Το 2024 για ένα κομμάτι συνταξιούχων τελείωσε με μια καλή είδηση που αφορά τη χορήγηση δωρεάν φαρμάκων όχι μόνο στους πρώην δικαιούχους του ΕΚΑΣ, που τους το έκοψε ο Αλέξης Τσίπρας με τον γνωστό σε όλους νόμο Κατρούγκαλου, αλλά και στους δυνητικά δικαιούχους που συνταξιοδοτήθηκαν τα επόμενα χρόνια και δεν πήραν ποτέ ΕΚΑΣ.

Αναφερόμαστε σε ανθρώπους με πολύ χαμηλές συντάξεις, που δεν καλύπτουν σε πολλές περιπτώσεις ούτε τα στοιχειώδη με τα 400 και 500 ευρώ τον μήνα που λαμβάνουν και με αυτά πρέπει να πληρώσουν το φαγητό, το ενοίκιο αν δεν έχουν σπίτι, τους λογαριασμούς ρεύματος, τηλεφώνου και νερού και άλλες βασικές και ανελαστικές σε αρκετές περιπτώσεις δαπάνες. Και μάλιστα σε μια περίοδο που η ακρίβεια συνεχίζει να περονιάζει τους μη έχοντες βασικά. Ακριβώς εκεί λειτουργούσε το ΕΚΑΣ, αποτελώντας ένα σημαντικό βοήθημα για την κάλυψη βασικών αναγκών του χαμηλοσυνταξιούχου.

Άρα η προσπάθεια για επαναφορά ενός νέου ΕΚΑΣ, με κριτήρια αντικειμενικά και αρχικά με πιο περιορισμένη περίμετρο από εκείνο που καταργήθηκε, πρέπει να είναι στην πρώτη γραμμή των ενδιαφερόντων της κυβέρνησης. Αποτελεί ένα εργαλείο προστασίας για μια πιο ανθρώπινη καθημερινότητα ανθρώπων που δεν έχουν τρόπους να διαμαρτυρηθούν -όπως κάνουν οι εργαζόμενοι- παρά μόνο την ψήφο τους μία φορά κάθε τέσσερα χρόνια. Μια ψήφο που το 2019 κέρδισε με πανηγυρικό τρόπο η ΝΔ, ενώ και το 2023 πήγε επίσης πολύ υψηλότερα από το πανελλαδικό της ποσοστό, αν και δεν κατήργησε παρά ένα μέρος μόνο του νόμου Κατρούγκαλου. Ασφαλώς το κόστος μια τέτοιας νομοθετικής παρέμβασης δεν είναι αμελητέο όσο κι αν περιοριστεί ο κύκλος των αρχικά δικαιούχων.

Πάντα όμως υπάρχει η δυνατότητα ανακατανομής πόρων αλλά και εσόδων που έρχονται με την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Οι υπέρμαχοι της άποψης αυτής μάλιστα εκτιμούν ότι όλο το ποσό του ΕΚΑΣ θα πηγαίνει κατευθείαν στην αγορά και συνολικά στην εθνική οικονομία, αφού οι χαμηλοσυνταξιούχοι δεν θα είναι ούτε τότε σε θέση να αποταμιεύουν παρά μόνο θα έχουν τη δυνατότητα να ζουν λίγο πιο άνετα. Χωρίς λοιπόν εμμονές και δογματισμό, όπως άλλωστε έγινε σε μια σειρά θετικών παρεμβάσεων, το υπουργείο Οικονομικών πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά με το συγκεκριμένο θέμα. Όχι για τα πολιτικά οφέλη. Αλλά για την αξιοπρέπεια στην καθημερινότητα ανθρώπων που πρέπει να τους αντιμετωπίζουμε με σεβασμό και να τους το δείχνουμε στην πράξη.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή