πολύ δύσκολες συνθήκες, αντιλαμβάνεται ότι στη συγκεκριμένη θέση δεν μπορείς να προσπερνάς κριτική η οποία υπερβαίνει τα όρια του καλόπιστου -έστω και αιχμηρού -σχολιασμού.
Ειδικά όταν φτάνεις στο σημείο να εμπλέκεις στην κριτική σου τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας με τρόπο που να προκαλέσει και τη δική του αντίδραση. Πρωτοφανές γεγονός στη μεταπολιτευτική ιστορία της Ελλάδας.
Δεν είναι τυχαίο δε ότι μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, δεν υπήρξε ούτε ένα από τα στελέχη της παράταξης -ακόμα και εκείνα με στενές πολιτικές σχέσεις με τον κ. Σαμαρά- που να τον υπερασπίστηκε δημοσίως. Ο πρώην πρωθυπουργός έκανε ήδη ένα μεγάλο λάθος, που οδήγησε στη δεύτερη απομάκρυνσή του από τη Νέα Δημοκρατία, από το 1977, όταν στα 26 του χρόνια οι νεοδημοκράτες τον τίμησαν με την ψήφο τους και τον έστειλαν εκπρόσωπό τους στη Βουλή.
Στην πρώτη του απομάκρυνση, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, δημιούργησε κόμμα που αντιμετωπίστηκε τελικά με απόλυτη αδιαφορία από τον ελληνικό λαό και σε διάστημα λίγων ετών ολοκλήρωσε τον κύκλο του βάζοντας λουκέτο, έχοντας ως τελευταίο εκλογικό ποσοστό το 2,9% των ευρωεκλογών του 1999.
Θα τολμήσει και δεύτερη φορά το ίδιο, όπως άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο μόλις προχθές από την Ουάσινγκτον όπου βρίσκεται αποφεύγοντας να δώσει απάντηση στο σχετικό ερώτημα; Το επόμενο διάστημα θα δείξει αν συνεχίζει το ίδιο αμετανόητος. Κι αν θα βρεθούν κάποιοι που θα τον ακολουθήσουν στην πιθανή δεύτερη πολιτική του έρημο.
*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»
Όχι γιατί ο πρώην πρωθυπουργός δεν είχε δείξει σχεδόν έναν χρόνο τώρα τις προθέσεις του απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο επειδή πρώτη φορά τις κατέθετε δημοσίως με τόσο έντονο και εφ’ όλης της ύλης τρόπο. Αφού προηγουμένως είχε επιδεικτικά απορρίψει -μαζί με τον Κώστα Καραμανλή- την προσωπική πρόσκληση του πρωθυπουργού να δώσει το «παρών» στην εκδήλωση για τα πενήντα χρόνια της Νέας Δημοκρατίας. Και μάλιστα σε έναν τόπο που είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τους νεοδημοκράτες των δύσκολων χρόνων της δεκαετίας του ’80 με το ΠΑΣΟΚ στο πρώτο διάστημα της παντοδυναμίας του.
Όσο κι αν ο κ. Σαμαράς αναρωτιέται «πού είναι το λάθος» σε όσα είπε κι όσο κι αν οι άνθρωποί του ισχυρίζονται δημοσίως ότι το μόνο που έκανε στη συγκεκριμένη του συνέντευξη ήταν να προτείνει για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας τον Κώστα Καραμανλή, άπαντες αντιλαμβάνονται ότι ο εμπειρότατος πρώην πρωθυπουργός απλώς δοκίμαζε τις αντοχές του κ. Μητσοτάκη. Που μέχρι την περασμένη εβδομάδα πολλοί τού έλεγαν ότι ήταν ήδη αρκετές και δημιουργούσαν πλέον κλίμα πολύ μεγάλης εσωστρέφειας στο κυβερνών κόμμα.
Ακριβώς επειδή κι ο ίδιος ο κ. Σαμαράς έχει διατελέσει πρωθυπουργός, και σε πολύ δύσκολες συνθήκες, αντιλαμβάνεται ότι στη συγκεκριμένη θέση δεν μπορείς να προσπερνάς κριτική η οποία υπερβαίνει τα όρια του καλόπιστου -έστω και αιχμηρού -σχολιασμού.
Ειδικά όταν φτάνεις στο σημείο να εμπλέκεις στην κριτική σου τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας με τρόπο που να προκαλέσει και τη δική του αντίδραση. Πρωτοφανές γεγονός στη μεταπολιτευτική ιστορία της Ελλάδας.
Δεν είναι τυχαίο δε ότι μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, δεν υπήρξε ούτε ένα από τα στελέχη της παράταξης -ακόμα και εκείνα με στενές πολιτικές σχέσεις με τον κ. Σαμαρά- που να τον υπερασπίστηκε δημοσίως. Ο πρώην πρωθυπουργός έκανε ήδη ένα μεγάλο λάθος, που οδήγησε στη δεύτερη απομάκρυνσή του από τη Νέα Δημοκρατία, από το 1977, όταν στα 26 του χρόνια οι νεοδημοκράτες τον τίμησαν με την ψήφο τους και τον έστειλαν εκπρόσωπό τους στη Βουλή.
Στην πρώτη του απομάκρυνση, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, δημιούργησε κόμμα που αντιμετωπίστηκε τελικά με απόλυτη αδιαφορία από τον ελληνικό λαό και σε διάστημα λίγων ετών ολοκλήρωσε τον κύκλο του βάζοντας λουκέτο, έχοντας ως τελευταίο εκλογικό ποσοστό το 2,9% των ευρωεκλογών του 1999.
Θα τολμήσει και δεύτερη φορά το ίδιο, όπως άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο μόλις προχθές από την Ουάσινγκτον όπου βρίσκεται αποφεύγοντας να δώσει απάντηση στο σχετικό ερώτημα; Το επόμενο διάστημα θα δείξει αν συνεχίζει το ίδιο αμετανόητος. Κι αν θα βρεθούν κάποιοι που θα τον ακολουθήσουν στην πιθανή δεύτερη πολιτική του έρημο.
*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»