Είναι αλήθεια ότι σε αυτή τη στιγµή η κυβέρνηση βρίσκεται προ µιας επικίνδυνης όσο και αντιφατικής συνθήκης, που έχει να κάνει µε το κλίµα και τις ισορροπίες που διαµορφώνονται στο πολιτικό σκηνικό και οι οποίες ακριβώς, επειδή φαντάζουν σχεδόν... ιδανικές, κρύβουν ταυτόχρονα µεγάλες παγίδες.

Από τη µια, στις εσωκοµµατικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ το αποτέλεσµα θα µπορούσε κάλλιστα να είναι βγαλµένο από το κάδρο των πιο αισιόδοξων σεναρίων που επεξεργάστηκαν οι «γαλάζιοι» επιτελείς. Ο Νίκος Ανδρουλάκης παρέµεινε στην προεδρία του άλλοτε κραταιού Κινήµατος, γεγονός που αυτοµάτως καθιστά για την ώρα «ασφαλή» την υπεροχή της Ν∆ στον χώρο του Κέντρου, αφού αποφεύχθηκε το ενδεχόµενο επικράτησης ενός εκ των υποψηφίων (Γερουλάνος ή ∆ιαµαντοπούλου) που θα µπορούσαν να δώσουν πιο άνετα και πιο άµεσα στίγµα στη συγκεκριµένη πολιτική δεξαµενή. Βλέπετε, ο νυν και νεοεκλεγείς πρόεδρος θα πρέπει πια να αποδείξει ότι µπορεί να σπάσει... ταβάνια και πέραν της φιλόξενης για τον ίδιο οροφής της Χαριλάου Τρικούπη, αυτή τη φορά όµως δεν θα συγκριθεί µε τον Κασελλάκη (από τον οποίο παρεµπιπτόντως έχασε στις ευρωκλογές), αλλά θα πρέπει να περάσει στην πίστα της πρωθυπουργησιµότητας. Κι εκεί δεν θα αρκούν µερικά δεκαδικά ψηφία παραπάνω από τα ποσοστά της αείµνηστης Φώφης Γεννηµατά, τα οποία συνιστούν το λάβαρο της πλευράς Ανδρουλάκη.

Από την άλλη, η απόλυτη µπαχαλοποίηση στον ΣΥΡΙΖΑ έρχεται να υπενθυµίσει τη σηµασία της πολιτικής σταθερότητας και της θεσµικότητας, στην οποία οµνύει συνεχώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως απαραίτητα συστατικά για τη διατήρηση της κοινωνικής οµαλότητας και της αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας σε αυτή την κρίσιµη διεθνή συγκυρία.

Συµπληρωµατικά στα τεκταινόµενα σε ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία είναι σαν βούτυρο στο ψωµί της κυβέρνησης, λειτουργεί πια και η δραστηριότητα των δύο πρώην «γαλάζιων» πρωθυπουργών. Καραµανλής και Σαµαράς, από κει που θα µπορούσαν να καλύψουν πραγµατικά το κενό της αντιπολίτευσης, ασκώντας πίεση εκ των έσω στον Μητσοτάκη (αφού ξεκάθαρα αυτός είναι ο στόχος τους), το µόνο που καταφέρνουν τελικά είναι να εκτίθενται ολοένα και περισσότερο. Ακόµη κι εκείνοι που αρχικώς είδαν µε καλό µάτι ορισµένες από τις δηµόσιες τοποθετήσεις τους, αλλά και εν µέρει τις διαφοροποιήσεις τους από κεντρικές επιλογές του Μαξίµου, συνειδητοποιούν ότι οι -σε κάποιο βαθµό βάσιµεςενστάσεις τους για ορισµένες αποφάσεις καθώς και για το συνολικό προφίλ της «γαλάζιας» διακυβέρνησης µετατρέπονται µέρα µε τη µέρα σ’ ένα ρεσιτάλ γραφικότητας, που µοιραία οδηγεί στην ανυποληψία.

Αυτές οι εµφανίσεις, σαν... ντουέτο απ’ τα παλιά, σε οτιδήποτε δεν θυµίζει Νέα ∆ημοκρατία και οι εναγκαλισµοί µε τους µέχρι πρότινος µισητούς εχθρούς, το µοναδικό αποτέλεσµα που φέρνουν είναι η ταχύτατη εξάντληση του πολιτικού κεφαλαίου των δύο πρώην, ακόµη και στο κοµµάτι του στελεχιακού δυναµικού που πίνει νερό στο όνοµά τους.
Γιατί... κακός ο Σκέρτσος, ο Πατέλης και οι άλλοι, αλλά η Θάνου, ο Νίκος ο Παππάς, ο Χατζηθεοδοσίου του Επιµελητηρίου, που τους ένωσε προχθές, είναι άραγε πιο συµβατοί µε την πολιτική πορεία, τα βιώµατα και την ψυχοσύνθεση των Καραµανλή και Σαµαρά; Πώς το «µέχρι τέλους» έγινε... γελάκια και χειραψίες για τον Μεσσήνιο και πώς το... αµαρτωλό ΠΑΣΟΚ, πάνω στο οποίο χάραξε τον δρόµο προς το Μαξίµου ο Καραµανλής (γιατί µε τον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα τα είχε βρει µια χαρά), καθαγιάστηκε στον απόηχο της προσωπικής ανάγκης για αποστασιοποίηση από τον Μητσοτάκη; Ως εκ τούτου, γίνεται αντιληπτό ότι εδώ δεν µιλάµε για πολιτική ουσία αλλά για... γινάτι παλαιάς κοπής.

Όλο αυτό το περίγραµµα είναι ο µεγάλος κίνδυνος για τον οποίο σας γράφαµε στην αρχή. Εκείνοι χάρη στους οποίους µπήκε στην πολιτική ζωή η επωδός της αλαζονείας του 41% βλέπουν εσχάτως και πάλι µε το... κιάλι το 28% των ευρωεκλογών. Προβάλλουν τη σηµερινή κυβέρνηση ως µονόδροµο που δεν την αγγίζει... κανείς, ούτε το κάρµα των εσωτερικών και εξωτερικών αντιπάλων. Όµως, αν δεν δοθούν άµεσα λύσεις στα µεγάλα µέτωπα, τότε µε µαθηµατική ακρίβεια ο Ανδρουλάκης θα... µεγαλώσει και η κριτική των δύο πρώην θα ακούγεται σαν... ελκυστικό άσµα, έστω κι αν θα παραπέµπει σε απλοϊκό σουξεδάκι της εποχής.